Το κείμενο που ακολουθεί είναι οι σημειώσεις που κράτησα, όταν διάβαζα το βιβλίο του Παναγιώτη Κονδύλη Η παρακμή του αστικού πολιτισμού, εκδόσεις ΘΕΜΕΛΙΟ, τόμοι Α & Β. Αναφέρομαι στην Εισαγωγή στην ελληνική έκδοση, που έχει τίτλο η καχεξία του ελληνικού στοιχείου στη νεοεεληνική κοινωνία και ιδεολογία. Αφαιρώ από τις σημειώσεις αυτές τα δικά μου σχόλια – ίσως ανεβάσω κάποια από αυτά στα σχόλια του ποστ, αν γίνει συζήτηση.
Όσοι είχαν την υπομονή να διαβάζουν τα μακροσκελή κείμενα των «μτΚ» γνωρίζουν ήδη πως σε πολλά από τα θέματα που θίγονται έχω διαφορετική οπτική. Θεωρώ ωστόσο πως δε μπορεί να γίνει σοβαρή συζήτηση για την ελληνικότητα αν δεν μελετούνται σοβαρά όσα έγραψε ο Κονδύλης. Οι τίτλοι στις ενότητες είναι δικοί μου – προς διευκόλυνση του μερακλή αναγνώστη.
Ελληνική αστική τάξη
Σε καμιά στιγμή της η νεοελληνική πραγματικότητα δεν διαμορφώθηκε αποκλειστικά, καθοριστικά και τελεσίδικα από μια κοινωνική τάξη. H «αστική τάξη» δεν συγκέντρωνε ποτέ τα ειδοποιά γνωρίσματα της αστικής τάξης με τη δυτική έννοια / ενσάρκωνε με διαφορετικά τμήματά της άλλοτε άλλα γνωρίσματα του αστικού ήθους και έθους, ποτέ ταυτόχρονα και όλα / ποτέ δεν κατάφερε να δημιουργήσει γηγενή και αυτοτελή αστικό πολιτισμό.
Ο όρος διαδόθηκε στα πλαίσια των αναλύσεων της τοτινής ελληνικής κοινωνίας από μετριοπαθείς ή ακραίους αριστερούς κοινωνιολόγους και δημοσιολόγους. Υποδήλωνε μια άμεση ή έμμεση πολεμική / εισάγεται ως ο μεγάλος αντίμαχος της ανερχόμενης εργατικής τάξης. Επιπλέον, ο όρος χρησιμοποιήθηκε από τους δυτικούς κοινωνιολόγους στις αναλύσεις τους για τις μη αναπτυγμένες χώρες, της Ελλάδας συμπεριλαμβανομένης, με ένα ιδιαίτερο σκεπτικό.
Στην Ευρώπη υπήρξε ο αντίπαλος της αριστοκρατίας και της κληρικοκρατίας, ο φορέας μιας νέας θετικής αντίληψης για την οργάνωση της ζωής και μιας ρωμαλέας νέας κοσμοθεωρίας. Επειδή στην Ελλάδα δεν βρέθηκε αστική τάξη να παίξει τέτοιο ρόλο, δεν βρέθηκαν ούτε και λογοτέχνες ή ιστορικοί για να την υμνήσουν.
Το νέο- ελληνικό κράτος και τα κόμματα
Ο μηχανισμός της λειτουργίας του κράτους διαμορφώθηκε ως εν μέρει τερατογεννετικό και εν μέρει ιλαροτραγικό αποτέλεσμα της διασταύρωσης των πιο προηγμένων τοτινών πολιτικών θεσμών, όπως ο κοινοβουλευτισμός και η καθολική ψηφοφορία, με μια κοινωνία διεπόμενη από πατριαρχικές σχέσεις, στάσεις, νοοτροπίες και αξίες (Όλα αυτά) συνεπέφεραν μια κοινωνική κινητικότητα: δημιούργησαν καινούριες ευκαιρίες πολιτικής και κοινωνικής σταδιοδρομίας και άνοιξαν σε ευρύτερες μάζες τον δρόμο από την ύπαιθρο προς τις πόλεις. — διόγκωση του κρατικού μηχανισμού (βλ. πελατειακές σχέσεις με τα κόμματα) και ενίσχυση του καθοδηγητικού ρόλου του κράτους.
Η τέτοια διόγκωση και διαμόρφωση του ελληνικού κράτους ούτε από κάποια εντόπια αστική τάξη υποκινήθηκε, ούτε την ωφέλησε. Απεναντίας, ο όγκος, η δυσκαμψία και η δαπανηρότητα του κράτους αποτέλεσε τροχοπέδη (…)
Σφάλμα να αποκαθίσταται ευθύγραμμες γραμμές ανάμεσα σε «τάξεις» και «κόμματα», ιδιαίτερα στην Ελλάδα / δεν πρέπει να παραβλέπεται η εκτεταμένη αυτονομία του πολιτικού – κομματικού παιγνιδιού ως πελατειακής σχέσης πολιτικού – ψηφοφόρου. Ο ψηφοφόρος παρέχει υποστήριξη προσδοκώντας προστασία. Ο πολιτικός εκποιεί το κράτος στους ψηφοφόρους, με αντάλλαγμα να το κατέχει ο ίδιος. / είναι κατά κανόνα δευτερεύουσες ή και απλώς προσχηματικές οι «ιδεολογικές» αντιθέσεις ή αντιθέσεις «αρχών». Στο πολιτικό φάσμα ένας πολιτικός καταλαμβάνει μια θέση γιατί όλες οι υπόλοιπες είναι κατειλημμένες / Η διόγκωση του κρατικού μηχανισμού για σκοπούς κομματικού οφέλους υπήρξε έργο εξίσου όλων των κομμάτων / όλα τα ελληνικά κόμματα υπήρξαν κρατικιστικά.
Ο πελατειακός χαρακτήρας των κομμάτων τα έκανε και «λαϊκά», εφ όσον η ανάγκη ταυτόχρονης εξυπηρέτησης ατόμων και ομάδων ή «κλάδων» μέσω του κράτους καθιστούσε ουσιαστικά αδύνατη την άσκηση μονοσήμαντης και συνεπούς ταξικής πολιτικής (τέτοιο θέμα δεν έμπαινε ποτέ πιεστικά. Η βαθμιαία αποσύνθεση των πατριαρχικών δομών δημιούργησε ως κύριο τμήμα του κοινωνικού κορμού μια ευρύτατη μάζα μικροαστών και μικροϊδιοκτητών, οι οποίοι μπορούσαν εξίσου καλά σε ένα «δεξιό» / «φιλελεύθερο» / «αριστερό» κόμμα. Η λεγόμενη αστική τάξη (βρέθηκε) συνήθως στα δύο μεγάλα κόμματα εξουσίας. Χρησιμοποιούσε τις ίδιες πελατειακές σχέσεις (…) στον τύπο της συνήθους κρατικιστικής λογικής (περισσότερη κρατική παρέμβαση).
Η «αστική τάξη» δε στάθηκε ποτέ αρκετά συγκροτημένη, ομοιογενής και ισχυρή ώστε να ταυτιστεί με την πολιτική διακυβέρνηση της χώρας. Στον 20ο αιώνα, η υποχώρηση των πατριαρχικών δομών ακολουθήθηκε από σταδιοδρόμηση στοιχείων με μικροαστική ή αγροτική προέλευση με μικροαστική καταγωγή, άρα με όχι δεδομένη ταύτιση με τα συμφέροντα της αστικής τάξης.
Ακόμα περισσότερο ο κρατικός μηχανισμός, ο οποίος προερχόταν κυρίως από καθυστερημένα στρώματα (χαρακτηριζόταν από) αγραμματοσύνη, στενοκεφαλιά, κουτοπονηριά ή συμπλεγματικότητα + η ανυπέρβλητη ικανότητα του δημοσίου υπαλλήλου να προσανατολίσει τη δραστηριότητά του σε απρόσωπες, γενικές και αφηρημένες αρχές. Αντ΄ αυτού, αξίες πατριαρχικής κοινωνίας: ιδιαίτερη πατρίδα, συγγενείς, φίλοι, φίλοι των φίλων, προστάτες και προστατευόμενοι. –> συνδυασμοί άλλοτε σπαρταριστοί και άλλοτε αξιοδάκρυτοι.
Κράτος. Η διανομή των θέσεων μέσω πατριαρχικών – πελατειακών διαδικασιών –> υπερβολική αύξηση των θέσεων –> χαμηλές αμοιβές. Η μιζέρια επακόλουθο της μεγαλοθυμίας. Πολίτες για το κράτος: Πάμπλουτος και παντοδύναμος δότης. Ταυτόχρονα, απατεώνας και τύραννος, άρα κάθε πλάγια οδός, κατανοητό και συγγνωστό μικροπαράπτωμα. (…) Τα πλάγια μέσα δεν αποτελούσαν πια την παράβαση των κανόνων, αλλά τον μόνο δυνατό τρόπο λειτουργίας τους.
Τα «τζάκια» συμφιλιώθηκαν με το κράτος μόνον από τη στιγμή που μπόρεσαν να το ελέγξουν (επιρροή στη μοναρχία – πελατειακός κοινοβουλευτισμός). Όμως το έλεγξαν για να το αδρανοποιήσουν, όπως τους υπαγόρευε ο κοινωνικός τους χαρακτήρας που ρίζωνε σε προκρατικές συνθήκες και έξεις. Έτσι οι γραφειοκρατικοί μηχανισμοί καταδικάστηκαν σε υποπλασία (εκσυγχρονιστική λειτουργικότητα) και υπερτροφία (ειδικό βάρος στην νεοελληνική πραγματικότητα). (…) Η ταξική σύγκρουση αμβλυνόταν γιατί όλοι οι «κλάδοι» στρέφονταν ταυτόχρονα προς τη μεριά του κράτους, ικετεύοντας ή απειλώντας το, και όχι σε πρώτη γραμμή ο ένας εναντίον του άλλου.
Έθνος, κράτος, Εκκλησία
Χαρακτηριστική η ασάφεια ανάμεσα σε έθνος και κράτος. Η διηνεκής διάσταση έθνους και κράτους μέσα στη νεοελληνική ιστορία, ήτοι η αδυνατότητα σύμπτωσής τους με τη μορφή του εθνικού κράτους αποτελεί αυτή καθ΄ αυτή σημείο της ελλιπούς ανάπτυξης του αστικού στοιχείου. / το κράτος συγκροτήθηκε σε προαστική, ήτοι πατριαρχική κοινωνική βάση / το άλυτο εθνικό πρόβλημα επέδρασε ανασχετικά τόσο στην κοινωνική όσο και στην ιδεολογική εκδίπλωση του αστικού στοιχείου / (τότε) το έθνος είναι πρωτίστως έννοια πατριαρχική, στηρίζεται δηλαδή σε πραγματικούς ή φανταστικούς φυλετικούς και πολιτισμικούς παράγοντες (γλώσσα, θρησκεία), ενώ η έποψη της οικονομικής του βάσης, της κοινωνικής του υφής και της θεσμικής του οργάνωσης περνά στο περιθώριο.
Οι προαστικές – πατριαρχικές δυνάμεις (…) ούτε υπήρξαν οι αρχικοί ιδεολογικοί δημιουργοί της έννοιας του έθνους στην α ή τη β εκδοχή της ούτε και ταυτίστηκαν εξαρχής μαζί της. (…) Την προσεταιρίστηκαν (και την τροποποίησαν) για να την παρουσιάσουν ως έρεισμα και επίρρωση του ηγετικού τους ρόλου. Περίπτωση πλείστων προυχόντων και οπλαρχηγών & περίπτωση της Εκκλησίας.
(Αυτή) σε όλη τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας ποτέ δεν κατανόησε τον εαυτό της ως κεφαλή και πρόμαχο ενός υπόδουλου έθνους, παρά ως ποιμένα και ταγό χριστιανικών πληθυσμών αναγκασμένων να ζουν κάτω από αλλόθρησκο ηγεμόνα. (Ήταν) θεσμός ξένος προς το έθνος, θεσμός πολυεθνικός και επομένως μη εθνικός, στα μάτια του οποίου η ομολογία πίστεως μετρούσε περισσότερο από τη φυλή ή ακόμα και τη γλώσσα: ο ορθόδοξος Ρώσος ήταν αδελφός, ο Έλληνας που φράγκεψε όχι. Η δημιουργία ενός εθνικού κράτους θα διασπούσε το πλήρωμά της (…) και έτσι θα μείωνε την επιρροή της (…) αφού μόνη αυτή μπορούσε να απαιτεί από τους Χριστιανούς υποταγή, νομιμοφροσύνη και φόρους.
Η Εκκλησία οικειώνεται το έθνος, όταν πια η δυναμική των γεγονότων το είχε θέσει σε ημερήσια διάταξη (…) τότε θυμάται ότι η θρησκεία επιτελούσε εξ αντικειμένου λειτουργία εθνικής συσπείρωσης, αποσιωπά όμως ότι αυτή η λειτουργία μπορούσε αν θεωρηθεί ως εθνική συσπείρωση μόνο και μόνο επειδή κάποιοι άλλοι εκ των υστέρων ανακάλυψαν και πρόβαλαν το έθνος. (Τότε) σηκώνει συχνά το εθνικό λάβαρο και ζητά να ποδηγετήσει τόσο την εθνική ιδεολογία, όσο και τους αγώνες των αλύτρωτων, προκειμένου να μην αφήσει κενά για τις εκκοσμικευτικές ή και αντιθρησκευτικές δυνάμεις.
Αυτό το πέτυχε σε μεγάλο βαθμό, σε τόσο μεγάλο μάλιστα ώστε όχι μονάχα μπόρεσε να διατηρήσει ίσαμε σήμερα ζωντανή τη σύνδεση της έννοιας του έθνους με την προαστική μυθολογία και μεταφυσική, αλλά και (…) να αντιμετωπίζει ες αεί τον συνεπή χωρισμό κοινωνίας και κράτους.
