Οι συγγραφείς των κειμένων της Καινής Διαθήκης (Παύλος, Ιωάννης, Πέτρος κλπ) ανήκουν όλοι στην εβραϊκή παράδοση, είναι πιστοί του Γιαχβέ, του μοναδικού Θεού – άρα είναι εξαρχής αρνητικά τοποθετημένοι εναντίον της ειδωλολατρίας. Δεν πρόκειται για μια απλή αντιπάθεια, στην πραγματικότητα είναι ένα βαθύ μίσος, που έχει τις ρίζες του στην απόλυτη απέχθεια του Γιαχβέ προς οτιδήποτε αμφισβητεί την μοναδικότητά του – αποτέλεσμα και αυτό της πολιτικής βούλησης (και ανάγκης) του σκληροτράχηλου Εβραϊκού έθνους για επιβίωση και επιβολή.

Σημειώνει ο Η. Πετρόπουλος (1): Η Αποκάλυψη (οι Αποκαλύψεις), τα πρωταρχικά Ευαγγέλια (αργότερα τα χώρισαν σε νόμιμα και σε απόκρυφα), οι επιστολές των αποστόλων (ιδίως του Παύλου) απευθυνόντουσαν στους εβραίους της Διασποράς, μόνον στους εβραίους. Βέβαια, μες στις επιστολές του Παύλου αναφέρονται, πεντέξι φορές, οι Έλληνες (δηλαδή οι ειδωλολάτρες), αλλά αυτό δεν αλλάζει τις διαπιστώσεις. Οι απόστολοι δεν μπορούσαν να φανταστούν το διεθνές σουξέ της νέας εβραϊκής σέκτας. Μετά τις κατακτήσεις του Αλέξανδρου, και της Ρώμης, άρχισαν να ξαναγίνονται του συρμού πολλές θρησκείες της Ανατολής. Οι γραικύλοι και οι ρωμαίοι αυτής της αναστατωμένης εποχής ενδιαφερόντουσαν, ιδιαιτέρως, για κάποιες ερωτικές και χθόνιες θεότητες (…) Μέσα σ’ αυτό το κλίμα η νέα θρησκεία, ο χριστιανισμός, άρχισε να ριζώνει και να απλώνεται και στα μη -ιουδαϊκά στρώματα των μεγάλων πόλεων της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Βαθμιαίως, ο συσχετισμός μεταξύ ιουδαίων -χριστιανών και ξένων -χριστιανών ανετράπη. Και σε λίγο η χριστιανική αγάπη (…) έδοσε τον τόπο της σ’ έναν αβυσαλέο ρατσισμό. Εφεξής, ο βρομο- εβραίος είναι αυτός ο άτιμος και άνομος που σταύρωσε τον Ιησού .

