eve-charcoal

Ιδέα: Θανάσημος

Υλοποίηση: Όποιος γουστάρει!

Concept: Γράφουμε (σε πεζό) συνεχίζοντας αποκεί που το άφησε ο προηγούμενος.

Αμολάω καλούμπα: Η νύχτα ήταν σκοτεινή και ερεβώδης. Μα την αλήθεια, δε βλέπω τη μύτη μου, σκέφτηκε η χελιδόνα, αλλά ήταν σε τραγικό hangover και επιπλέον δε μπορούσε να θυμηθεί που στο διάβολο βρισκόταν. Άπλωσε το δεξί της χέρι και έπιασε κάτι μαλλιαρό. Αυτό ροχάλισε ελαφρά και άλλαξε θέση. Αμάν, ποιος είν’ ετούτος; αναρωτήθηκε η χελιδόνα και στράφηκε προς την άλλη μεριά. Το χέρι της περιπλανήθηκε σε κάτι λείο και μαλακό, το οποίο μετέπεσε σε δυο επίσης μαλακούς λοφίσκους. Βυζιά είναι, συλλογίστηκε η χελιδόνα, αλλά ποιανής; Δε μπορούσε να θυμηθεί. Προσπάθησε να επιστρέψει στην πραγματικότητα – και να βρει επειγόντως καμιά κουβέρτα, από τη στιγμή που διαπίστωσε ότι κι αυτή ήταν ολόγυμνη, εκτός από τις κάλτσες της. Τότε ήρθε το πρώτο φλάς: είχαν σύσκεψη στο ΥΠΕΠΘ, οι σχολικοί σύμβουλοι. Από τη στιγμή που έπιασε το μίτο, θυμήθηκε κατά σειράν το όνομά της (Σούζη Κιού – από το Σουζάνα Κιουρτσόγλου) και ότι μετά έφυγαν όλοι για μπαρότσαρκα, πριν σκοτεινιάσει καλά καλά. Εντάξει, αλλά ποιος είναι ετούτος ο μαλλιαρός και ποια η κυρία αριστερά και τι συνέβη μεταξύ μας και -κυρίως – που βρίσκομαι και που είναι ο διακόπτης; Τον είδε, καθώς η όρασή της είχε πια προσαρμοστεί στο σκοτάδι, άπλωσε το χέρι πάνω από την πλάτη του τύπου που ροχάλιζε κανονικά πλέον και τον πάτησε. Τότε…

(ποιος ή ποια θα συνεχίσει;)