Το έθνος και το κράτος έμειναν πάντοτε ασύμμετρα μεγέθη (…) το έθνος αποτέλεσε τον ίδιο τον μύθο που χρησίμευσε ως άξονας της νεοελληνικής ιδεολογίας. (Ο μύθος) είναι προϊόν της ιστορικής και ιδεολογικής κατίσχυσης ενός εννοιολογικά ασαφούς έθνους και ονομάζεται «ελληνοκεντρισμός».
Ο αστικός εθνικισμός απορροφήθηκε από τον ελληνοκεντρισμό και στο πλαίσιό του αναμίχθηκε και συμβιβάστηκε με προαστικές αντιλήψεις περί έθνους, φυλής κτλ, χωρίς να μπορέσει παράλληλα να επιβάλλει τα ειδοποιά του γνωρίσματα / διαμορφώθηκε η πολυσημία του ελληνοκεντρισμού, η οποία του επέτρεψε να εκπληρώσει τη λειτουργία της κατ΄ εξοχήν νεοελληνικής ιδεολογίας, εφ΄ όσον στην ασαφή και κυμαινόμενη γλώσσα του μπορούσαν να αρθρωθούν πολλές και ποικίλες τάσεις (…) αποτέλεσε ταυτόχρονα και πεδίο μάχης, στο οποίο έπρεπε να κυριαρχήσει όποιος ήθελε να εγείρει αξιώσεις πολιτικής ή ιδεολογικής κυριαρχίας στο ελληνικό περιβάλλον.
(Οι) αριστερές μειοψηφίες, στήριζαν τις δικές τους αξιώσεις κυριαρχίας σε διεθνιστικά ιδεολογήματα, ακριβώς γι’ αυτό το λόγο δεν μπόρεσαν να ασκήσουν ευρύτερη επιρροή – κι όποτε την άσκησαν αυτό έγινε επειδή υιοθέτησαν (και) πατριωτικά ή εθνικά συνθήματα.
Σήμερα πάντως η αριστερά, η οποία επί δεκαετίες είχε το σθένος να λέει ότι το ελληνικό έθνος είναι φυλετικό και πολιτισμικό προϊόν των τελευταίων αιώνων και ότι η ιστορία του δε νοείται έξω από τις συνυφάνσεις της με την ιστορία των υπόλοιπων βαλκανικών εθνοτήτων, έχει ενστερνιστεί στο σύνολό της, ρητά ή σιωπηρά, τις ελληνοκεντρικές θέσεις και σταμάτησε εντελώς κάθε ιδεολογική πολεμική στα θέματα του περιούσιου λαού και της τρισχιλιετούς ιστορίας, κάνοντας έτσι μια άμεση ή έμμεση αναδίπλωση σ’ ένα κρίσιμο σημείο.
Ποικιλίες ελληνοκεντρισμού
Η ιδεολογική επιβολή του ελληνοκεντρισμού ήταν αναπότρεπτη μέσα στις συγκεκριμένες νεοελληνικές συνθήκες (…) γιατί μπορούσε χάρις στην ασάφειά του να γεφυρώνει τις διαφορετικές αντιλήψεις για το έθνος, οι οποίες ήταν παράλληλα ενεργές, κι έτσι
• να συνενώνει προς τα έξω δυνάμεις ετερογενείς προς τα έσω
• να νομιμοποιεί και να κάνει ηθικά ενδιαφέρουσες για τη διεθνή κοινή γνώμη τις ελληνικές εθνικές διεκδικήσεις
να δώσει τα απαραίτητα ψυχολογικά και εκλογικευτικά αντισταθμίσματα σε ένα αδύναμο έθνος
(Το ελληνικό έθνος) δεν πρόσφερε τίποτε ούτε στη θεωρητική σκέψη ούτε στον τεχνικό πολιτισμό.
Πρώτη μορφή ελληνοκεντρισμού: κλασσικισμός (η στροφή προς την αρχαία Ελλάδα ως πηγή άντλησης ουσιωδών κοσμοθεωρητικών και βιοπρακτικών απόψεων – και ως πρότυπο, η δημιουργική μίμηση του οποίου φαινόταν ο καλύτερος δρόμος για την αναγέννηση του ελληνικού έθνους). Άμεση καταγωγή από τους φορείς του αρχαιοελληνικού πολιτισμού. Πρωτοεμφανίστηκε και γνώρισε την πρώτη θεωρητική του επεξεργασία στα προεπαναστατικά παροικιακά κέντρα της δυτικής Ευρώπης, ιδιαίτερα σε κύκλους εμπόρων διατεθειμένων να ανοιχθούν ιδεολογικά προς τον ευρωπαϊκό Διαφωτισμό και να παρακάμψουν τον ακοσμικό βυζαντινισμό της Εκκλησίας για να ανασυνδεθούν με την εγκοσμιολατρία της αρχαιότητας.
[Μίμηση: η ελληνολατρία αποτέλεσε από την Αναγέννηση και μετά τυπικό όπλο ενάντια στον παραδοσιακό Χριστιανισμό και ενάντια στην εποχή της ιδεολογικής του κυριαρχίας, τον Μεσαίωνα].
Η αρχαία Ελλάδα – ως σύμβολο μιας συγκροτημένης πολιτισμικής αντίληψης με ειδοποιά γνωρίσματα και όχι απλώς ως μνήμη και χρήση ορισμένων κειμένων – ανακαλύφτηκε λοιπόν (ή εφευρέθηκε) στη δυτική Ευρώπη και από δυτικοευρωπαίους στοχαστές για να εισαχθεί από κει στον ελληνόφωνο χώρο, αρχικά ως αστική, και μάλιστα αστικοεθνική, ιδεολογία από αστικούς ή οιονεί αστικούς φορείς. Ο ελληνικός αρχαιολατρικός ελληνοκεντρισμός δεν θα πρόβαλε ποτέ τις ιδεολογικές του αξιώσεις – και είναι αμφίβολο αν θα σχηματιζόταν καν – αν το κλασσικό και ανθρωπιστικό ιδεώδες δεν είχε αναφανεί και διαδοθεί στη δυτική Ευρώπη (…)
Το τετελεσμένο γεγονός (…) έδωσε στους Νεοέλληνες ελληνοκεντρικούς αρχαιολάτρες τη δυνατότητα να ισχυρισθούν ότι ο τόπος τους είναι η κοιτίδα του πολιτισμού κλπ και επομένως ότι και η σημερινή Ελλάδα θα πρέπει να αντιμετωπίζεται ανάλογα από την πολιτισμένη ανθρωπότητα. Όμως ο ισχυρισμός αυτός θα προκαλούσε τόση θυμηδία όση και ένας αντίστοιχος ισχυρισμός των Κιργιζίων ή των Εσκιμώων λχ, αν η πρωτοπορία της «πολιτισμένης ανθρωπότητας» δεν είχε ανακαλύψει τον αρχαιοελληνικό πολιτισμό (δηλαδή μιαν ιδεολογικά χρήσιμη εκδοχή του) προτού καν υπάρξουν Νεοέλληνες.
Άλλωστε (…) από τη νεότερη Ελλάδα δεν εκπορεύτηκε καμιά συνολική θεώρηση και ερμηνεία του αρχαίου πολιτισμού, ικανή να εμψυχώσει και να ενεργοποιήσει πρακτικά το κλασσικό – ανθρωπιστικό ιδεώδες σε διεθνή κλίμακα.
Ο αρχαιολατρικός ελληνοκεντρισμός (…) δεν μπόρεσε να διαμορφωθεί αυτόνομα και να επικρατήσει στην αμιγή του μορφή, εφ όσον οι φορείς του ούτε μεταφυτεύθηκαν αυτούσιοι στο ελεύθερο κράτος, ούτε και προσδιόρισαν την ιδεολογία του. Η εθνική ιδέα υιοθετήθηκε από κοινωνικά στρώματα αρχικά ξένα προς αυτή, για να ερμηνευθεί τώρα με κριτήρια προαστικά – πατριαρχικά.
Αντίστοιχες τροποποιήσεις υπέστη και ο ελληνοκεντρισμός. Η πατριαρχική του μεθερμηνεία απαιτούσε τη διεύρυνσή του / τη σύναψή του με χριστιανικές αξίες και ιδεώδη (ικανοποίηση της Εκκλησίας). Ο ευρύτερος αυτός ελληνοκεντρισμός (…) κωδικοποιήθηκε με την ιστορική κατασκευή της αδιάσπαστης τρισχιλιετούς ιστορίας των Ελλήνων, ήτοι αφ ενός της φυλετικής τους συνέχειας και αφ’ ετέρου της ουσιώδους ενότητας ελληνικού και χριστιανικού πνεύματος. Η κατασκευή αυτή έκανε δυνατή την οργανική συμπερίληψη του Βυζαντίου, του πρωταρχικού ενσαρκωτή των χριστιανικών ιδεών και αξιών στην ελληνική ιστορία και έτσι αποκαθιστούσε όχι μόνο ιδεολογικά αλλά και ιστορικά την Εκκλησία.
[οι Διαφωτιστές] ερμήνευαν τον Χριστιανισμό νεωτερικά και εγκοσμιοκεντρικά, για να δείξουν ότι η Εκκλησία παραποιεί το «αληθινό» του πνεύμα / ενώ ο διαφωτισμός αποκρούει τόσο τη δεισιδαιμονία όσο και τη στείρα άρνηση των εγκοσμίων. Όμως αυτή την (πεφωτισμένη) θρησκεία λίγα πράγματα τη χώριζαν από τον (μετριοπαθή) παγανισμό.
Εντελώς διαφορετικό νόημα και περιεχόμενο παίρνει η προσέγγιση Ελληνισμού και Χριστιανισμού στο πλαίσιο της ιστορικής κατασκευής της τρισχιλιετούς φυλετικής και πνευματικής συνέχειας του ελληνικού έθνους. Δεν εξαίρονται τώρα τα παγανιστικά και εγκοσμιολατρικά στοιχεία, αλλά οι ιδεοκρατικές και πνευματοκρατικές εκείνες επόψεις, οι οποίες ερμηνεύονται ως προπαρασκευαστικές μορφές και προπομποί των χριστιανικών αληθειών.
Η Εκκλησία συγκατανεύει βλέποντας ότι το ελεύθερο ελληνικό κράτος αποτελεί πραγματικότητα και ότι η ίδια χρειάζεται την υποστήριξή του. Ως ένας από τους κεντρικούς στύλους της εθνικής ιδεολογίας, ο θεολογικά χροιασμένος αυτός ελληνοκεντρισμός συγκεντρώνει στο εξής τα πολεμικά του πυρά εναντίον κάθε είδους «υλισμού», «δαρβινισμού» κλπ
Έτσι ο ελληνοχριστιανικός ελληνοκεντρισμός, στηριζόμενος στην κατασκευή της ιστορικής συνέχειας του έθνους, υπερφαλάγγισε τον αρχαιολατρικό ελληνοκεντρισμό, ο οποίος παραμέριζε το Βυζάντιο και τις συναφείς αξίες. (…) Η προσέγγιση Ελληνισμού και Χριστιανισμού επιχειρήθηκε σε ευρεία έκταση κατά την εποχή της Παλινόρθωσης (…) Αλλά και στον εικοστό αιώνα οι Έλληνες ιδεολόγοι του ελληνοχριστιανισμού βρήκαν στηρίγματα σε αντίστοιχες ευρωπαϊκές τάσεις, οι οποίες εμφανίστηκαν όταν η αστική ιδεολογία, μπροστά στον σοσιαλιστικό κίνδυνο αναδιπλώθηκε και ήρθε κοντά στον Χριστιανισμό, αντιπαραθέτοντας το «ελληνοχριστιανικό πνεύμα της Δύσης» στον «ασιατικό μπολσεβικισμό».
Με την επίκληση του αρχαίου Ελληνισμού στην εκάστοτε κατάλληλη ερμηνεία του, εκφράστηκαν τόσο συμπάθειες αυταρχικές και δικτατορικές (εξύμνηση της αρχαίας Σπάρτης ή Μακεδονίας) όσο και προτιμήσεις δημοκρατικές (εξιδανίκευση της αρχαίας Αθήνας) τόσο δόγματα φυλετικά και φιλοφασιστικά (ιδιαίτερα με αντισλαβική αιχμή) όσο και συνηγορίες υπέρ του σοσιαλισμού (ο σοσιαλισμός ως αίτημα της ηθικής Ιδέας κλπ).
Εξίσου πολύμορφη υπήρξε η επίκληση του χριστιανικού στοιχείου / άλλοτε η επιστράτευση των χριστιανικών αξιών αντιτάσσεται σε μεταβολές των φρονημάτων και των ηθών αντίθετες προς την πατριαρχική κοινωνική αντίληψη των «νοικοκυραίων» / άλλοτε ώστε να αρθρώνουν την ηθική διαμαρτυρία μικροαστών διανοουμένων εναντίον του αλλοτριωτικού υλισμού και του απάνθρωπου ανηθικισμού μιας κοινωνίας κυριαρχούμενης από την επιδίωξη της κατανάλωσης και του κέρδους. Τέτοιοι χριστιανορθόδοξοι ελληνοκεντρισμοί (…) στην ουσία ανανεώνουν και παραλλάσουν τα θεμελιώδη μοτίβα των σλαβοφίλων και πανσλαβιστών από τις αρχές του 19ου αι, αντιπαρατάσσοντας στην «πνευματική» Ανατολή την «υλιστική» Δύση και στην «αγάπη» ή στις «δωρεές της χάριτος» τη στεγνή νοησιαρχία των φιλοσοφικών και θρησκευτικών μεταφυσικών δογμάτων. (…) η επίδραση Ρώσσων θεολόγων και φιλοσόφων είναι καθοριστική, αν και συχνά ανομολόγητη.