Στις επιστολές του Παύλου φαίνεται χαρακτηριατικά ο τρόπος με τον οποίο μεταφέρεται από τη βιβλική παράδοση στο χριστιανισμό αυτούσιο το δηλητήριο του φανατισμού και της μισαλλοδοξίας. Κατ’ αρχήν οι ειδωλολάτρες είναι ελεεινοί και τρισάθλιοι αμαρτωλοί (2): Διότι γνόντες τον Θεόν ουχ ως Θεόν εδόξασαν ή ευχαρίστησαν, αλλ’ εματαιώθησαν εν τοις λογισμοίς αυτών, και εσκοτίσθη η ασύνετος αυτών καρδία’ φάσκοντες είναι σοφοί εμωράνθησαν και ήλλαξεν την δόξαν του αφθάρτου Θεού εν ομοιώματι εικόνος ανθρώπου και πετεινών και τετραπόδων και ερπετών. Διό και παρέδωκεν αυτούς ο Θεός εν ταις επιθυμίαις των καρδιών αυτών εις ακαθαρσίαν του ατιμάζεσθαι τα σώματα αυτών εν αυτοίς, οίτινες μετήλλαξαν την αλήθειαν του Θεού εν τω ψεύδει, και εσεβάσθησαν και ελάτρευσαν τη κτίσει παρά τον κτίσαντα (…) Δια τούτο παρέδωκεν αυτούς ο Θεός εις πάθη ατιμίας, αι τε γαρ θήλειαι αυτών μετήλλαξαν την φυσικήν χρήσιν εις την παρά φύσιν (3), ομοίως δε και οι άρσενες αφέντες την φυσικήν χρήσιν της θηλείας εξεκαύθησαν εν τη ορέξει αυτών εις αλλήλους, άρσενες εν άρσεσι την ασχημοσύνην κατεργαζόμενοι και την αντιμισθίαν ήν έδει της πλάνης αυτών απολαμβάνοντες (4) . Και καθώς ουκ εδοκίμασαν τον Θεόν έχειν εν επιγνώσει, παρέδωκεν αυτούς ο Θεός εις αδόκιμον νουν, ποιείν τα μη καθήκοντα, πεπληρωμένους πάση αδικία πορνεία πλεονεξία κακία μεστούς φθόνου έριδος δόλου κακοηθείας, ψιθυριστάς, καταλάλους, θεοστυγείς, υβριστάς, υπερηφάνους, αλαζόνας, εφευρετάς κακών, γονεύσι απειθείς, ασυνέτους, ασυνθέτους, αστόργους, ασπόνδους, ανελεήμονας’ οίτινες το δικαίωμα του Θεού επιγνόντες, ότι οι τα τοιαύτα πράσσοντες άξιοι θανάτου εισίν, ου μόνον αυτά ποιούσιν, αλλά και συνευδοκούσι τοις πράσσουσι (5) (Προς Ρωμαίους Α’ 21 -32.) Η ρίζα της αμαρτίας τους, σύμφωνα με τον Παύλο, βρίσκεται στο ότι δεν λατρεύουν τον αληθινό Θεό (τον Γιαχβέ) με αποτέλεσμα να τους αφήσει κι αυτός να κατρακυλήσουν στο βούρκο.

Επακόλουθο είναι να θεωρούνται καταδικασμένοι (6): Ουκ οίδατε ότι άδικοι βασιλείαν Θεού ου κληρονομήσουσι; Μη πλανάσθαι’ ούτε πόρνοι, ούτε ειδωλολάτραι ούτε μοιχοί ούτε μαλακοί ούτε αρσενοκοίται ούτε πλεονέκται ούτε κλέπται ούτε μέθυσοι, ου λοίδωροι, ουχ άρπαγες βασιλείαν Θεού ου κληρονομήσουσι. Συμβουλεύει, λοιπόν, ο Παύλος, για να μην πάθουν και οι δικοί του πιστοί τα ίδια (7): Νεκρώσατε ουν τα μέλη υμών τα επί της γης, πορνείαν, ακαθαρσίαν, πάθος, επιθυμίαν κακήν ,και την πλεονεξίαν, ήτις εστίν ειδωλολατρία. Και ακόμα (8): Τούτο λέγω ημίν και μαρτύρομαι εν Κυρίω, μηκέτι ημάς περιπατείν καθώς και τα λοιπά έθνη περιπατείν εν ματαιότητι του νοός αυτών, εσκορπισμένοι τη διανοία, όντες απηλλοτριωμένοι της ζωής του Θεού δια την άγνοιαν την ούσαν εν αυτοίς δια την πώρωσιν της καρδίας αυτών, οίτινες, απηλγηκότες παρέδωκαν τη ασελγεία εις έκαστον ακαθαρσίας πάσης εν πλεονεξία.

Επιμένει ιδιαίτερα στην αποφυγή κάθε επαφής με τους ειδωλολάτρες, μη τυχόν και μολυνθούν οι πιστοί (9):Έγραψα υμίν εν τη επιστολή μη συναναμίγνυσθαι πόρνοις, /και ου πάντως τοις πόρνοις του κόσμου τούτου ή τοις πλεονέκταις ή άρπαξιν ή ειδωλολάτραις’ επεί οφείλεται άρα εκ του κόσμου εξελθείν’ νυν δε έγραψα υμίν μη συναναμίγνυσθαι εάν τις αδελφός ονομαζόμενος ή πόρνος ή πλεονέκτης ή ειδωλολάτρης ή λοίδορος ή μέθυσος ή άρπαξ, τω τοιούτω μηδέ συνεσθίειν. Και αλλού (10) Διόπερ, αγαπητοί μου, φεύγετε από της ειδωλολατρίας. Αλλ’ ότι ά θύει τα έθνη, δαιμονίοις θύει και ου Θεώ’ ου θέλω υμάς δε κοινωνούς των δαιμονίων γίγνεσθαι. Ου δύνασθε ποτήριον Κηρίου πίνειν και ποτήριον δαιμονίων’ ου δύνασθαι τραπέζης Κυρίου μετέχειν και τραπέζης δαιμονίων. Και σε άλλο σημείο (11): Μη γίνεσθαι ετεροζυγούντες απίστοις’ τις γαρ μετοχή δικαιοσύνη και ανομία; τις δε κοινωνία φωτός προς σκότος; Τις δε συμφώνησις Χριστώ προς Βελίαλ; Ή τις μερίς πιστώ μετά απίστου; Τις δε συγκατάθεσις ναώ Θεού μετά ειδώλων; Υμείς γαρ ναός Θεού εστε ζώντος, καθώς είπεν ο Θεός ότι ενοικήσω εν αυτοίς και εμπεριπατήσω, και έσομαι αυτών Θεός, και αυτοί έσονταί μοι λαός.

