Σήμερον 27ην Μαιμακτηριώνος, ο Δημήτριος Καμπουράκης έγραψε στο protagon.gr και ο sissa ben dahir μετέγραψε στην καλύβα.
Τις επόμενες εκατό(;) μέρες, υποτίθεται ότι η κυβέρνηση θα προχωρήσει στην σκληρότερη παρέμβαση που έγινε ποτέ για να αντιμετωπίσει τα θηριώδη ελλείμματα και την απερίγραπτη ανοργανωσιά τού στενού και του ευρύτερου δημόσιου τομέα. Είμαι βέβαιος ότι ο Γιώργος Παπανδρέου βλαστημά την τύχη που έριξε σ’ αυτόν τον κλήρο να προχωρήσει στην επικείμενη σφαγή, οφείλει όμως να συνειδητοποιήσει ότι το σημερινό του «χρέος» αποτελεί ένα είδος εκδίκησης της ιστορίας.
Διότι τα τελευταία τριάντα χρόνια, ήταν πρωτίστως οι κυβερνήσεις τού ΠΑΣΟΚ που παραφούσκωσαν με προσωπικό τις δημόσιες υπηρεσίες και ειδικά τις «πολυτελείς» ΔΕΚΟ, οι οποίες σήμερα ξαπλώνουν στην κλίνη του Προκρούστη. Αρκεί να ρίξει κανείς μια ματιά στα ποσοστά που παίρνει η ΠΑΣΚΕ σ’ όλους αυτούς τους οργανισμούς (μεταξύ 50% και 70%), για να καταλάβει τι είχε γίνει διαχρονικά. Εφ’ όσον λοιπόν το ΠΑΣΟΚ καρπώθηκε επί δεκαετίες τα πολιτικά οφέλη αυτών των διορισμών, αποτελεί πράξη στοιχειώδους ιστορικής δικαιοσύνης να εισπράξει τώρα και το πολιτικό κόστος τής κατεδάφισης αυτού του οικοδομήματος.
Για να είμαι ακριβοδίκαιος, πιστεύω ότι ο Καραμανλής έχει τεράστιες ευθύνες διότι επί των ημερών του ξεχείλισε το ποτήρι, χωρίς ο ίδιος να κάνει το παραμικρό για να το αντιμετωπίσει με τη εθνική ευθύνη που έπρεπε να έχει ένας σοβαρός Πρωθυπουργός. Παρέδωσε την εξουσία και κάθισε σε μια γωνιά για να παίξει το μπεγλέρι του, το οποίο τον συντροφεύει πλέον σ’ όλες τις δημόσιες εμφανίσεις του. Όμως, από τη μέση που βρισκόταν το ποτήρι της εθνικής οικονομίας το 1974 του γέρο-Καραμανλή έως την υπερχείλιση του ανιψιού το 2009, το περισσότερο νερό το έριξαν οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ. Έχω προσωπική αντίληψη του γεγονότος ότι από το 1981 μέχρι και το 1996 τουλάχιστον, όποιο υψηλό ή μεσαίο «στέλεχος του Κινήματος» επέλεγε να εργαστεί στον ιδιωτικό τομέα, θεωρούνταν τους υπόλοιπους χαζός ή ιδιόρρυθμος. Ήταν τόσο εύκολο να μπει κανείς σε μια καλή θέση του δημοσίου, τόσο επαρκείς οι αποδοχές από την πρώτη στιγμή και τόσο γρήγορη η ανέλιξη, που έμοιαζε με παλαβομάρα η επιλογή του σκληρού δρόμου μιας καριέρας εκτός κράτους. Ο διορισμός ήταν σχετικά απλή υπόθεση και καλά αμειβόμενες θέσεις υπήρχαν παντού. Ιδιαίτεροι υπουργών και γραμματέων, συνδικαλιστές, διευθυντές, προϊστάμενοι, μετακλητοί σε βουλευτές, κολλητοί κομματικών νομαρχών και δημάρχων, όλοι έβρισκαν τρόπο να διοριστούν μόνιμοι. Αλλά και όποιος έμπαινε σε μια απλή θέση του δημοσίου, κατ’ ευθείαν μεταφερόταν στις παραπάνω θέσεις για να πληρώνεται καλύτερα και να ασκεί τοπική ή κλαδική εξουσία.
Εκείνα τα χρόνια δημιουργήθηκε το σώμα των εργαζομένων στο δημόσιο και στις ΔΕΚΟ, που αποτελεί σήμερα το σκληρό ΠΑΣΟΚ με το οποίο καλείται να συγκρουστεί ο Γ. Παπανδρέου. Είναι πράγματι σάρκα από τη σάρκα του κόμματος του. Αυτή η σάρκα τον στήριξε με πάθος και αυτήν καλείται τώρα ο πρωθυπουργός να ακρωτηριάσει. Το πιο δραματικό για τον Παπανδρέου είναι ότι αυτός ο σκληρός κομματικός μηχανισμός ήταν η αιχμή του προσωπικού του δόρατος στις εσωκομματικές εκλογές κόντρα στον Βενιζέλο. Πρόκειται για πολλές χιλιάδες άτομα που επί χρόνια έμαθαν να ζουν με σχετικά υψηλές αποδοχές χωρίς να πολύ-δουλεύουν, βοήθησαν την αντιπολιτευτική πολιτική του ΠΑΣΟΚ με σκληρές συνδικαλιστικές αντιπαραθέσεις όταν κυβερνούσε η ΝΔ, στήριξαν προσωπικά τον Γιώργο στα εσωκομματικά και τώρα μπαίνουν στο στόχαστρο τού εκλεκτού τους. Με απλά λόγια, θα γίνει της κακομοίρας.