(…) παρακολουθώντας τη διαμόρφωση των θέσεων του ελληνοκεντρισμού και αναλύοντας τη διαδικασία και τις φάσεις του διαφορισμού του, θα μπορούσε να καταρτιστεί ένα πλήρες σχεδόν ευρετήριο της νεοεληνικής ιδεολογίας. Απουσία ιστορίας κλπ: α. ελλειπής εποπτεία της ποικιλίας των ρευμάτων –>εσπευσμένη σχηματοποίηση –> απόδοση σε φανταστικές «τάξεις». β. η ταύτιση της σκοπιάς των μελετητών με την ιδέα που έχουν οι διάφορες ανταγωνιστικές παρατάξεις για τον εαυτό τους. Πχ, διαμάχη για τη γλώσσα. Τάχα είχε να κάνει με θεμελιώδεις εθνικές και κοινωνικοπολιτικές επιλογές –> εσφαλμένη κοινωνιολογική αποτίμηση τάσεων και προσώπων με βάση την τοποθέτησή τους απέναντι στο γλωσσικό ζήτημα. Παράλειψη πολυμέρειας πραγματικών δεδομένων –> μονοσήμαντες αναγωγές.
Η προάσπιση της καθαρεύουσας δεν αποτελούσε παντού και πάντα «αντιδραστική» στάση, αλλά εν μέρει υπαγορευόταν από πρακτικές ανάγκες και εν μέρει εμπνεόταν από γνήσια πίστη στη ζωογόνο δύναμη των κλασσικών προτύπων. Ο δημοτικισμός συνδέθηκε με παρατάξεις κατά τα άλλα διαφορετικές έως εχθρικές μεταξύ τους.
Σοσιαλιστές: δημοτική γλώσσα + λαϊκή παράδοση = στοιχεία της ταξικής συνειδητότητας των καταπιεζόμενων στρωμάτων και συνάμα ουσιώδεις συνιστώσες ενός νέου πολιτισμού μετά τη λαϊκή απελευθέρωση. Μετριοπαθείς εκπαιδευτικοί δημοτικιστές: αποκοπή από έναν σχολαστικισμό αντίθετο προς τις εκσυγχρονιστικές τάξεις. (εδώ ο λαός, το σύνολο των φιλοπρόοδων, φιλόπονων και φιλήσυχων γεωργών, εργατών και τεχνιτών).
Τρίτη αντίληψη για το λαό: προσέγγιζε τον ευρωπαϊκό συντηρητικό ρομαντισμό, έβλεπε τη λαϊκή κοινότητα ως σύνολο πατριαρχικά διαρθρωμένο, σύνολο συμπαγές και ομόψυχο χάρη στην εμμονή του στις παραδόσεις του, συσπειρωμένο πίσω από τον ύψιστο πατριάρχη (τον βασιλέα), πάνω από πολιτικάντηδες, απάτριδες πλουτοκράτες και φραγκομαθημένους.
Ποίηση, μυθιστόρημα, μουσική
(Οι μεγάλοι ποιητές) συνέδεσαν το περιεχόμενο με οράματα και πεποιθήσεις, όπου η Ελλάδα εμφανιζόταν ως συμπύκνωση ύψιστων ηθικών και αισθητικών αξιών (…) ακόμα και η ποίηση του μοντερνισμού.
Δεν υπήρξε αστικό μυθιστόρημα, απλώς μεταφέρθηκε το σκηνικό από την ύπαιθρο στην πόλη. Το νεοελληνικό μυθιστόρημα περιγράφει συνήθως τη μοίρα ανθρώπων από τα μεσαία στρώματα που συνθλίβονται μέσα σε συνθήκες στενές και μίζερες (…) Στη λοιπή γραμματεία, οι ειδοποιές αστικές αξίες του εργασιακού ήθους ελάχιστη απήχηση βρήκαν. Ήταν σε αντίθεση προς βασικά στοιχεία της ελληνικής παράδοσης: Ορθοδοξία (περιφρόνηση των εγκόσμιων αγαθών και τάσεις προς τον κοινοκτημονισμό) / αρχαιότητα (απέχθεια προς τις βάναυσες εργασίες και υπεροχή του θεωρητικού βίου)
Μετά την κατοχή, τον εμφύλιο και τον εξαμβλωματικό εκσυγχρονισμό: ραγδαίες κοινωνικές ανακατατάξεις. Μετάβαση της ελληνικής κοινωνίας από τον πατριαρχισμό και τον νόθο ή επίπλαστο αστισμό στην εξίσου νόθα μαζική δημοκρατία. Δημοκρατία με πολύ μεγαλύτερη κινητικότητα, ταυτόχρονα ανίκανη να απαλλαγεί από τις πελατειακές νοοτροπίες και σχέσεις.
Η διεύρυνση της δημοκρατίας και του πλουραλισμού (μετά το ’74) οδήγησε στην επίταση των διαρθρωτικών αδυναμιών του συστήματος: οι ενδιαφερόμενοι «κλάδοι» τη χρησιμοποίησαν για να εμπεδώσουν και να επαυξήσουν όσα τους είχε ήδη αποφέρει η πελατειακή συναλλαγή κομμάτων και ψηφοφόρων. Άνοδος των νεόπλουτων –> εξέλειψε ακόμα και ο προγενέστερος νόθος αστισμός. Τουρισμός & μετανάστευση 50 και 60 à Τρίτη μεγάλη νεοελληνική ένταξη στο διεθνές πλαίσιο της καπιταλιστικής οικονομίας. Οριστική κατάλυση της πατριαρχικής κοινωνικής διάρθρωσης –> πολυπληθές μεσαίο στρώμα (μιμητικός καταναλωτισμός + έπαρση νεοαπόκτητης ευημερίας & ημιμάθειας). Αξίες γρήγορου πλουτισμού και εσπευσμένου καταναλωτισμού: η κοινωνία πολιτισμικά ομοιογενέστερη απ΄ ό,τι προπολεμικά.
Την ομογενοποίηση την πραγματοποίησαν η ραγδαία εξάπλωση του kitsch και η «ανακάλυψη» /ευρύτερη αποδοχή / μουσικός εξευγενισμός του «λαϊκού» τραγουδιού. (…) Αρχίζοντας από τους καημούς του χασικλή και τελειώνοντας στη μελοποίηση υψηλής ποίησης, συνέβαλε πολύ στην κατάργηση της παλαιάς βασικής διάκρισης ανάμεσα σε «αστικό» ή «λόγιο» και «λαϊκό» πολιτισμό (…) Η έννοια «λαϊκός» ουσιαστικά αποσυνδέθηκε από την έννοια «αγροτικός» για να συνδεθεί κυρίως με τη θεώρηση και τα γούστα των κατώτερων στρωμάτων των πόλεων, τα οποία κατάφεραν να μετατραπούν σε στρώματα σύγχρονων καταναλωτών με τον ίδιο τρόπο που και το ζεϊμπέκικο έγινε «συρτάκι» ή ο τεκές «μπαρ».
Μικροϊδιοκτήτες και μικροαστοί
Μικροϊδιοκτήτες και μικροαστοί (…) ο ψηφοφόρος έδινε τώρα την ψήφο του προσδοκώντας πρωταρχικά από μια κομματική παράταξη ότι θα του διασφάλιζε το καταναλωτικό του επίπεδο ή και θα του το ανέβαζε βραχυπρόθεσμα (…) Το νέο αυτό κριτήριο και η συναφής μετατροπή πολύ μεγάλου μέρους των πρώην «αναξιοπαθούντων» σε απαιτητικούς και συχνά υπερφίαλους καταναλωτές à αλλαγή των όρων λειτουργίας του πελατειακού συστήματος (…) τώρα μεγάλωνε η εξάρτηση των κομμάτων από τους ψηφοφόρους τους, δηλαδή η πελατειακή σχέση εν μέρει αντιστράφηκε.
Τα κόμματα υποχρεώθηκαν να συναγωνίζονται το ένα το άλλο στην υιοθέτηση και την προάσπιση των οποιωνδήποτε αιτημάτων, απ΄ οπουδήποτε και αν προέρχονταν. (…) Δεν αρκούσε πια ο διορισμός των «ημετέρων», των οποίων η ανέχεια τους έκανε να αισθάνονται ευγνωμοσύνη για την εύνοια. Εκτός από διορισμό / δανειοδότηση / διαμεσολάβηση, το παιγνίδι σε επίπεδο «κλάδων» αλλά και «μαζών», στο επίπεδο ψευδοϊδεολογικής δημαγωγίας, με την αρωγή των νεοφανών ΜΜΕ. Λαϊκισμός + πατροπαράδοτα στοιχεία à αναπόδραστη η δημαγωγία (την επιθυμούσαν και οι …πελάτες).
Η λειτουργία του ελληνικού πολιτικού συστήματος κατάντησε να αποτελέσει το βασικό εμπόδιο στην εθνική οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη – κάτι παραπάνω: έγινε ο αγωγός της εκποίησης της χώρας με μόνο αντάλλαγμα τη δική του διαιώνιση, δηλαδή τη δυνατότητα να προβαίνει σε υλικές παροχές παίρνοντας παροχές σε ψήφους.
Εθνική ανάπτυξη μπορεί να γίνει μόνο με την αύξηση των παραγωγικών επενδύσεων, δηλαδή με τον αντίστοιχο περιορισμό της κατανάλωσης, προπάντων όταν τα καταναλωτικά εισάγονται μετά από δανεισμό, δηλαδή εκχώρηση των αποφάσεων για το μέλλον της χώρας στους δανειοδότες της. Ανάπτυξη: συσσώρευση, εντατική εργασία, προσωρινή τουλάχιστον (μερική) στέρηση. Βραχυπρόθεσμη ευημερία: παρασιτισμός + εκποίηση της χώρας –> Δεν λένε την αλήθεια τα κόμματα, ούτε θέλουν να την ακούσουν οι καταναλωτές.
Ιλαροτραγική η θέση της «αριστεράς»: Υπερασπίζεται τα «λαϊκά» αιτήματα, γίνεται σημαιοφόρος κάθε καταναλωτικής απαίτησης, αρκεί όποιος την προβάλλει να αυτοτιτλοφορείται «λαός». (προωθεί την εκποίηση της χώρας, αρκεί ο λαός να τη ζητάει). Λαός: (με τις ελληνοκεντρικές αερολογίες) έχει μάθει να θεωρεί τον εαυτό του περιούσιο και ως άλας της γης, αρνείται να βάλει στο νου του κάτι τέτοιο. Συλλογική σχιζοφρένεια. (…) Προσπαθούν να προσαρμοσθούν στην παρασιτική κατανάλωση (…) ενώ ταυτόχρονα παραμένουν ιδεολογικά προσκολλημένοι σ΄ έναν μυγιάγγιχτο εθνικισμό. Αντίστοιχα, τα κόμματα.
Η σημερινή πασιφανής κρίση και ο «κανένας»
Η πελατειακή πολιτική προχώρησε ως την αυτοκαταστροφή της. Επιπλέον, αγκαλιάζει τα θεμελιώδη ιδεολογήματα, προ πάντως το ιδεολόγημα του ελληνοκεντρισμού. Η ελληνοχριστιανική εκδοχή χρησιμοποιήθηκε συστηματικά πολιτικά ως το ιδεολογικό όπλο του αντικομμουνισμού στην εποχή του εμφυλίου και στη συνέχεια. –> αποδυνάμωση όταν: ανδρώθηκε μια νέα γενιά / ο καταναλωτισμός και τα συναφή χειραφετητικά και ηδονιστικά ιδεολογήματα αφαίρεσαν το προβάδισμα από τις παραδεδεγμένες πατριαρχικές αντιλήψεις και στάσεις. Το κενό καλύφτηκε από άλλες εκδοχές που προσπάθησαν να συνδυάσουν μοτίβα της αρχαίας και της ελληνορθόδοξης παράδοσης. (…)
Το κύριο ρεύμα της εξέλιξης τράβηξε προς την κατεύθυνση μιας άμβλυνσης ή χαλάρωσης όλων των ιδεολογικών περιγραμμάτων. Ο ελληνοκεντρισμός επέζησε και θα επιζήσει για πολύ ακόμα, εφ’ όσον ψυχολογικά αποτελεί ένα θεμελιώδη αμυντικό και υπεραναπληρωματικό μηχανισμό του έθνους (το οποίο δεν παράγει – συνεχίζει την τουριστική εκποίηση)
Η είσοδος του μεταμοντερνισμού στις ελληνικές συνθήκες αποτελεί την ολοκλήρωση και εν μέρει την κορύφωση, της κρίσης όλων των θεμελιωδών δεδομένων της ελληνικής εθνικής ζωής. Η εκποίηση του έθνους με την υλική έννοια θα συνοδευτεί και από την πλήρη πνευματική του στειρότητα, αν (…) / δεν θα μπορεί να παραχθεί σε υψηλή ποιότητα ποίηση.
Απέναντι σε όλα αυτά μπορεί κανείς: 1. να δοκιμάζει οδύνη, νιώθοντας μετέωρος και δίχως εθνικές ρίζες. 2. να τα θεωρεί ασήμαντα, πιστεύοντας ότι πατρίδα του ανθρώπου, προ πάντως σήμερα, είναι ο κόσμος κι ότι την τροφή που δεν μπορεί να του δώσει ο ένας τόπος, του την παρέχει ένας άλλος. (…)
Η νεοελληνική ιστορία, έτσι όπως τη γνωρίσαμε τα τελευταία διακόσια χρόνια κλείνει τον κύκλο της. Ασφαλώς, τα τραγικά και κωμικά της επεισόδια δεν τέλειωσαν ακόμη, όμως χάνεται η ενότητα της προβληματικής της και ο ειδοποιός της χαρακτήρας. Η Ελλάδα εντάσσεται σε πολύ χαμηλή θέση στον διεθνή καταμερισμό της υλικής και πνευματικής εργασίας. Ο δικός της μεταμοντερνισμός συνίσταται στο ότι αποτελεί μια στενή και παράμερη λωρίδα στο ευρύ φάσμα του μεταμοντερνισμού άλλων.