Αλλά και ο Απόστολος Πέτρος δεν υστερούσε, ως προς τους εθνικούς, σε …ποιότητα θεολογικής ανάλυσης: Η πρώτη Επιστολή του Πέτρου εξισώνει χωρίς κανένα δισταγμό τον τρόπο ζωής των εθνικών με την οινοποσία, τη γαστριμαργία, τα μεθύσια και τη λατρεία των ειδώλων (12): Αρκετός γαρ υμίν ο παρεληλυθώς χρόνος του βίου το θέλημα των εθνών κατεργάσασθαι, πεπορευμένους εν ασελγίαις, επιθυμίες, οινοφλυγίαις, κώμοις, πότοις και αθεμίτοις ειδωλολατρίαις.

Αλλά το σαφές πολιτικό πρόγραμμα της μελλοντικής χριστιανικής θεοκρατίας σκιαγραφείται με εκπληκτική ενάργεια, με ελάχιστες λέξεις, από τον Ιωάννη, στην Αποκάλυψη (13): Και ο νικών και ο τηρών μέχρι τέλους τα έργα μου, δώσω αυτώ εξουσίαν επί των εθνών και ποιμανεί αυτούς εν ράβδω σιδηρά, ως τα σκεύη τα κεραμικά συντριβήσεται. Είναι πολύ εύκολο και φυσικό για τον Ιωάννη, γιατί δεν κάνει τίποτε περισσότερο από το να μεταφέρει στις νέες συνθήκες αυτούσιο το απόσταγμα του εβραϊκού βιβλικού πνεύματος, για την θεόθεν παραχωρηθείσα κυριαρχία του περιούσιου λαού επί των υπολοίπων.

Στο κεφάλαιο ΙΗ’, ο Ιωάννης γίνεται πιο περιγραφικός (14): Μετά ταύτα είδον άλλον άγγελον καταβαίνοντα εκ του ουρανού, έχοντα εξουσίαν μεγάλην, και η γη εφωτίσθη εκ της δόξης αυτού και έκραξεν εν ισχυρά φωνή λέγων’ έπεσεν, έπεσε Βαβυλών η μεγάλη (15), και εγένετο κατοικητήριον δαιμονίων και φυλακή παντός πνεύματος ακαθάρτου και φυλακή παντός ορνέου ακαθάρτου και μεμισημένου, ότι εκ του οίνου του θυμού της πορνείας αυτής πέπωκαν πάντα τα έθνη, και οι βασιλείς της γης μετ’ αυτής επόρνευσαν (…) Απόδοτε αυτή ως και αυτή απέδωκε και διπλώσατε αυτή διπλά κατά τα έργα αυτής’ εν τω ποτηρίω ώ εκέρασε, κεράσατε αυτή διπλούν. Όσα εδόξασε εαυτήν και εστρηνίασε, τοσούτον δότε αυτή βασανισμόν και πένθος (16) (…) Δια τούτο εν μια ημέρα ήξουσιν αι πληγαί αυτής, θάνατος και πένθος και λιμός, και εν πυρί κατακαυθήσεται’ (…) Και κλαύσουσιν αυτήν και κόψονται επ’ αυτή οι βασιλείς της γης οι μετ’ αυτής πορνεύσαντες και στρηνιάσαντες, όταν βλέπωσι τον καπνόν της πωρώσεως αυτής (…)

