Με αφορμή τη φωτό που έβαλε ο Πάνος σε ένα πρόσφατο πόστ αναπτύχθηκε μια «φιλολογία» σχετικά με τη προέλευση της φωτογραφίας αλλά και της νεαράς καλλιπύγου ύπαρξης που απεικονιζόταν στο εικαστικό διάνθισμα του ποστ. Το λίνκιον :
Ξαφνικά νοστάλγησα το καλοκαίρι… « Η καλύβα ψηλά στο βουνό
Επιμένω ότι η φωτό προέρχεται από τα μυστικά αρχεία του ΙΘΙ , ληφθείσα προ ετών από το πρόεδρό μας Θείο Ισίδωρο αυτοπροσώπως , τότε που έσχιζε τα πέλαγα για να επιστρέψει επιτέλους στη πατρίδα του. Η ασθενική μου μνήμη με οδήγησε στο συμπέρασμα ότι πρόκειται για τα οπίσθια της ( λιουμπλιού ) Σβετλάνας για την οποία περισσότερα στο παλαιό μου πόνημα περί Γράμμου.
Γράμμος « Η καλύβα ψηλά στο βουνό
Ο Πάνος μου τόνισε ότι η φωτό αφορά Τσέχα ντεπυτάντ της «καλής» κοινωνίας και έσπευσα να ανατρέξω στα αρχεία του ιδρύματος.
Πράγματι έχει δίκιο αφού σε μια γωνία του υπογείου και εντός του φοριαμού που φέρει τίτλο : «Ημερολόγια ( κατα) στρώματος ξθ’ » ο Θείος Ισίδωρος είχε καταχωρήσει ( με ήτα κύριοι ) ιδιόχειρες σημειώσεις και πρωτότυπα φύλλα ημερολογίου καταγεγραμμένα τη περίοδο της επιστροφής του από τα Γκουλάγκ με τη σκούνα του «Η Μεγαλόχαρη».
Παρά το δυσανάγνωστο του χαρακτήρα και τα έντονα σημάδια του χρόνου πάνω στα χειρόγραφα μπόρεσα να ξεδιαλύνω διάφορα ενδιαφέροντα στοιχεία σχετικά με τη ναυτική περιπέτεια του Προέδρου και Θείου Ισιδώρου μας και λόγω μιας χρόνιας πάθησης μου να μεταγράφω σε αδέξιους δεκαπεντασύλλαβους αφηγήσεις και ιστορίες ( μια πάθηση μου για την οποία γνωρίζουν όλοι οι παλαιοί Καλυβίστες ) ιδού παρακάτω το ποιητικό μου ατόπημα :
ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ( ΚΑΤΑ ) ΣΤΡΩΜΑΤΟΣ ΙΓ’
Το ύδωρ , ήτοι το νερό , σε λίμνες και πελάγη
σ’ ωκεανούς και ποταμούς το είχε για προσφάγι
ο καπετάν Ισίδωρος του Γράμμου το λιοντάρι
πούχε παλάμες δυό οργιές , μεγάλη του η χάρη
Και όταν εδραπέτευσε από τη Σιβηρία
αφήνωντας ξοπίσω του τη μαύρη εξορία
όπου τον καταδίκασαν Χρουστσώφ και Κολιγιάννης
θύμα κι αυτός δικαστικής κείνων των χρόνων πλάνης
εις το Μουρμάνσκ αφίχθηκε καβάλλα σε καμήλα
και έσερνε ξοπίσω του μια ξανθή Λουντμίλλα
μα μέσα στο σακκούλι του κουβάλαγε πλατίνα
που την εμάζευε κρυφά σαν ήταν μες τη μίνα.
Δύσκολα χρόνια στο Γκουλάγκ , δεν ήταν για κυρίες
όμως υπήρχαν και εκεί ν’ αδράξει ευκαιρίες
δεν τόρριξε ο Ισίδωρος στη ξάπλα , το ραχάτι
πλατίνα εμπορευότανε , πετράδια και αχάτη
μέσα στο κόλπο έμπασε και τη μεστή Σβετλάνα
που αμέσως ερωτεύτηκε τα μάτια του τα πλάνα
το διευθυντή των φυλακών και τις αρχές του τόπου
όλοι τους υποδείγματα Σοβιετικού ανθρώπου.
Αντάμα τη περνούσανε όλοι ζωή και κότα
και όταν στο στρατόπεδο εσβήνανε τα φώτα
με τη Σβετλάνα αγκαλιά μετρούσανε τ αστέρια
και ο παράς – δολλάρια τους ζέσταινε τα χέρια.
Όμως δεν ήτανε γραφτό τέλος καλό να φτάσει
το κόλπο αποκαλύφθηκε , όσοι δεν τάχαν πιάσει
στο Μπρέζνιεφ τους προδώσανε στη Μόσχα τους καρφώσαν
και τα δολλάρια χάθηκαν και άλλοι τα τσεπώσαν.
Τα πράγματα δυσκόλεψαν , τι είχε πιά να χάσει
παρά τις αλυσίδες του , έπρεπε να αποδράσει
γιατί μονάχος έμεινε και η Σβετλάνα εχάθη
( αργότερα στο Κίεβο λένε πως εθεάθη ).
Βέβαια του χρειαζότανε καινούργιο ταίρι νάβρει
χωρίς γυναίκα είσαι μισός , το ξέρουν και οι μαύροι
ήταν μια καγκεμπίτισα τη λέγανε Λουντμίλλα
είχε δυό μάτια γαλανά , τα στήθη είχε σαν μήλα
λεφτά της υποσχέθηκε , ταξίδια στη Ευρώπη
και λούσα και φορέματα , μετάξι ένα τόπι
αλλά αυτή , ζωντόβολο , τα μάτια του αγαπούσε
και τα γλυκα τα χάδια του όταν τη κοινωνούσε
Και έτσι τα σχεδιάσανε μαζί με τη Λουντμίλλα
( το Λάντα δεν ξεκίναγε κι έφερε μια καμήλα )
μάζεψε τα καζάντια του το σύρμα καβαλλάει
και μες στη τούνδρα χάθηκε , για το Μουρμάνσκ τραβάει…..
( Τις επόμενες μέρες η συνέχεια …. )
1 Σχολιο
Comments feed for this article
6 Νοεμβρίου, 2009 στις 7:26 μμ
sissa ben dahir
Απ το Μουρμάνσκ κατάφερε στον Πειραιά να φτάσει,
του είναι τόσο δύσκολο από το ΙΘΙ να ξαναπεράσει;