*
Πρώτη ανάρτηση:
http://tamystikatoukolpou.blogspot.com/2006/02/blog-post_06.html
*
Επιλογή από τα σχόλια της πρώτης ανάρτησης
Αγαπητέ Πάνο, βρίσκω την παράθεσή σου ιδιαίτερα χρήσιμη και διαφωτιστική. Το κείμενο το τύπωσα και το μελέτησα. Να κάνω μόνο μια παρατήρηση, σ’ έναν τομέα που με ενδιαφέρει περισσότερο. Όταν η πολιτική θεωρία εξετάζει τις ιδεολογικές προϋποθέσεις του αιτήματος της ελληνικότητας στην τέχνη, όπως, για παράδειγμα, αυτή εκφράστηκε στη γενιά του ’30 κι εντεύθεν (στη ζωγραφική, την ποίηση, το μυθιστόρημα, τη μουσική) γίνεται λίγο άδικη. Αυτό που θέρμανε και ενέπνευσε γενιές, ακόμα κι αν πρόκειται για κατασκευή ή ιδεολόγημα, δεν παύει να αποτελεί την κινητήρια δύναμη, τον τροφοδότη της έμπνευσής τους. Για παράδειγμα: Η αναζήτηση του Τσαρούχη (δια του Κόντογλου) στην αγιογραφία, έστω κι αν περιέχεται στις «ποικιλίες ελληνοκεντρισμού» του Κονδύλη που παραθέτεις, έστω και αν στην απόσταση του χρόνου μπορούμε να αποτιμήσουμε ψυχραιμότερα τις πιθανές «κατακτήσεις» ή τις «ευκολίες» της, δεν παύει να είναι αυτή που τροφοδότησε δημιουργικά το έργο του (εν τέλει, που έκανε εφικτό το έργο του) ανανεώνοντας και εμπλουτίζοντας τη σύγχρονη θεματική (και τεχνική). Αν για οποιοδήποτε λόγο, στη συνέχεια η ζωγραφική αυτή μνημειοποιείται ή λειτουργεί σαν τροχοπέδη για την εικαστική αναζήτηση των επερχομένων ή καπηλεύεται από μια σκέψη στενή που αντιλαμβάνεται τον κόσμο μανιχαϊστικά είναι άλλο ζήτημα. Το ίδιο συμβαίνει με τον Ελύτη και την ποιητική του κορύφωση στην εθνική τοιχογραφία του «Άξιον Εστί». Ο καθημερινός και διαρκής ευτελισμός του σε στόματα εθνοπατριωτών, γλωσσαμυντόρων, δημοσιογραφίσκων , πολιτικών και λοιπών συγγενών έχει ενεργοποιήσει αντανακλαστικά αποκαθήλωσης. Αυτή είναι η μοίρα των σημαντικών έργων και αυτές είναι οι παρενέργειες του λαϊκισμού, καθώς επηρεάζει υπογείως και το έργο της κριτικής.
Θέλω να πω, για να συνδεθώ με τα προηγούμενα, πως η κριτική, ως πράξη δευτερογενής, προϋποθέτει πάντοτε ένα έργο, μια κίνηση του δημιουργού προς το χάος. Πριν την πράξη της δημιουργίας, καθώς οι δυνατότητες και τα ενδεχόμενα είναι ακόμα ανοιχτά, ο καλλιτέχνης είναι ο περίφημος «καθολικός» άνθρωπος. Από τη στιγμή όμως που το έργο παραδίδεται «συντελεσμένο» είναι αναπόφευκτα μονομερές. Αυτή την εγγενή «αδυναμία» («λειτουργία» είναι το σωστό) της τέχνης πρέπει να έχει υπόψη του όποιος προβάλλει πάνω της αιτήματα αντικειμενικότητας. Πρέπει δε να είναι πολύ προσεκτικός στα πολιτικά, θεωρητικά εργαλεία που χρησιμοποιεί κατά την ανάλυσή του.
Τα προηγούμενα δεν αποτελούν κάποιου είδους μομφή στις σκέψεις που παραθέτεις. Άλλωστε σύνθετα ζητήματα χρήζουν σύνθετων απαντήσεων. Όλοι προσπαθούμε να καταλάβουμε. Αυτό που δεν αντέχεται είναι οι απλουστεύσεις και οι ιδεολογικές στρατεύσεις όσων συνήθως επιχειρούν να καλύψουν τη νοητική τους ανεπάρκεια.
Και επειδή μίλησα κυρίως μεθοδολογικά, ας πάρω και μια θέση. Κατά την κρίση μου, η αναζήτηση της ελληνικότητας έχει ολοκληρώσει τον κύκλο της. Δημιουργική σκέψη δεν παράγεται πλέον επ’ αυτής ή εξ’ αυτής. Υπάρχει ανάγκη για νέο στοχασμό πάνω στον νέο άνθρωπο που ανατέλλει. Τα δεδομένα έχουν αλλάξει. Η ζωή κινείται ορμητικά προς τα εμπρός.
Thas, σε γενικές γραμμές συμφωνώ με όσα αναφέρεις – το λέω εξάλλου καθαρά πως έχω διαφορετική οπτική από τον Κονδύλη.
Ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα είναι η παρατήρησή σου ότι
η αναζήτηση της ελληνικότητας έχει ολοκληρώσει τον κύκλο της. Δημιουργική σκέψη δεν παράγεται πλέον επ’ αυτής ή εξ’ αυτής. Υπάρχει ανάγκη για νέο στοχασμό πάνω στον νέο άνθρωπο που ανατέλλει. Τα δεδομένα έχουν αλλάξει. Η ζωή κινείται ορμητικά προς τα εμπρός
Εδώ τα πράγματα δεν είναι καθόλου απλά – γιατί ο «νέος άνθρωπος» που ανατέλλει (ο «μετάνθρωπος», δηλαδή) είναι κατ’ εξοχήν παράγωγο μιας μυθολογικής σκέψης, αυτής που οιστρηλατεί ακόμα τον καπιταλισμό. Αυτός ο «νέος άνθρωπος» είναι μια ζοφερή προοπτική για τον πολιτισμό – ο οποίος τελειώνει (όπως τον γνωρίζουμε) αν ο «νέος άνθρωπος» γίνει πραγματικότητα.
Δεν κρύβω ότι (όσο εξαρτάται από μένα) είμαι αποφασιστικά εναντίον μιας τέτοιας προοπτικής (όχι πως θα μας ρωτήσουν, αλλά λέμε…). Δε λείπει ένα (ασαφές, είναι η αλήθεια) όραμα για το μέλλον που περιλαμβάνει τις επιλογές της τοπικότητας (στην παραγωγή), της ήπιας ενέργειας, της ανταλλαγής πολιτισμικών προϊόντων με επιλεκτική χρήση της τεχνολογίας, τον κοινοτισμό, την άρνηση του κυρίαρχου καπιταλιστικού (μυθολογικού) προτύπου, την ανάδειξη των επιμέρους προτάσεων και πολιτισμών, την προστασία των νερών, του κλίματος κλπ.
Με αυτή την οπτική, η ελληνικότητα, για μένα, όχι μόνο δεν είναι αντι-παραγωγικό στοιχείο, αλλά απολύτως απαραίτητο, συστατικό θα έλεγα, του επιζητούμενου εναλλακτικού υποδείγματος. Αν επιλέξουμε πάλι να ακολουθήσουμε μέχρι το τέλος το κυρίαρχο παράδειγμα (τον καπιταλισμό) – τότε, πράγματι, καμιά δημιουργική και άξια λόγου σκέψη δεν παράγεται πλέον εξ αυτής.
Αν η ελληνικότητα είναι απαραίτητο στοιχείο για μια εναλλακτική πρόταση έξω από τον καπιταλισμό – τότε έχει μεγάλη σημασία η αποσαφήνιση του όρου. Η συζήτηση είναι εξόχως επίκαιρη. Το θέμα, ουσιαστικά, δεν έχει συζητηθεί τις τελευταίες δεκαετίες (μετά τη γενιά του ’30).
Για τους Έλληνες η ελληνικότητα είναι ταυτισμένη με μύθους που έχουν εξαντλήσει προ πολλού τη δυναμική τους – και το χειρότερο είναι φορτωμένοι (πάνε πακέτο) με στοιχεία απαγορευτικά οποιασδήποτε θετικής εξέλιξης (εννοώ την επικρατούσα θρησκευτικότητα) Από τη διαπίστωση αυτή προκύπτει η ανάγκη να γίνει κάποτε μια ουσιαστική συζήτηση για το θέμα.
Δυστυχώς, ένας από τους ελάχιστους πόλους παραγωγικής σκέψης (ο Γ. Καραμπελιάς και το ΑΡΔΗΝ) που θα μπορούσε να «σηκώσει» και να αναδείξει μια τέτοια συζήτηση /αναζήτηση, αυτο- ευνουχίζεται χωρίς έλεος, επιλέγοντας την στρατηγική σύμπλευση της εναλλακτικής αριστεράς με την Ορθοδοξία – και η πρώτη τραγική συνέπεια είναι η αποδοχή του μύθου της τρισχιλιετούς ελληνικής συνέχειας, χωρίς τον οποίο η Ορθοδοξία κυριολεκτικά δε μπορεί να σταθεί.
Ελπίζω πως θα είμαστε καλά για να επανέλθουμε.
Ανώνυμος
Μιά σκέψη πάνω στο σχόλιο του Thas:
«Πριν την πράξη της δημιουργίας, καθώς οι δυνατότητες και τα ενδεχόμενα είναι ακόμα ανοιχτά, ο καλλιτέχνης είναι ο περίφημος «καθολικός» άνθρωπος.»
Νομίζω ότι δεν είναι στην πραγματικότητα όλα τα ενδεχόμενα ανοιχτά.Ο καλλιτέχνης μορφοποιεί το χάος μέσω του Λόγου του. Κι’ο Λόγος του είναι ο προσωπικός τρόπος της θέασης του Κόσμου και της Ιστορίας. Γι’αυτό το λόγο και η Τέχνη έχει τη δική της ιστορία, άρα υπάρχει η δυνατότητα κριτικής του «καθέκαστον» έργου σε σχέση με την ιστορία της Τέχνης.
Η είδηση είναι ότι,σε σχέση με το σχόλιο του Thas γιά την ελληνικότητα,συμφωνώ με τον Πάνο.Πιστεύω δηλ. πως πρέπει τα δύο θέματα (ελληνικότητα και «νέος άνθρωπος «) να συνδεθούν αλλιώς δεν έχει νόημα η συζήτηση περί ελληνικότητας.
Ηλίας
50 Σχόλια
Comments feed for this article
28 Φεβρουαρίου, 2009 στις 11:57 πμ
Παπούλης
Πάνο
Αντιλαμβάνομαι πως και γιατί η εικονιζομένη είχε την εξέλιξη που περιγράφεις
Έχωντας διαβάσει την αρχική συζήτηση όταν αναδιφούσα στα μυστικά του κόλπου διερωτώμαι:
α) Τίθεται πράγματι ερώτημα σχετικά με την ελληνικότητα του Π.Κ. ;;
β) Το εικαστικό μέρος του ποστ αποτελεί πεσκέσι συνοδευτικό ή εντάσσεται στα πλαίσια της εδώ αναπτυσσόμενης επιχειρηματολογίας ;;;
28 Φεβρουαρίου, 2009 στις 12:00 μμ
zeppos
Η απορία μου είναι η εξής: Πως γνωρίζετε οτι η ωραία της λίμνης (που οδηγεί(;) το πλεούμενο!!) είναι κοκκινομάλα;
28 Φεβρουαρίου, 2009 στις 12:04 μμ
Παπούλης
Καπετάν Αντρέα …. το αναφέρει ο Καλυβάρχης άρα θεωρείται τεκμηριωμένο
28 Φεβρουαρίου, 2009 στις 12:05 μμ
Παπούλης
Λιάρδα στον Άρδα….
28 Φεβρουαρίου, 2009 στις 5:38 μμ
Ενη Καπαζογλου
Πανο
Ανεξαρτητα απο την ωραια κοπελα της φωτογραφιας και του φυσικου πλαισιου (ποταμου), δεν αντιλαμβανομαι την παραθεση των «προσωπικων της δεδομενων» (;)
Επισης δεν μπορω να εννοησω το λογο της αναρτησης του συγκεκριμενου ποστ. Την εννοια της «ελληνικοτητας» θυμαμαι την ειχαν εξαντλητικα αναλυσει πολλοι στα τελη του ’70 αρχες ’80, τοτε που προβλεπονταν μια πολιτικη αλλαγη.
Tα σχολια του thas χρηζουν πραγματι προσοχης.
Επισης σε οτι αφορα την «ελληνικη αστικη ταξη» εχουν γραφει πλειστα οσα βιβλια πλην του αναφερομενου στο ποστ.
Θα ελεγα ισως χρειαζεται και μια «Ζουραριος» αναλυση !!!!!!!!!
28 Φεβρουαρίου, 2009 στις 5:38 μμ
Ενη Καπαζογλου
Πανο
Ανεξαρτητα απο την ωραια κοπελα της φωτογραφιας και του φυσικου πλαισιου (ποταμου), δεν αντιλαμβανομαι την παραθεση των «προσωπικων της δεδομενων» (;)
Επισης δεν μπορω να εννοησω το λογο της αναρτησης του συγκεκριμενου ποστ. Την εννοια της «ελληνικοτητας» θυμαμαι την ειχαν εξαντλητικα αναλυσει πολλοι στα τελη του ’70 αρχες ’80, τοτε που προβλεπονταν μια πολιτικη αλλαγη.
Tα σχολια του thas χρηζουν πραγματι προσοχης.
Επισης σε οτι αφορα την «ελληνικη αστικη ταξη» εχουν γραφει πλειστα οσα βιβλια πλην του αναφερομενου στο ποστ.
Θα ελεγα ισως χρειαζεται και μια «Ζουραριος» αναλυση !!!!!!!!!
28 Φεβρουαρίου, 2009 στις 5:41 μμ
Ενη Καπαζογλου
Επισης δεν αντιλαμβανομαι το διπλο σχολιο.Ορκιζομαι δεν πατησα δυο φορες.