Στα πλαίσια της αντιπαράθεσης των Εβραίων και των χριστιανών με την ειδωλολατρία, ο Παύλος δεν παραλείπει να επιτεθεί με σφοδρότητα (και την αμετροέπεια που χαρίζει ο φανατισμός) στην σοφία του κόσμου, δηλαδή στη γνώση, την επιστήμη και τη φιλοσοφία που είχαν κατακτήσει οι ειδωλολάτρες (17): Που σοφός; που γραμματεύς; που συζητητής του αιώνος τούτου; ουχί εμώρανε ο Θεός την σοφίαν του κόσμου τούτου; Επειδή γαρ εν τη σοφία του Θεού ουκ έγνω ο κόσμος δια της σοφίας τον Θεόν, ευδόκησεν ο Θεός δια της μωρίας του κηρύγματος σώσαι τους πιστεύοντας, επειδή και Ιουδαίοι σημείον αιτούσι και Έλληνες σοφίαν ζητούσιν, ημείς δε κηρύσσομεν Χριστόν εσταυρωμένον, Ιουδαίοις μεν σκάνδαλον, Έλλησι δε μωρίαν, αυτοίς δε τοις κλητοίς, Ιουδαίοις τε και Έλλησι, Χριστόν Θεού δύναμιν και Θεού σοφίαν’ ότι το μωρόν του Θεού σοφώτερον των ανθρώπων εστί.

Βλέπουμε ξεκάθαρα πως το ρατσιστικό και μισαλλόδοξο ιδεολογικό πλαίσιο για την ανηλεή επίθεση κατά της ειδωλολατρίας, με στόχο την απόλυτη συντριβή της, ήταν ήδη έτοιμο από τον Παύλο, τον Πέτρο και τον Ιωάννη – έκτοτε δεν άλλαξε ούτε στο ελάχιστο. Οι πρώτοι διδάξαντες το παρέλαβαν από την εβραϊκή παράδοση και το μετέδωσαν στη χριστιανική, ώστε ευκαιρίας δοθείσης να υλοποιηθεί πολιτικά – όπως και έγινε, λίγους αιώνες αργότερα. Ωστόσο, οι ημέτεροι ορθόδοξοι πρεσβεύουν ότι από αυτήν τη θολή και μολυσμένη πηγή ξεπήδησε γάργαρο νερό, που ξεδίψασε τον ελληνισμό – και τον δροσίζει ακόμα… Και κάποιοι αριστεροί διανοητές, ευρισκόμενοι σε νοητική παράκρουση, ανακαλύπτουν την αναντικατάστατη σημασία της ορθόδοξης παράδοσης για τη διαμόρφωση της …σύγχρονης Ελληνικής Πρότασης!


(1) Ηλίας Πετρόπουλος Ιωάννου Αποκάλυψις. 3η εκδ, ΝΕΦΕΛΗ, Αθήνα 1991, σελ. 217-8(2) Ρωμ. Α’ 21-32(3) Που τα ήξερε αυτά ο Παύλος;

(4) Όπου η θεολογία ταυτίζεται με τη σεξουαλική ορθοδοξία …με αποτέλεσμα τον παραληρηματικό λόγο.

(5) Κυριολεκτικά παραληρηματικός λόγος ο οποίος, ωστόσο, δεν θα αργήσει πολύ να γίνει πραγματικά επικίνδυνος για τους ανθρώπους

(6) Α’ Κορ. ΣΤ’ 9-10

(7) Κολας. Γ’ 5

(8) Εφες Δ’ 17-19

(9) Α’ Κορ. Ε’ 9-11

(10) Α’ Κορ. Ι’ 14 & 20-21

(11) Β’ Κορ. ΣΤ’ 14-16

(12) Α’ Πετρ. Δ’ 3

(13) Αποκ. Β’ 26-7

(14) Αποκ. ΙΗ’ 1-11

(15) Εννοεί τη Ρώμη και τη Ρωμαϊκή κυριαρχία

(16) Δεν πάει να λέει ο Ιησούς αγαπάτε τους μισούντας υμάς, οι Εβραίοι φανατικοί, ποτισμένοι μέχρι το μεδούλι με το μισαλλόδοξο πνεύμα της Παλαιάς Διαθήκης, έχουν το δικό τους χαβά – και τον μεταφέρουν ως επικίνδυνη μόλυνση στους νεοφώτιστους εξ εθνών.

(17) Α’ Κορ. Α’ 20-25