copenhagensculpture-0225

Το αποτέλεσμα της συνάντησης του ανορθολογισμού της λατρείας των θεών με τον τετράγωνο ορθολογισμό της πολιτικής σκέψης στον Πλάτωνα, είναι πραγματικά ανατριχιαστικό. Ουσιαστικά είναι η θεωρητική τεκμηρίωση της Ιεράς Εξέτασης. Μας δείχνει με τον πιο παραστατικό τρόπο ποια είναι τα όρια του αρχαίου ελληνικού κόσμου -τα οποία δεν μπόρεσε να υπερβεί, γιατί έμεινε προσηλωμένος στην πολιτική επιλογή του άστεως. Και η παράδοση του άστεως ταυτιζόταν με τον ανορθολογισμό της λατρείας και οι πολιτικές επιλογές έφταναν στα άκρα (εξορία, θάνατος, κάψιμο βιβλίων) όταν ο δήμος είχε να αντιμετωπίσει την όποια αμφισβήτηση. Ο δήμος φοβόταν την καταστροφή, συνεπώς έτρεμε οποιαδήποτε αλλαγή του status quo στο οποίο ισορροπούσε -ιδιαίτερα ο δήμος που αισθανόταν ανασφάλεια ως προς τη διατήρηση των κεκτημένων της ιμπεριαλιστικής του πολιτικής και του εμφυλίου πολέμου, όπως ο δήμος των Αθηναίων. Γι’ αυτό και η ελεύθερη σκέψη -κατεξοχήν ανατρεπτικό εργαλείο!– ήταν καταδικασμένη να κινείται, πολλές φορές, στα όρια της νομιμότητας ή της ανοχής του δήμου.

Ο παραδοσιακός θρησκευτικός ανορθολογισμός στα πλαίσια της πόλης -κράτους άφηνε ελάχιστα περιθώρια στην ανοχή μιας άλλης θρησκευτικής άποψης ή μιας αγνωστικιστικής αντίληψης. Οι θεοί που λατρεύονταν σε μια πόλη ήταν α) υποχρεωτικοί για όλους τους πολίτες -και υποχρεωτική η συμμετοχή των πολιτών στη λατρεία τους, και β) μοναδικοί, με την έννοια ότι δεν μπορούσε ένας πολίτης ή μια σέχτα να αντικαταστήσει τον θεό Χ με τον Ψ. Υπήρχε βέβαια η δυνατότητα η πόλη να προσθέσει έναν ακόμα θεό, συμπληρωματικά στους ήδη υπάρχοντες.

Όλα αυτά τα συναντάμε ξανά σε πλευρές της χριστιανικής παράδοσης. Και την (έμμεση, συνήθως) υποχρεωτικότητα της λατρείας για τους κατοίκους -και την αποκλειστικότητα (και μονιμότητα) του πολιούχου αγίου.

*

H ανεκτικότητα προς τον Άλλον ίσχυε ουσιαστικά μονάχα στην περίπτωση που αυτός παρέμενε στην πόλη του, τηρώντας τις παραδόσεις της. Φυσικά, οι κοινές λατρευτικές συναθροίσεις (Δήλος, Σαμοθράκη, Δωδώνη, Δελφοί, Ολυμπία) και η κοινή λατρεία κάποιων θεών (Ζεύς, Απόλλων, Διόνυσος) μετρίαζαν κάπως τον παγανιστικό τοπικισμό, αλλά δεν μπορούσαν να τον αναιρέσουν γιατί αυτός ήταν σύμφυτος με την πολιτική οργάνωση (το πολίτευμα) της πόλεως. Όταν οι πόλεις υπήχθησαν στη ρωμαϊκή αυτοκρατορία, απώλεσαν δηλαδή την πολιτική τους αυτονομία, ήταν πια δυνατόν να διαδοθούν πλατιά θρησκευτικές δοξασίες, όπως ο νεοπλατωνισμός και ο χριστιανισμός, που ξεπερνούσαν τα όρια των πόλεων και απαντούσαν στα ερωτήματα μεμονωμένων ανθρώπων.

Παρεμπιπτόντως, στον αρχαίο ελληνικό κόσμο, η αξία της ζωής (δηλαδή της ζωής του Άλλου) ήταν σχετική, και αυτό ήταν αποτέλεσμα του συνδυασμού της κοσμοθέασης και του πολιτικού συστήματος που επικρατούσαν. Το ότι ο αρχαίος ελληνικός και ελληνιστικός κόσμος είχε τα μελανά του σημεία, ως προς τη σχέση με τον Άλλον, δε σημαίνει καθόλου πως οι πολιτισμοί που τον διαδέχτηκαν ήταν καλύτεροι, ως προς αυτό το σημείο. Γράφει ο Γ. Γεράσης (Η άρθρωση της εποχής. ΡΟΕΣ, 1991, σελ. 18):

Παρά τα όσα καταμαρτυρούν οι απολογητές του χριστιανισμού στον προχριστιανικό και ιδιαίτερα στον ελληνικό κόσμο, αποκαλώντας τον υποτιμητικά «παγανιστικό», «ειδωλολατρικό», «εθνικό» κλπ, η αλήθεια είναι ότι ο κόσμος αυτός υπήρξε αυθεντικότερος του χριστιανικού και δυτικού κόσμου, ως προς αυτό το σημείο: υπήρξε ένας πολιτισμός που σεβότανε ρητά την ετερότητα και την διαφορά. Η μέχρι ψυχώσεως εμμονή του χριστιανικού και του δυτικού κόσμου στην μια και μοναδική αλήθεια, προπαντός στη θρησκευτική και πνευματική σφαίρα του πολιτισμού, του ήταν άγνωστη αν όχι απεχθής και ακατανόητη. Τείνει να πιστέψει κανείς ότι η βαθύτερη εμπλοκή του δυτικού και χριστιανικού κόσμου δεν είναι άλλη από την αμετακίνητη πίστη του στη μία και μοναδική αλήθεια του κόσμου (και της ύπαρξης). Είναι η αδυναμία του να κατανοήσει ή να αποδεχθεί την ετερότητα ως αυθεντική εκδήλωση του ελευθέρως πράττειν ή δημιουργείν, δηλ. του ποιητικώς υπάρχειν.

Η περιγραφή του αρχαίου κόσμου που κάνει ο Γ. Γεράσης είναι (όπως το συνηθίζει) υπερβολικά εξιδανικευμένη, όχι με την έννοια ότι δεν υπήρχαν τέτοιοι χαρακτήρες, αλλά ότι αυτοί δεν ήταν κυρίαρχοι στην «καθημερινή» πολιτική και κοινωνική ζωή.

Στην πραγματικότητα, οι πολιτισμοί έχουν λιγότερες διαφορές από όσες νομίζουμε – και περισσότερες ομοιότητες μεταξύ τους, ως αποτέλεσμα της παρουσίας του ίδιου παρονομαστή: της κυριαρχίας και του εξουσιασμού. Αλλά για να μπορέσουμε να τις δούμε, απαιτείται νήψις (με την καλή έννοια…)

Advertisement