28 Φεβρουαρίου, 2009 στις 5:53 μμ
Πάνος
Απάντηση στο πρώτο σχόλιο του παπούλη:
α. το ερώτημα το θέτει ο ίδιος ο Κονδύλης – και το απαντάει. Ανατρέξατε εις το ποστ.
β. το εικαστικό μέρος χρησιμοποιείται για να τσιμπάνε όσοι δεν έχουν να οφεληθούν κάτι περισσότερο από την ανάλυση του Κονδύλη για τη νεοελληνική πραγματικότητα 😉
*
ζέπο,
δες το β. της απάντησης στον παπούλη.
*
Ένη,
θα σου φανεί ακατανόητο, ίσως, αλλά οι εξαντλητικές συζητήσεις της δεκαετίας του ’70 ΔΕΝ έλυσαν οριστικά όλα τα μυστήρια της ζωής… Πολλά από τα ερωτήματα επανέρχονται, ακριβώς γιατί οι απαντήσεις που δόθηκαν τότε, δόθηκαν για τότε και όχι για την αιωνιότητα 😉
28 Φεβρουαρίου, 2009 στις 7:27 μμ
Ενη Καπαζογλου
Πανο
Νομιζω οτι η συζητηση ηταν για την ιστορικη δημιουργια της ελληνικης αστικης ταξης και αν πραγματι υπηρξε. Εκτοτε τα θεματα επεκταθηκαν απο κει και περα με την εξελιξη της ελληνικης κοινωνιας. Δ εν ειναι «αιωνιο» προβλημα μεταφυσικης μορφης.
28 Φεβρουαρίου, 2009 στις 11:36 μμ
nikiplos
Αναμφισβήτητα ζητήματα που είναι επίκαιρα στην Ελλάδα του σήμερα που σε αντίθεση με την Ένη, εγώ πιστεύω ότι οπισθοδρόμησε από τα 70ς, εκτός κι αν αυτά τα ζητήματα τέθηκαν τότε τελείως ακατέργαστα, οπότε δεν ενσωματώθηκαν στις σημερινές ιδεολογίες – τάσεις. Αντίθετα μάλιστα σε μια χωρίς προηγούμενο αντεπίθεση, η εκκλησία έχει αναδείξει ηγετικό ρόλο σε έναν νέου τύπου εθνικισμό ζυγισμένο ότι με τα παραδοσιακά ορθόδοξα εργαλεία του ενωτικού χαρακτήρα, αλλά με τα μετεμφυλιακά νέα στοιχεία της εκκλησίας μας τα πιο αντιδραστικά. Εκείνα που μάλλον εισήχθησαν από την εκείθεν πλευρά του ατλαντικού βιαίως σε μια προσπάθεια ποδηγέτησης του μετεμφυλιακού έθνους. Έτσι ο νέος λόγος είναι ανθενωτικός, αφοριστικός. Συμπυκνώνεται στα λόγια ιερωμένων όπως ο Λάνθιμος. «Δεν είναι έλληνες εκείνοι που…» «Είναι εχθροί του έθνους και της πατρίδος!».
Όχι πως είμαστε φυσικά άμοιροι ευθυνών. Η παρατεταμένη πνευματική υστέρηση, και αμορφωσιά, ιδίως των νεότερων δημιουργημάτων που ζουν σε δύσκολες συνθήκες στις τσιμεντουπόλεις, χωρίς όνειρα, οράματα κλπ. Ο ηθικός ξεπεσμός και η υποβάθμιση της πολιτικής ζωής έχουν φέρει στην ελλάδα του 21ου αιώνα πολλά από τα στοιχεία που περιγράφει ο Κονδύλης για την ελλάδα του 19ου.
Όλες οι συνιστώσες οδηγούν στο θέσφατο της συνεχούς 3χιλιετούς ιστορίας του ελληνισμού, με παραλληρηματικές εξάρσεις ευρημάτων ορθόδοξου λόγου σε αρχαία κείμενα, και εξαμβλωματική επιλλεκτική περιγραφή του λεγόμενου αρχαίου κόσμου, που απαγορεύεται και να θίξει κανείς (πόσο μάλλον να…διδάξει) βασικά συστατικά στοιχεία του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού.
Ο εθνικισμός του 19ου αιώνα επιβιώνει στις υποανάπτυκτες χώρες που χάνουν το τραίνο της παγκοσμιοποίησης και βρίσκουν σε αυτόν το καταφύγιο. Έτσι οι αντίπαλοι της παγκοσμιοποίησης (με την αφηρημένη έννοια) βρίσκουν σύμμαχους απίστευτους όπως οι εθνικιστές και η εκκλησία.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα το βιβλίο της ιστορίας της έκτης δημοτικού. Όλοι οι πολιτικοί χώροι το αποδοκίμασαν βάσει μιας λεζάντας εικόνας που διορθώθηκε μάλιστα και ο πρωθυπουργός της χώρας σε μια απίστευτη κίνηση που παραβίασε το ρόλο του το απαγόρεψε. Αντίστοιχα δλδ αύριο μπορεί να απαγορεύσει και τις αμβλώσεις παρακάμπτοντας τις επιστημονικές εισηγήσεις των όποιων ελλήνων ειδικών.
Κατά συνέπεια το ελληνικό και ελληνικότητα σήμερα περισσότερο από ποτέ αποτελεί θέσφατο σε βαθμό σύγχυσης, φυσικό άλλωστε αφού προσπαθούν να συμβιβάσουν τον Μέγα Κωνσταντίνο με τον Επίκουρο, ή τον Πλάτωνα. Οι όποιες επιστημονικές φωνές υπάρχουν απλά φιμώνονται και πράγματα που σήμερα είναι γνωστά ότι είναι εθνικά ψεύδη, εξακολουθούν αναφανδόν να διδάσκονται στα σχολεία.
Το επόμενο φυσικά στάδιο είναι οι προπηλακισμοί των διαφορετικών φωνών ή ο αφορισμός τους από το σύνολο των πολιτικών κομμάτων που σωστά ο κος Κονδύλης επισημαίνει ότι απλά χαϊδεύουν το συγχυσμένο όχλο. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η πρόσφατη αντίθεση του ΚΚΕ στο σύμφωνο συμβίωσης. Γραμμάτιο χρωστούμενο προς την εκκλησία? μάλλον, γιατί ειδάλλως είναι αδιανόητο από ένα κόμμα που αυτοπροσδιορίζεται ως ριζοσπαστικό να καταψηφίζει κάτι τέτοιο.
Είτε ως διαφύλαξη της πολυπολιτισμικότητας της ευρώπης και του πολυσυλλεκτικού ενάντια στο ομογενοποιημένο, είτε ως ιστορική αναγκαιότητα, το τι είναι Έλληνας και τι Ελληνικό και τι κατανοεί ο καθένας είναι σήμερα περισσότερο από ποτέ ζητούμενο. Απλά είναι και ταμπού…
Χαρακτηριστικό της σύγχυσης είναι πάντως η πρόσφατη λίστα με τους 100 σημαντικότερους Έλληνες όλων των εποχών… μια λίστα 3χιλλιετής…!!!
1 Μαρτίου, 2009 στις 12:13 πμ
Πάνος
Όπως πολύ εύστοχα υπ-έδειξε ο nikiplos, η ενασχόληση με τα θέματα του εποπτικού πλαισίου που μας δίνει ο Κονδύλης, όχι μόνο δεν είναι παρωχημένη ή περιττή, αλλά αντίθετα είναι εξαιρετικά επίκαιρη και μάλιστα με το χαρακτήρα του επείγοντος. Γιατί, στις μέρες μας έχει υποχωρήσει η (πάντοτε περιθωριακή, εδώ που τα λέμε) νηφάλια και ψύχραιμη προσέγγιση και στο πεδίο επικρατούν δυο καθαρά μυθολογικές ερμηνείες: εκείνη της τρισχιλιετούς χριστιανορθόδοξης γραμμής, που παραμένει κυρίαρχη – και η «αντίπαλή’ της, εξίσου μυθολογική, που προσαρμόζει τα ιστορικά φαινόμενα στα καλούπια που επιτάσσουν τα δικά της δόγματα.
1 Μαρτίου, 2009 στις 3:05 πμ
difod
Υπάρχει σε μεγαλύτερη ανάλυση αυτή η εικόνα; Θέλω να την εκτυπώσω και να την κρεμάσω στο σαλόνι μου.
2 Απριλίου, 2009 στις 4:05 μμ
χρηστος
η ελλαδα ειναι ενα αποχωρητηριο φτιαγμενο απο φιλλεληνες πανω στα ερειπια ενοσ αρχαιου ναου. τακης κονδυλης!
2 Απριλίου, 2009 στις 4:42 μμ
Πάνος
difod (καθυστερημένα) & χρήστο,
καλωσήρθατε στην καλύβα!
16 Φεβρουαρίου, 2010 στις 9:09 μμ
μ
Aρα η ελληνικοτητα ειναι μυθος και κατασκευη,αρα ο Φαλμεραυερ ειχε δικιο.
Ελα ομως που ο Θεοδωρακης ο Χατζιδακης ο Σεφερης ο Ελυτης οΚαζαντζακης ο Τσαρουχης καο οσοι πλειστοι αλλοι δεικνυουν το αντιθετο.
Απλα η ιστορια της νεοαποικιοκρατιας πρεπει να μετατοπιστει ως προς την εναρξη της οχι στον τριτο κοσμο της δεκαετιας του 60 αλλα στην Ελλαδα του
21 και στην αγγλοκρατουμενη Ιρλανδια.
16 Φεβρουαρίου, 2010 στις 9:15 μμ
Πάνος
μ,
καλωσόρισες κι εσύ!
7 Ιουνίου, 2010 στις 5:57 μμ
Ελληνική βιβλιογραφία Κονδύλη με λινκ στα κείμενα « Π.Κονδύλης (Kondylis)
[…] Περίληψη: https://panosz.wordpress.com/2009/02/28/kondylis/#more-5738 […]
18 Αυγούστου, 2011 στις 6:18 μμ
bassoart
Το έργο του Κονδύλη είναι αξιόλογο. Πιστεύω ότι για κάποιον που δεν ανήκει σε καμμία από τις κατηγορίες νεοελληνικότητας που περιγράφει ο Κονδύλης ως Ελληνοκεντρικές, οι αναλύσεις του φαίνονται αντικειμενικές. Για κάποιον, πάλι, οπαδό κάποιας απ’ αυτές, μπορεί να φαίνονται προκλητικά αποδομητικές έως και βλάσφημες, συνεχίζουν εν τούτοις να είναι χρήσιμες. Το πνεύμα του είναι μνημείο τακτοποιημένης σκέψης, τόσο τακτοποιημένης, που κινδυνεύει να καταντήσει νεκρή, άψυχη. Φορτωμένη με την ταφική πνευματική σιωπή, την παγερή κυνικότητα της επιστήμης, χαρίζει στο φανατικό μια δωρεάν ματιά εξωγηίνου, μια εντομολογική άποψη της γεμάτης πάθη κοινωνικής μας ζωης. Χαρίζει επίσης και πολλές αληθείς και ακριβολόγες επισημάνσεις, όπως αυτή της μή αυθεντικότητας της λεγόμενης Ελληνικής αστικής τάξης και άλλες. Δεν γνωρίζω άν ο Κονδύλης Μπορεί να χαρακτηριστεί ως αυτό που τα τελευταία 180 χρόνια ονομάζουμε «Έλληνα», αλλά πιστεύω ότι το έργο του πρέπει να το διαβάσει κάθε Έλληνας. Το επίπεδο ενός αναγνώστη είναι ευθέως ανάλογο με το ποσοστό των βιβλίων που έχει μελετήσει βαθειά, παρ όλο ότι διαφωνεί με το περιεχόμενό τους.
19 Αυγούστου, 2011 στις 7:05 μμ
Πάνος
bassoart,
ευχαριστώ για το εξαιρετικά εύστοχο σχόλιο!
20 Αυγούστου, 2011 στις 2:20 πμ
ΣΑΘ
Το τελευταίο κεφάλαιο τού, (σπουδαίου κατά τη γνώμη μου), βιβλίου τού Παναγιώτη Κονδύλη » Θεωρία τού Πολέμου » ( ‘Θεμέλιο’ 1998 ), αναλύει τις ‘Γεωπολιτικές και Στρατηγικές Παραμέτρους ενός [πιθανολογουμένου] Ελληνοτουρκικού Πολέμου’.
Μόνο και μόνο το κεφάλαιο αυτό αν διαβάσει κανείς προσεκτικά, (και δει πώς εκφράζεται ο συγγραφέας αυτός [π.χ. για τον σταδιακό ‘ακρωτηριασμό’ και τη ‘συρρίκνωση’ ενός κάποτε κραταιού έθνους σ’ ένα άθλιο κρατίδιο με ‘de facto μειωμένα κυριαρχικά δικαιώματα’, για την πολιτικά ‘ιδιοφυή’ και ‘μεγαλειώδη’ «ανατολική» πολιτική τού Ελευθερίου Βενιζέλου, για τον διαφαινόμενο ‘μελλοντικό εκ Βορρά κίνδυνο’ { ‘Μείζων Αλβανία’ }, για την εμετικά παθητική {ο εδώ χαρακτηρισμός δικός μου} στάση τών Κυπρίων κατά την τουρκική εισβολή, για την υποχρέωση που έχει η Κύπρος να βοηθήσει και οικονομικά στην άρση των ‘εθνικών [εξοπλιστικών] βαρών’ τού Ελληνισμού, για τον θανάσιμο κίνδυνο που συνεπάγεται η [αναγκαστική] υποχωρητικότητα τής Ελλάδας απέναντι στην Τουρκία, για το πώς μπορεί να καταστεί δυνατόν -σ’ έναν τέτοιο πόλεμο- η Ελλάδα να εξουδετερώσει τα -συντριπτικά πλέον- πλεονεκτήματα τής Τουρκίας, για τις ‘μετριότητες, υπομετριότητες και ανθυπομετριότητες’ που μας κυβερνούν, για την ελληνική κοινωνία που -όπως είναι- ‘δεν διαθέτει τα κότσια’ να επιτελέσει τον ηράκλειο άθλο που απαιτείται για την ανατροπή τής σημερινής ‘τρομακτικής’ και ‘ψυχολογικά αφόρητης’ κατάστασης κ.τ.λ.] ),
αν, επαναλαμβάνω, διαβάσει το κεφάλαιο αυτό μόνον, θα αντιληφθεί -νομίζω- αβίαστα ότι το ερώτημα τού τίτλου τού post:
» Ήταν ο Παναγιώτης Κονδύλης Έλληνας; «, (αν δεν είναι ‘προβοκατόρικο’ προκειμένου να εξάψει), είναι προσβλητικό για τη μνήμη του.
