Ο Ιησούς περί πίστεως και προσευχής (1): Και αποκριθείς ο Ιησούς λέγει αυτοίς’ έχετε πίστιν Θεού. Αμήν γαρ λέγω υμίν ότι ος αν είπει τω όρει τούτω, άρθητι και βλήθητι εις την θάλασσαν, και μη διακριθή εν τη καρδία αυτού, αλλά πιστεύση ότι ά λέγει γίνεται, έστι αυτώ ό αν είπη. Δια τούτο λέγω υμίν, πάντα όσα αν προσευχόμενοι αιτείσθε, πιστεύετε ότι λαμβάνετε και έσται υμίν. Και όταν στήκεται προσευχόμενοι, αφίετε ει τι έχετε κατά τινός, ίνα και ο πατήρ ημών ο εν τοις ουρανοίς αφήσει τα παραπτώματα υμών. Ει δε υμείς ουκ αφίετε, ουδέ ο πατήρ υμών αφήσει τα παραπτώματα υμών.

Το πρώτο ενδιαφέρον σημείο είναι η απόδοση στην προσευχή υπερφυσικών, μαγικών δυνατοτήτων – οι οποίες ουδεμία σχέση έχουν με την πραγματικότητα. Ωστόσο, η σχέση που αναπτύσσεται ανάμεσα στον προσευχόμενο και τον Θεό, επιτρέπει στον πρώτο να αυξήσει (ή και να πολλαπλασιάσει) τις τακτικές του δυνατότητες. Αυτή η απλή και απολύτως κατανοητή επενέργεια της προσευχής, να μετατρέπει δηλαδή την ατομική θέληση σε θεϊκό θέλημα, να την ιεροποιεί και να τη θέτει (για τον προσευχόμενο) πέρα και έξω από ανθρώπινους κανόνες, νόμους, συμβάσεις κλπ διαθέτει και μια εκρηκτική πολιτική δυναμική – την οποία έχουν αξιοποιήσει πολλοί, πολλές φορές. Φυσικά, το να πέσει το βουνό στη θάλασσα, εάν έτσι προσευχηθεί ο ενδιαφερόμενος, μπορεί να έχει ολέθριες επιπτώσεις στη φύση ή σε άλλους ανθρώπους, αλλά αυτό δεν ενδιαφέρει καθόλου εκείνον που έχει πετύχει την απευθείας επικοινωνία του Εγώ του με τον Θεό. Εάν μάλιστα αρχίσει και λειτουργεί η αμφίδρομη ανάδραση (οράματα, μηνύματα με αγγέλους, όνειρα, θεϊκές φωνές κλπ) τότε, ποιος τον πιάνει…

Δεύτερο ενδιαφέρον σημείο, η προϋπόθεση να έχει ήδη συγχωρήσει ο προσευχόμενος εκείνους εναντίον των οποίων έχει κάτι, προκειμένου να συγχωρήσει τον ίδιο ο Θεός. Το ενδιαφέρον έγκειται στην ασύστολη παραβίαση της εντολής του Ιησού από τους ίδιους τους οπαδούς του, όταν προσεύχονται για την ενίσχυσή τους προκειμένου να καταστρέψουν τον ειδωλολάτρη και τον ναό των ειδώλων, τον αιρετικό χριστιανό, τον κοινωνικό επαναστάτη ή πολιτικό αντίπαλο (2). Η αίτηση άφεσης των αμαρτιών αντικαθίσταται από το αίτημα για θεϊκή ενίσχυση, προκειμένου να καταστραφεί ο Άλλος. Η θέση αυτή δεν συνάδει με (ορισμένες από) τις διδασκαλίες του Ιησού των Ευαγγελίων, ο οποίος προκρίνει την αγάπη, την καταλλαγή και τη συγχώρεση των εχθρών μας, είναι όμως απολύτως σύμφωνη με το πνεύμα της Παλαιάς Διαθήκης, όπου οι εχθροί των Εβραίων θεωρούνται αυτομάτως εχθροί του Θεού – και η εξόντωσή τους μετατρέπεται από πολιτική αναγκαιότητα και επιλογή σε ιερό καθήκον. Η ιστορία των χριστιανικών πολιτειών, τόσο στη Δύση όσο και στην Ανατολή, καταδεικνύει ότι οι χριστιανοί επέδειξαν παντού και πάντοτε ρεαλιστική (= αδίστακτη) πολιτική σκέψη και δράση: Δεν συγχώρησαν ποτέ εκείνον τον οποίον μπορούσαν να καταστρέψουν, ακόμα κι αν δεν συνιστούσε σοβαρή απειλή – τον εξόντωναν αδίστακτα και στη συνέχεια έψαλλαν ευχαριστήριους ύμνους προς τον Θεό της αγάπης (3)


[1] Μάρκ. ΙΑ’ 22-26[2] Η Εκκλησία της Ελλάδος έχει να επιδείξει πλούσια δράση στην υπηρεσία του κράτους, εναντίον των ανθρώπων της αριστεράς, ιδιαίτερα από το 1945 και μετά.

[3] Χαρακτηριστικό παράδειγμα ο Ιουστινιανός, ο οποίος εξόντωσε (μεταξύ πολλών άλλων) τους τελευταίους παγανιστές (θρησκευτική και πολιτισμική κατηγορία), τους Σαμαρείτες (ολιγάριθμη εθνικότητα) και τους Μοντανιστές (αιρετικοί, οπαδοί του Μοντανού) – ομάδες ανθρώπων παντελώς ανήμπορες να απειλήσουν την εξουσία του. Άλλο παράδειγμα, οι ταλαιπωρίες και τα βασανιστήρια που υφίσταντο μέχρι πολύ πρόσφατα από το Ορθόδοξο Ελληνικό κράτος οι πιστοί του Ιεχωβά, όταν έπεφταν στα χέρια του, δηλαδή όταν πήγαιναν στο στρατό – βλέπε και το σχετικό αφήγημα του Ντίνου Χριστιανόπουλου. Τελευταία (όχι μοναδικά) παραδείγματα, η άρνηση κάποιων Ελλήνων επισκόπων να επιτρέψουν την ταφή ανθρώπων που είχαν κάνει πολιτικό γάμο – ενώ παράλληλα η Εκκλησία της Ελλάδος αρνείται πεισματικά να συναινέσει για την καύση των νεκρών. Και η ταλαιπωρία που υφίστανται οι μουσουλμάνοι της Αθήνας, οι οποίοι για να θάψουν ευπρεπώς τους νεκρούς τους πρέπει να τους μεταφέρουν στη …Θράκη!