Άδικη και ατεκμηρίωτη για τον Π.Κ. βρίσκω και την απόφανση τού / της «bassoart» :
» Το πνεύμα του [του Π.Κ.] είναι μνημείο τακτοποιημένης σκέψης, τόσο τακτοποιημένης, που κινδυνεύει να καταντήσει νεκρή, άψυχη. Φορτωμένη με την ταφική πνευματική σιωπή,…»
Να ‘στε καλά!
20 Αυγούστου, 2011 στις 3:18 πμ
ΣΑΘ
Επανέρχομαι, επειδή θεωρώ ότι -μεταξύ πολλών άλλων σημαντικών- παρέλειψα κάτι χ α ρ α κ τ η ρ ι σ τ ι κ ό:
Στο παραπάνω κείμενό του, ο Π.Κ. μιλάει και για «Ελληνισμό τής Β ο ρ ε ί ο υ
Η π ε ί ρ ο υ» !… [η αραίωση δική μου].
Πόσοι Έλληνες( ‘επίσημοι’ ) μιλάνε σήμερα ανοικτά για Βόρειο Ήπειρο;
20 Αυγούστου, 2011 στις 8:05 πμ
Πάνος
ΣΑΘ,
αν ήθελα να «προσβάλλω» τον Κονδύλη δεν θα αναρτούσα ένα κείμενο με αναλυτικές σημειώσεις από τη μελέτη ενός βιβλίου του.
ΔΕΝ θα «εξηγήσω» τον τίτλο – γιατί αισθάνομαι εγώ προσβεβλημένος!
Όσο για τη Βόρειο Ήπειρο, όλο και κάποιοι θα την σκέπτονται. Και κάποιοι άλλοι θα σκέπτονται την Τσαμουριά, τη Μακεδονία, την «Τουρκική» Θράκη κλπ κλπ.
20 Αυγούστου, 2011 στις 11:38 πμ
ΣΑΘ
@ Πάνος :
# ΔΕΝ θα “εξηγήσω” τον τίτλο – γιατί αισθάνομαι εγώ προσβεβλημένος! #
Δεν είχα καμία απολύτως πρόθεση να σας προσβάλω. Καλόπιστη και ζωντανή συζήτηση κάνουμε.
Η προσεκτική -πιστεύω- διατύπωσή μου, κάνει σαφές ότι:
το ε ρ ώ τ η μ α (από μόνο του) α ν ο Π.Κ. -ένας άνθρωπος με τις θέσεις που παρέθεσα- ή τ α ν ή όχι Έ λ λ η ν α ς, (αν δεν είναι ‘προβοκατόρικο’ για ν’ ανάψουν τα αίματα), είναι -πάντα κατά τη γνώμη μου- «προσβλητικό για τη μνήμη του».
Η προσωπική μου γνώμη εν προκειμένω (αν και δεν μπορώ [και, από ένα σημείο και πέρα, δεν οφείλω] να γνωρίζω ό λ α όσα έχετε γράψει για τον συγγραφέα αυτόν), είναι ότι το ερώτημα είναι ‘προβοκατόρικο’.
Ά σ χ ε τ α, τώρα, με τα παραπάνω, το επιχείρημά σας:
» αν ήθελα να “προσβάλλω” τον Κονδύλη δεν θα αναρτούσα ένα κείμενο με αναλυτικές σημειώσεις από τη μελέτη ενός βιβλίου του.», το βρίσκω ελάχιστα πειστικό.
Η ανάρτηση ενός τέτοιου κειμένου από μόνη της, δεν αποδεικνύει ότι ο αναρτήσας δεν ήθελε να προσβάλει τον ‘παρουσιαζόμενο’ συγγραφέα.
Όπως ασφαλώς γνωρίζετε, υπάρχουν αμέτρητες μυριάδες κείμενα και βιβλία που γράφτηκαν και δημοσιεύτηκαν ειδικά και αποκλειστικά για να προσβάλουν.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα, το βιβλίο τού απαισίας μνήμης ‘Επισκόπου Πλαταμώνος Διονυσίου’ (Ντεληδήμου), » Ακολουθία ετεροφθάλμου και αντιχρίστου Χριστοδούλου τού εξ Ακαρνανίας, 1793 «, εναντίον τού εν εκκλησία [και όχι μόνον] αντιπάλου του (μοναχού) Χριστόδουλου Παμπλέκη, σπουδαίου -μα προκλητικά αγνοημένου- Έλληνα αντιθεοκράτη.
Χαίρε !
21 Αυγούστου, 2011 στις 4:34 πμ
Γιάννης - 2
Νωρίτερα σήμερα μιλούσα γιά την αρχή του τέλους της Μικρασιατικής περιπέτειας της νεώτερης Ελλάδος, που μετέτρεψε την Ελλάδα από ίσο ή και ανώτερο της τότε Τουρκικής οντότητας σε ένα μικρό της..Λίβανο.
Ομιλούσα φυσικά για την άμυαλη εκστρατεία από το Εσκί Σεχήρ προς την Άγκυρα, τον Αύγουστο του 1921, που κατέληξε στο φιάσκο του Σαγγάριου και προετοίμασε την τραγωδία του 1922.
Τώρα καταντήσαμε να ελπίζουμε σε μετριοπαθείς γεωπολιτικές επιλογές της Τουρκίας γιά τη δική μας επιβίωση, παρά στις δικές μας δυνάμεις και αποφασιστικότητα………….
21 Αυγούστου, 2011 στις 7:20 μμ
ΣΑΘ
@ «Γιάννης – 2″
Ο Κονδύλης, πάντως, στο παραπάνω κείμενό του γράφει:
» Λίγο μετά την εγκατάσταση τής Τουρκίας και της Ελλάδας στα σημερινά τους περίπου σύνορα και επίσης μετά την ανταλλαγή τών πληθυσμών, η Ελλάδα είχε 6.200.000 κατοίκους (απογραφή 1928) και η Τουρκία 13.600.000 (απογραφή 1927), ήτοι πάνω-κάτω τους διπλάσιους».
Πού βρισκόμαστε σήμερα εμείς και πού η Τουρκία (και τι αυτό συνεπάγεται), ας μην το συζητάμε καλύτερα…
Με την αναφορά σας στον θρυλικό ‘Σαγγάριο’, με βάλατε κι εμένα στον πειρασμό να αναφερθώ σ’ ένα βιβλίο-πηγή που διάβασα τελευταία, (με το ίδιο θέμα), από αυτά που δεν θα έπρεπε να μου είχαν ‘ξεφύγει’.
Πρόκειται για το βιβλίο «Δορύλαιον – Σαγγάριος» τού ‘Βασιλόπαιδος’ Ανδρέα, των εκδόσεων «ΕΝΑΛΙΟΣ» (2008).
Το βιβλίο είχε πρωτοεκδοθεί στο Παρίσι το 1928 και παρέμενε ουσιαστικά ‘άγνωστο’, θαμμένο (κι αυτό) στον βούρκο τής μισαλλοδοξίας και τής (αυτ)απάτης…
Πρόκειται για συγκλονιστικό προσωπικό αφήγημα που ‘καταβροχθίζεται’ κυριολεκτικά απνευστί.
Με τις απαραίτητες συνοπτικές προεκτάσεις για τα πριν και τα μετά, ο ‘βασιλόπαις’ Ανδρέας, (4ος γιος τού Γεωργίου τού Α΄ και πατέρας τού σημερινού βασιλικού συζύγου τής Αγγλίας), καλύπτει -απ’ τη σκοπιά του φυσικά- την κρισιμότερη φάση τής Μικρασιατικής Εκστρατείας, δηλαδή το [δυστυχώς επί ματαίω] Έπος τού Σαγγαρίου, στο οποίο ο ίδιος πρωτοστάτησε ως Αντιστράτηγος – διοικητής τού Β΄Σώματος Στρατού (23.7.1921 – 18.9.1921). ‘Υπό τας διαταγάς του’, το Σώμα αυτό διέβη τη φοβερή Αλμυρά Έρημο και εκπόρθησε το θρυλικό και στοιχειωμένο Καλέ Γκρότο!
Όπως είναι γνωστό, στα τέλη Νοεμβρίου 1922 ο άνθρωπος αυτός, καθόλου άσχετος -πάντα κατά την ταπεινή μου γνώμη- περί τα στρατιωτικά, καταδικάσθηκε από το επαναστατικό έκτακτο στρατοδικείο -παμψηφεί- σε ισόβια ‘υπερορία’ και έκπτωση από τον βαθμό του, (διότι «απεποιήθη να βαδίση εναντίον τού εχθρού παρά την διαταγήν τής Στρατιάς», παράλειψη που -όπως τον κατηγόρησαν ευρύτατα- είχε ως ‘συνέπεια’ τη ματαίωση τής προελάσεως προς την Άγκυρα…), αποκατασταθείς, βέβαια, πλήρως αργότερα. [«Δρυός πεσούσης…»].
Αν και τυπικά φαίνεται ότι ο Ανδρέας ήταν ένοχος, επί της ουσίας φαίνεται ότι μάλλον είχε δίκιο. Διότι ακριβώς την επομένη τής ‘ανυπακοής’ του, το Β΄Σ.Σ. διατάχθηκε από τη Στρατιά (Παπούλας) να εκτελέσει την (απαγορευθείσα τελικά) κίνηση που ‘αυτοβούλως’ είχε το ίδιο αποφασίσει να κάμει (υπό πολύ καλύτερες συνθήκες) την προηγουμένη …
Άγριες ώρες!…
Παραθέτω, με την άδειά σας, δύο-τρία σημεία:
» Ούτω [μετά το θλιβερό πέρας τών προς Άγκυρα επιχειρήσεων] εισήλθομεν εκ νέου εις τας γραμμάς ημών, ένθα εγκατεστάθημεν δια πρώτην φοράν ακριβώς προ δύο μηνών, μετά την μάχην [της Κιουτάχειας] τής 8ης Ιουλίου [1921]. Ποία διαφορά όμως εις τα συναισθήματα πάντων ημών μετά την νίκην και νυν μετά την ηρωϊκήν μεν πλην άχρηστον και επιζήμιον επιχείρησιν τής Αγκύρας, η θυσία δε της νίκης εκείνης ωφείλετο εις δύο ή τρεις άνδρας [εννοεί κυρίως τους Σαρρηγιάννη και Παπούλα], των οποίων η αμέτρητος φιλοδοξία ήτο ίση προς την αφάνταστον αυτών μωρίαν και αφροσύνην. Το ότι η προς Άγκυραν επιχείρησις δεν κατέληξεν εις [άμεσον] καταστροφήν, οφείλεται μόνον εις την ανδρείαν και αυτοθυσίαν τού Έλληνος στρατιώτου. Η Ανωτάτη Διοίκησις δεν εφάνη εις το ύψος τών περιστάσεων∙ …..»
[Από παρατιθέμενο γράμμα προς φίλο του στην Αθήνα, Δ/βριος 1921]:
«….Συστηματική άμυνα επί του νυν κατεχομένου μετώπου είναι δύσκολος αν όχι αδύνατος, δεδομένου τού φοβερού μήκους αυτού και της ανεπαρκείας τών στρατευμάτων. Ημετέρα υποχώρησις συνεπώς είναι πράγμα, όπερ λίαν ενδεχόμενον είναι να συμβή, είτε αυτοβούλως είτε λόγω πιέσεως τού εχθρού. Θα υπέθετέ τις ότι υπό τοιαύτας συνθήκας θα είχεν ήδη γίνει μελέτη και έναρξις προετοιμασίας μιάς δευτέρας γραμμής μάλλον συνεπτυγμένης και δυναμένης να κρατηθή με τα μέσα άτινα διαθέτομεν. Η κατάστασις τού στρατού δεν μοι εμπνέει πεποίθησιν, η ορμή εξηντλήθη και αν παραμένη τώρα ησύχως επί των γραμμών του, το πράττει διότι νομίζει ότι θα έχωμεν λίαν προσεχώς την ειρήνην. Αν όμως αι διαπραγματεύσεις παραταθούν υπέρ το δέον ή εάν ο Γούναρης επιστρέψη άπρακτος και επομένως έχωμεν εξακολούθησιν τού πολέμου, τότε; Δεν νομίζω ότι ο στρατός θα είναι εις κατάστασιν να αντιμετωπίση σοβαράν ενέργειαν τού εχθρού, αποτυχία δε εις εν σημείον τού μετώπου θα παρασύρη το επίλοιπον και τότε θα σταματήσωμεν πού; ……… Πρέπει να γίνη κάτι το ταχύτερον […] Δεν γνωρίζω τι πρέπει να γίνη, πρέπει όμως να παύσωμεν μπλοφάροντες και να αντιμετωπίσωμεν την κατάστασιν οία πραγματικώς είναι, Διότι, επί τέλους, τι είναι καλλίτερον; Να πέσωμεν εις την θάλασσαν ή να φύγωμεν οικειοθελώς προ τού λουτρού; …»
Και κλείνει το βιβλίο:
«Πλήρης ορμής, πίστεως και αυτοθυσίας ο Έλλην οπλίτης ερρίπτετο εις τον αιωνόβιον αγώνα τής φυλής του, τον αγώνα τού πολιτισμού εναντίον τής Ασιατικής βαρβαρότητος. Η λάμψις τής Ελληνικής λόγχης ήστραπτε και πάλιν εις τα πεδία τού Δορυλαίου, εις το Δίδυμον όρος, εις τας όχθας τού Σαγγαρίου, εις την Άξυλον έρημον. …… Και τα κατορθώματα ταύτα εστοίχισαν αίμα πολύ, αίμα τίμιον και αγνόν, το οποίον όμως ο Έλλην στρατιώτης εθυσίασε μετά ηρωϊκής αυταπαρνήσεως, διότι εγνώριζεν ότι η θυσία του εδίδετο δια το μεγαλείον τής Ελλάδος την οποίαν αυτός και μόνος εδιπλασίασε και διότι την θυσίαν ταύτην εζήτησεν ο ενσαρκώνων την ιδέαν τής Ελλάδος, ο Βασιλεύς Κωνσταντίνος. ….. Επί ματαίω λοιπόν η εσχάτη θυσία τής Μ. Ασίας; Όχι! Διότι ο σπόρος όν έσπειρεν ο Έλλην οπλίτης θα βλαστήση μίαν ημέραν εις δένδρον μέγα και αειθαλές.
Εν τω μεταξύ οι ένδοξοι νεκροί ημών κείνται παρά το πλευρόν τών προπατόρων αυτών, τών οπλιτών τού Μεγάλου Αλεξάνδρου και των στρατιωτών τού Ηρακλείου και του Νικηφόρου Φωκά, ο δε ψίθυρος τών κυμάτων τού Αιγαίου κομίζει εις τας ελληνικάς ακτάς τον αντίλαλον τής ηχούς:
Ώ ξειν αγγέλλειν Λακεδαιμονίοις ότι τήδε κείμεθα τοις κείνων ρήμασι πειθόμενοι. »
Λόγια, αναρωτιέται κανείς, ενός ‘ξενόδουλου παλατιανού κουραμπιέ’, ή ενός βαθιά πληγωμένου Έλληνα;
Όνειρα αγιασμένα, όνειρα φρούδα…
Εις μνήμην όλων εκείνων των Ελλήνων που έ π ε σ α ν για το (χαμένο πια) όνειρο και όραμα τής Ιωνίας,
» Audiatur et altera pars » !
Χαίρε!
21 Αυγούστου, 2011 στις 9:40 μμ
Πάνος
Καλύτερα να μη σχολιάσω τα γραπτά της Α.Υ, του Πρίγκιπος Ανδρέα…
22 Αυγούστου, 2011 στις 12:35 πμ
ΣΑΘ
@ Πάνος :
Ευχαριστώ για το (έστω και ειρωνικό / απαξιωτικό) σχόλιο! Με διδάσκει πώς να χρησιμοποιώ στο εξής επωφελέστερα τον χρόνο μου.
Προς το παρόν, αντί απαντήσεως, επαναλαμβάνω επιμόνως:
» Audiatur et altera pars » !
ΥΓ
Δεν ξέρω αν έχετε διαβάσει το βιβλίο κι αν σας ‘είπε’ κάτι που δεν ξέρατε.
Εμένα, πάντως, μου είπε κάμποσα.
22 Αυγούστου, 2011 στις 12:41 πμ
Γιάννης - 2
Ο πατέρας μου ήταν εκεί, με το Β’ Σώμα Στρατού. Πολέμησε στο Καλέ Γκρότο, και μάλιστα, λόγω προφανούς έλλειψης, στο τέλος της μάχης έγινε τραυματιοφορέας…
Γιά την άρνηση εκτέλεσης της διαταγής από τον τότε Σωματάρχη πρίγκιπα Ανδρέα, γεγονός γιά το οποίο καταδικάστηκε, αυτό που θυμάμαι να λέει, είχε αυτήν την έννοια:
«αυτός μπορούσε να πει όχι στον Παπούλα…».
22 Αυγούστου, 2011 στις 7:24 πμ
Πάνος
ΣΑΘ,
καλημέρα – ειρήνη ημίν! 🙂
Σας επισημαίνω απλώς ότι:
– ο «πατρωτισμός» της Αυτής Υψηλότητος είναι ταυτόσημος με εκείνον του Χίτλερ, καθώς προσδιορίζεται με τον αγώνα «του πολιτισμού κατά της Ασιατικής βαρβαρότητος». Πρόκειται δηλαδή για ένα ανατριχιαστικό μείγμα εθνικισμού και ρατσισμού.
– ο Βασιλεύς Κωνσταντίνος όχι μόνο δεν υπήρξε εικόνα ενότητας, αλλά ήταν ο βασικός υπεύθυνος του διχασμού, καθώς επέμενε να μη βασιλεύει μόνο αλλά να κυβερνά κιόλας, περιφρονώντας τις επιλογές του ελληνικού λαού στις εκλογές. Άσε που εξαιτίας του παραλίγο να έχουμε σήμερα το Μοναστήρι, αντί της Θεσσαλονίκης, επειδή ο «μεγαλειότατος» ήξερε καλύτερα από το Βενιζέλο!
– η πλήρης συμμόρφωση των στρατιωτικών ηγετών προς τις εντολές των ανωτέρων τους είναι αυτονόητη ακόμα και στους πρωτοετείς μαθητές της Σχολής Ευελπίδων. Οι πρίγκιπες ΔΕΝ εξαιρούνται.
Το βιβλίο, όχι, δεν το έχω διαβάσει. Ευκαιρίας δοθείσης, δεν θα παραλείψω – η ανάγνωση είναι η διαχρονική μου συνήθεια 😉
*
Γιάννη, καλημέρα και καλή βδομάδα!
22 Αυγούστου, 2011 στις 12:25 μμ
ΣΑΘ
@ Πάνος :
Δεν επιχείρησα, αγαπητέ Πάνο, ούτε την ιστορία τού Διχασμού να συνοψίσω, ούτε τον ‘Κωνσταντινισμό’ να υπερασπισθώ, ούτε την ανυπακοή τών κατωτέρων προς τούς ανωτέρους τους να δικαιολογήσω*.
Ένα -ενδιαφέρον κατά τη γνώμη μου- βιβλίο τής «άλλης πλευράς» (της ‘κακής’, τής ‘αναθεματισμένης’, τής θαμμένης) προσπάθησα να παρουσιάσω συνοπτικά, με θέμα το επί ματαίω Έπος τού Σαγγαρίου, 90 ακριβώς χρόνια μετά τη θρυλική μάχη τού Καλέ Γκρότο (13-18 Αυγούστου 1921), την κορυφαία -κατά τη γνώμη μου- και πιο κρίσημη στιγμή τού Ελληνικού Στρατού.
Κατανοητή μέχρις ενός σημείου η ειρωνεία σας ( «Α.Υ.» ), αλλά δεν νομίζω ότι βοηθάει να δούμε το ζήτημα στη ρίζα του.
Αυτοί που διάβηκαν την » Άξυλον έρημον», αυτοί που έπεσαν στο Καλέ Γκρότο, ο ίδιος ο ‘βασιλόπαις Ανδρέας’ (έτσι τού άρεσε να αποκαλείται) που τους διοικούσε, δεν ήταν μόνο βασιλόφρονες ή βενιζελικοί. Ήταν, πάνω απ’ όλα, ΕΛΛΗΝΕΣ. Και για τη δόξα και το μεγαλείο τής Ελλάδας έπεσαν.
# ο “πατρωτισμός” της Αυτής Υψηλότητος είναι ταυτόσημος με εκείνον του Χίτλερ, καθώς προσδιορίζεται με τον αγώνα “του πολιτισμού κατά της Ασιατικής βαρβαρότητος”. Πρόκειται δηλαδή για ένα ανατριχιαστικό μείγμα εθνικισμού και ρατσισμού. #
Κυριολεκτικά με καταπλήσσετε !…
Μα με αυτό το «ανατριχιαστικό μείγμα εθνικισμού και ρατσισμού», με το
«Τούρκος μη μείνει στο Μωριά μηδέ στον κόσμον όλο», με «τον αγώνα του πολιτισμού κατά της Ασιατικής βαρβαρότητος», (μ’ αυτά που μεγαλώσαμε ακόμα κι εμείς -οι λίγο παλιότεροι), μ’ αυτά δεν είναι που γίναμε κράτος το 1830 και φτάσαμε σταδιακά εκεί που φτάσαμε;
Χαίρε!
ΥΓ
Αλήθεια, σημειώνω, η συμπεριφορά τού Πλαστήρα (τόσο κατά τη διάρκεια τής Μικρασιατικής Εκστρατείας όσο και αργότερα [επανάσταση 1922, κινήματα 1933 και 1935, όλα καταξιωμένα αν όχι αγιασμένα στη συνείδηση τής ‘δημοκρατικής’ Ελλάδας] ), ήταν δείγμα «πλήρους συμμορφώσεώς του» προς τις «εντολές των ανωτέρων του»;
22 Αυγούστου, 2011 στις 12:54 μμ
Πάνος
Το 1821 έγινε μια επανάσταση κατά της Οθωμανικής βαρβαρότητας. Το 1921 έγινε μια τυχοδιωκτική επίθεση για κατάληψη της Άγκυρας, ιμπεριαλιστικού τύπου.
Καμιά σχέση το ένα με το άλλο.
Δείτε το και ανάποδα: οι Οθωμανοί στα 1821 πολεμούσαν για να παραμείνουν οι άλλοι λαοί σκλάβοι. Οι Τούρκοι στα 1921 πολεμούσαν για να κρατήσουν τη δική τους γη ελεύθερη και το δικό τους κράτος ανεξάρτητο.
Με λίγα λόγια, οι ρόλοι είχαν αντιστραφεί – με κύρια ευθύνη της ανόητης βασιλικής κυβέρνησης των Αθηνών, η οποία αντί να περιοριστεί στη διατήρηση των κεκτημένων (Σμύρνη κλπ) φαντασιωνόταν ότι θα ανασυστήσει τη βυζαντινή αυτοκρατορία!
Αλλά, τα λάθη πληρώνονται. Και τα λάθη του επηρμένου, επιθετικού εθνικισμού, πληρώνονται σχεδόν πάντοτε με καταστροφές. Η λογική του βασιλόπαιδος Ανδρέα, όπως ο ίδιος την σκιαγραφεί στα κείμενα που παραθέσατε, δεν ήταν τίποτε λιγότερο από εγγυημένη συνταγή καταστροφής.
(Βρε κουβέντα που πιάσαμε καλοκαιριάτικα…)
22 Αυγούστου, 2011 στις 1:30 μμ
Πάνος
Αν θυμάμαι καλά, ο ίδιος ο Κονδύλης σχολιάζοντας τη Μικρασιατική Εκστρατεία έγραφε ότι η ελληνική πλευρά είχε να επιλέξει ανάμεσα στις επιλογές:
Είτε να προσπαθήσει να καταλάβει τον (αχανή) χώρο, πράγμα που έκανε, με τραγικά αποτελέσματα, είτε να δημιουργήσει προγεφυρώματα κοντά στις ακτές και να τα υπερασπίσει, γεγονός εξαιρετικά δύσκολο καθώς οι Τούρκοι θα είχαν την πολυτέλεια να τα …αγνοήσουν, μέχρι να «καθαρίσουν» όλα τα υπόλοιπα μέτωπα.
Η δεύτερη επιλογή, πάντως, ήταν εκείνη που άφηνε κάποια περιθώρια επιτυχίας.
Αυτά όμως είναι έτσι κι αλλιώς «ψιλά γράμματα» για τους βασιλόπαιδες που εκστρατεύουν με βάση την υπεροχή του «ιερού αίματος των Ελλήνων» σε σχέση με εκείνο της «βάρβαρης Ανατολής».
22 Αυγούστου, 2011 στις 2:03 μμ
Στάθης Δ
Για την Μικρασιατική (νομίζω ότι) έλεγε πώς ήταν (στενά στρατιωτικά) λάθος, να πώ την αλήθεια βαριέμαι να ανοίξω τα βιβλία τώρα… :cool:.
Η κατάληψη της Αγκυρας ήταν αδύνατη όπως και η υπεράσπιση του θύλακα της Σμύρνης, άποψι που υποστήριξε τότε ο Μεταξάς (πέρα από τα γνωστά κουσούρια του, εθεωρείτο άριστος επιτελικός) ως επιτελής του ΓΕΣ και ήταν βέβαια σωστή αλλά ο μεγαλοϊδεατισμός και η ανεπάρκεια επικράτησαν (ως συνήθως).
Πιό λογικό (και απόλυτα εφικτό) θα ήταν η επικέντρωση στην (σημερινή) Ανατολική Θράκη με προφανή οφέλη (ενιαίος χώρος, έμμεσος έλεγχος στενών, εύκολα υπερασπίσιμο έδαφος), με την Σμύρνη σε καθεστώς αυτονομίας και ανοιχτή την ενσωμάτωση με μελλοντικό δημοψήφισμα
Οσον αφορά τα προγεφυρώματα που λές, ο Κονδύλης τα αναφέρει ως μία λάθος επιλογή σε μία (υποτιθέμενη) Ελληνοτουρκική σύγκρουση όπου η Τουρκική πλευρά έχει την πολυτέλεια να τα αγνοήσει. Προκρίνει την απόπειρα κατάληψης εδαφών και πάλι στην Α. Θράκη (και των Ιμβρου-Τενέδου επίσης), και πάλι για απλούς λόγους (μια ματιά στον χάρτη αρκεί)
Αλλά όντως, δεν είναι καλοκαιριάτικη κουβέντα αυτή. Οι ΔΕΘικές εξαγγελίες (aka παπάρια μάντολες) ενθεν κακείθεν προηγούνται
22 Αυγούστου, 2011 στις 3:37 μμ
Β.Δ. Καργούδης
Έτσι για το καλοκαιρινό του πράγματος, οι ελληνικές επιλογές για στρατιωτική δράση προς Α,
ΔΕΝ ήταν άπειρες και ανοιχτές, λες και κάποιος μας είπε
«τραβηχτείτε τώρα κατά Τουρκιά μεριά και ότι καζαντήσετε…»
Προσδιορίζονταν αυστηρα περιοριστικά απ το περιεχόμενο του mandat των μεγάλων Δυνάμεων για τα Μικρασιατικά παράλια…
Και τώρα, πίσω στις….ΔΕΘικές εξαγγελίες, που όπως λέει κι ο @Στάθης, «προηγούνται»
(Σε τί, άραγε;)
22 Αυγούστου, 2011 στις 3:40 μμ
Γιάννης - 2
Πάνο, ΣΑΘ,
Πραγματικά, κουβέντα που πιάσατε καλοκαιριάτικα.
Γιά τον Διχασμό όπως, και γιά τόσα άλλα ιστορικά θέματα, ο καθένας από εμάς έχει τη γνώμη του και μετά ψάχνει να βρεί στοιχεία να την δικαιώσει.
Άσχετα πως και γιατί ξεκίνησε η Μικρασιατική Εκστρατεία, η πορεία του Ελληνικού Στρατού προς τα εμπρός το 1920 και το 1921 δεν γινόταν γιά την κατάληψη νέων εδαφών, αλλά με τον συνεχώς επαναλαμβανόμενο σκοπό «την καταστροφή του Τουρκικού στρατού, ώστε να υποχρεωθεί ο Κεμάλ και η Τουρκική Εθνοσυνέλευση να υπογράψουν ανακωχή και ειρήνη».
Καλή εβδομάδα και στους δυό σας, και κάτω τα βέλη!!
22 Αυγούστου, 2011 στις 3:47 μμ
Β.Δ. Καργούδης
Μην ξεχάσω και μια άτεχνη από τη μεριά μου απόπειρα, να ζεύξω με έναν τρόπο το θέμα του ποστ με το σημερινό ξόδι του Ν Θέμελη:
Όπως έλεγε, η μοίρα μας, ταυτίζεται με την έκβαση ενός διπλού άλματος στο οποίο υποχρεούμαστε:
*ένα (άλμα, κατάδυση κριτική πιο σωστά) στο ΠΑΡΕΛΘΟΝ, που θα εξουδετέρωνε τις υστερήσεις & τα ελλείμματα, απότοκα και τα δύο της απουσίας
(ή της ελάχιστης & άκρως ιδιότυπης παρουσίας) μας
από ή στον ευρωπαϊκό Διαφωτισμό, και
*άλλο ένα (άλμα) στο ΜΕΛΛΟΝ αυτή τη φορά, που θα ολοκληρώσει μια σειρά αναγκαίων ΕΚΣΥΓΧΡΟΝΙΣΜΩΝ, για να αποκτήσει ζωτικό περιεχόμενο και ιστορικό βάθος η ευρωπαϊκή μας ένταξη…
22 Αυγούστου, 2011 στις 4:09 μμ
ΣΑΘ
@ Πάνος :
Γράφετε : » Το 1821 έγινε μια επανάσταση κατά της Οθωμανικής βαρβαρότητας. Το 1921 έγινε μια τυχοδιωκτική επίθεση για κατάληψη της Άγκυρας, ιμπεριαλιστικού τύπου».
Και η Επανάσταση, αγαπητέ κ. Πάνο, σ’ αυτό το (όπως το λέτε) «ανατριχιαστικό μείγμα εθνικισμού και ρατσισμού» πάτησε ουσιαστικά. Εμείς (το ‘Γένος’) ήμασταν οι καλοί, οι πιστοί, οι κληρονόμοι υψηλού πολιτισμού. Εκείνοι ήταν οι κακοί, οι άπιστοι, οι βάρβαροι…
Και βέβαια η Επανάσταση εκείνη, δεν τελείωσε το 1830, με την ίδρυση ανεξάρτητου ελληνικού Κράτους. ‘Εθνικά εδάφη’ και ‘αλύτρωτοι αδελφοί’ είχαν μείνει απέξω και απλώς ανεζητείτο ή ανεμένετο η κατάλληλη ευκαιρία να ενσωματωθούν στο εθνικό κορμό. Αυτό ακριβώς το όνειρο τής εθνικής ολοκλήρωσης, τής «αναστάσεως τών πεπτωκότων», τής ανασύστασης τής μεγάλης (Βυζαντινής) Ελλάδας, αυτό δεν ήταν η Μεγάλη Ιδέα; Επ’ ευκαιρία, τι ήταν κατά τη γνώμη σας το 1912-13; Απελευθερωτικός ή ιμπεριαλιστικός πόλεμος;
Η φράση σας: «Το 1921 έγινε μια τυχοδιωκτική επίθεση για κατάληψη της Άγκυρας, ιμπεριαλιστικού τύπου», δίνει την εντύπωση ότι το θέμα τής Μικρασιατικής μάλλον δεν είναι το «φόρτε» σας.
Κανένας, ποτέ δεν επεδίωξε την κατάληψη τής Άγκυρας προκειμένου να την ‘ενσωματώσει’ στην ‘υπό κατασκευήν’ «Μεγάλη Ελλάδα» !
Αφού ο ικανότατος Κεμάλ γλίτωσε, στο παρά 5, την περικύκλωση και την ολοκληρωτική συντριβή (Κιουτάχεια, αρχές Ιουλίου 1921), ήμασταν α ν α γ κ α σ μ έ ν ο ι εκ τών πραγμάτων να τον αναζητήσουμε και να τον συντρίψουμε στο πεδίο τής μάχης και να το εξαναγκάσουμε έτσι να δεχθεί την ειρήνη που θα του επιβάλλαμε. Κι αν κάτι τέτοιο δεν θα απεδεικνύετο εφικτό, υπολογίζαμε (υπολόγιζαν κάποιοι και πίστευαν ‘ευλόγως’ ότι μπορούσαν να το επιτύχουν) ότι η κατάληψη τής Άγκυρας θα είχε καταλυτικόν για το ηθικό [και όχι μόνον] τού εχθρού αντίκτυπο, οπότε το αποτέλεσμα θα ήταν πιθανότατα το ίδιο. Στη χειρότερη περίπτωση, η ριζική καταστροφή τής σιδηροδρομικής γραμμής Αγκύρας-Εσκή Σεχήρ, θα ανακούφιζε τη Στρατιά για (κρίσιμα) αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα.
Είναι απλό. Για να κρατηθεί η Σμύρνη, ήμασταν α ν α γ κ α σ μ έ ν ο ι πλέον να φθάσουμε ως την Άγκυρα. Δεν ήταν ούτε παλαβοί ούτε επίορκοι εκείνοι που αποφάσισαν την επιχείρηση εκείνη. Είχαν τους (σοβαρούς) λόγους τους, έκαμαν τούς υπολογισμούς στους, ρίσκαραν, μα δεν τους βγήκε.
Γράφετε: «Οι Τούρκοι στα 1921 πολεμούσαν για να κρατήσουν τη δική τους γη ελεύθερη και το δικό τους κράτος ανεξάρτητο».
Πολύ σωστά. Το ίδιο δεν έκαναν και το 1912-13; Πολεμούσαν, βέβαια, γι’ αυτό οι Τούρκοι, αλλά κι εμείς πολεμούσαμε διότι θεωρούσαμε τη Μακεδονία π.χ. και τη δυτική Μικρά Ασία ως σκλαβωμένο εθνικό έδαφος, και τους εκεί εκατομμύρια Έλληνες ως αλύτρωτους αδελφούς.
Γράφετε: «Αυτά όμως είναι έτσι κι αλλιώς ‘ψιλά γράμματα’ για τους βασιλόπαιδες που εκστρατεύουν με βάση την υπεροχή του “ιερού αίματος των Ελλήνων” σε σχέση με εκείνο της ‘βάρβαρης Ανατολής’ » (!!!)
Τη μεγάλη πορεία προς την Ανατολή, αγαπητέ κ. Πάνο, (και κάνει και αφόρητη ζέστη εδώ -που να πάρει…) δεν την αποφάσισαν οι ‘βασιλόπαιδες’ που λέτε. Την αποφάσισε και την πραγματοποίησε ο Μεγάλος Ελευθέριος Βενιζέλος. Άλλο αν από τον Μάιο του 1919 μέχρι τον Νοέμβριο του 1920 που ήταν στα πράγματα (διάστημα καθόλου μικρό) δεν κατόρθωσε να την ολοκληρώσει….
Ακόμα και στη συγκεκριμένη επιχείρηση προς την Άγκυρα, (την οποία αποφάσισε η τότε εκλεγμένη ελληνική κυβέρνηση σε στενή συνεργασία με την επί τόπου στρατιωτική ηγεσία), ο συγκεκριμένος ‘βασιλόπαις’ ήταν κάθετα αντίθετος.
Το λέει άλλωστε και στο απόσπασμα τού βιβλίου που παρέθεσα, αλλά φαίνεται ότι δεν το προσέξατε. Μιλάει συγκεκριμένα για την «άχρηστον και επιζήμιον επιχείρησιν τής Αγκύρας…» Στο σημείο αυτό, (όπως και στο σύνολο τού σχολίου του -με το οποίο βασικά συμφωνώ), ο αγαπητός «Στάθης Δ» είναι πιο καλά ενημερωμένος.
Να ‘στε καλά!
22 Αυγούστου, 2011 στις 5:39 μμ
Ενη
Αγαπητέ Βαγγέλη,
Θυμίζεις σκέψεις του Ν.Θέμελη οπως:
«άλλο ένα (άλμα) στο ΜΕΛΛΟΝ αυτή τη φορά, που θα ολοκληρώσει μια σειρά αναγκαίων ΕΚΣΥΓΧΡΟΝΙΣΜΩΝ, για να αποκτήσει ζωτικό περιεχόμενο και ιστορικό βάθος η ευρωπαϊκή μας ένταξη»
Ομως η σημερινή εξέλιξη των πραγμάτων, σε ο,τι αφορά «την
ευρωπαική μας ενταξη» , δεν εχει καθόλου ομοιότητες με τις τότε επιδιώξεις μας επειδή εχουν συμβεί μεγάλες ανατροπές .
Ειναι αυτό που λέγεται οτι στη σημερινή εποχή οποιαδήποτε πρόβλεψη για το μέλλον ειναι εξόχως παρακινδυνευμένη.
22 Αυγούστου, 2011 στις 6:13 μμ
Πάνος
Αγαπητέ ΣΑΘ,
προτείνω …ανακωχή. Το θέμα είναι πολύ μεγάλο και αξίζει να το συζητήσουμε αργότερα, σε ξεχωριστό ποστ και σε χαμηλότερες θερμοκρασίες 😉
22 Αυγούστου, 2011 στις 7:37 μμ
ΣΑΘ
@ Πάνος :
Εις το επανιδείν, λοιπόν !
26 Νοεμβρίου, 2012 στις 4:22 μμ
T
δεν λέμε «ειδοποιά»
30 Ιουνίου, 2013 στις 3:09 πμ
aftercrisis
Παναγιώτης Κονδύλης: Το έθνος στην πλανητική εποχή – Tο μέλλον του έθνους στην Eυρώπη του αύριο
Πλήρη τα 2 διαχρονικώς σημαντικά άρθρα («Καθημερινή» 1996) σε μορφή html – μαζί, σε κοινή ανάρτηση
http://aftercrisisblog.blogspot.com/2013/06/t-e.html
30 Ιουνίου, 2013 στις 10:14 πμ
Πάνος
+1
4 Μαΐου, 2015 στις 5:18 μμ
«Εθνικισμός και αντιεθνικισμός» του Παναγιώτη Κονδύλη « olympia.gr
[…] στη νεοελληνική κοινωνία και ιδεολογία» (περίληψη:https://panosz.wordpress.com/2009/02/28/kondylis/#more-5738). Για την έννοια του έθνους στον Π.Κ., βλ. Το έθνος στην […]
24 Απριλίου, 2016 στις 9:43 μμ
Παναγιώτης Κονδύλης: η καχεξία του ελληνικού στοιχείου στη νεοεεληνική κοινωνία και ιδεολογία – Σημειώσεις για τον Εμφύλιο
[…] Πηγή: Ήταν ο Παναγιώτης Κονδύλης Έλληνας; | Η καλύβα ψηλά στο … […]
6 Νοεμβρίου, 2016 στις 4:28 μμ
olympia.grΤο φιλότιμο μας, θηλιά στον λαιμό τους, όχι στον δικό μας. Μαθαίνοντας τη φύση, την κοινωνία, τον εαυτό μας. Μαθαίνοντας ξανά να ζούμε! Eco
[…] στη νεοελληνική κοινωνία και ιδεολογία» (περίληψη:https://panosz.wordpress.com/2009/02/28/kondylis/#more-5738). Για την έννοια του έθνους στον Π.Κ., βλ. Το έθνος στην […]
12 Νοεμβρίου, 2016 στις 12:07 πμ
«Εθνικισμός και αντιεθνικισμός» του Παναγιώτη Κονδύλη | Προδρομικός
[…] στη νεοελληνική κοινωνία και ιδεολογία» (περίληψη:https://panosz.wordpress.com/2009/02/28/kondylis/#more-5738). Για την έννοια του έθνους στον Π.Κ., βλ. Το έθνος στην […]
17 Μαρτίου, 2018 στις 1:28 πμ
Το παρασιτικό μοντέλο, η «αριστερά» και η «νεοελληνική σχιζοφρένεια» | Σίμος Κουταλιανός
[…] από τον Πάνο Ζέρβα […]
17 Μαρτίου, 2018 στις 1:34 πμ
ΟΙ ΑΙΤΙΕΣ ΤΗΣ ΠΑΡΑΚΜΗΣ ΤΗΣ ΣΥΓΧΡΟΝΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ | Σίμος Κουταλιανός
[…] από τον Πάνο Ζέρβα […]
29 Μαρτίου, 2019 στις 12:13 πμ
Οι αιτίες της παρακμής της σύγχρονης Ελλάδας | Σίμος Κουταλιανός
[…] από τον Πάνο Ζέρβα […]