Ξέρω ότι οι υπουργοί της σημερινής κυβέρνησης μπορούν εύκολα να δείξουν έγγραφα και στοιχεία που αποδεικνύουν ότι η τελευταία κυβέρνηση Καραμανλή διόρισε πάνω από 150.000 υπαλλήλους. Καλά κάνουν και τα λένε, ξεχνούν όμως ότι λίγες μέρες πριν τις εκλογές του 1985 και του 1989, οι αιτήσεις διορισμού στο δημόσιο συμπληρωνόντουσαν κατά χιλιάδες στην Χαριλάου Τρικούπη κι από κει έφευγαν για τις δημόσιες υπηρεσίες. Τότε διορίστηκαν οι δημόσιοι υπάλληλοι που ουρλιάζουν σήμερα, βλέποντας τις αποδοχές τους να μειώνονται και τους οργανισμούς τους να συγχωνεύονται ή να καταργούνται. Μπορεί το 1993 που ο Σαμαράς έριξε τον Μητσοτάκη να ζήσαμε την πρωτόγνωρη εμπειρία διαδηλώσεων από εκτάκτους των ΔΕΚΟ, οι οποίοι με εντολή της Ρηγίλλης είχαν ξεχυθεί στους δρόμους βρίζοντας τον «αποστάτη» διότι έριξε την κυβέρνηση πριν προλάβει να τους μονιμοποιήσει, ξεχνάμε όμως αυτά που ακολούθησαν.
Μέσα στον νόμο Πεπονή το1994 που καθιέρωσε το ΑΣΕΠ για να σταματήσουν όλα αυτά, υπήρχε διάταξη για «αποκατάσταση διωχθέντων από την προηγούμενη κυβέρνηση». Ουδείς γνωρίζει πόσοι διορίστηκαν στο δημόσιο μ’ αυτή την απίθανη διάταξη. Όλοι όσοι είχαν έστω και μια ελάχιστη ενασχόληση στον στενό ή ευρύτερο δημόσιο τομέα την περίοδο 1986-89, θεωρήθηκαν κυνηγημένοι από τη Δεξιά και «τακτοποιήθηκαν» μέσα σε μια νύχτα. Όλοι ανεξαιρέτως οι συμβασιούχοι εκείνων των χρόνων, φουρνιές φοιτητών που δούλευαν τηλεφωνητές για ένα χαρτζιλίκι στα «τρίωρα» του ΟΤΕ, έκτακτοι στις διαλογές δελτίων του ΟΠΑΠ και προσωρινοί ταμίες του Ιπποδρόμου, έλαβαν ξαφνικά μετά από 5 χρόνια ειδοποίηση ότι διορίζονται στο δημόσιο. Οι πιο πολλοί έμειναν άναυδοι, καθότι δεν είχαν καταλάβει ότι ήταν διωχθέντες. Την άλλη μέρα έτρεξαν κι έπιασαν δουλειά στα υπουργεία και τις νομαρχίες. Ακόμα κι αυτούς που είχαν δουλέψει στον «Οργανισμό διεκδίκησης των Ολυμπιακών αγώνων 1996», ο οποίος –λογικότατα- διαλύθηκε όταν η Αθήνα τους έχασε στην ψηφοφορία 1990, διορίστηκαν ως κυνηγημένοι. Μιλάμε για πολλές δεκάδες χιλιάδες ανθρώπους.
Η αλήθεια είναι ότι με τη θέσπιση του ΑΣΕΠ σταμάτησαν οι απ’ ευθείας διορισμοί στο δημόσιο με σχέση μονιμότητας, κάτι που έκαναν κατά κόρον οι κυβερνήσεις Ανδρέα Παπανδρέου και Κωνσταντίνου Μητσοτάκη. Άρχισε μετά η φάμπρικα των εκτάκτων και των συμβασιούχων, φάμπρικα που υπηρέτησαν πιστά οι κυβερνήσεις Κώστα Σημίτη και Κώστα Καραμανλή. Επίσης, σχεδόν όλοι οι εκλεγμένοι δήμαρχοι και νομάρχες της επικράτειας. Τώρα τέλειωσε κι αυτό. Όμως οι παλιοί λογαριασμοί παραμένουν ανοικτοί και καλείται τώρα να τους πληρώσει ο Γιώργος Παπανδρέου. Μπορεί ο ίδιος να διατείνεται ότι προσωπικά δεν φταίει, το κόμμα του όμως φταίει και παραφταίει. Η Δεξιά την πληρώνει ήδη για όσα έκανε. Είναι τρία κομμάτια και μακριά από κάθε προοπτική εξουσίας. Θα την πληρώσει τώρα και το ΠΑΣΟΚ, καθώς είναι υποχρεωμένο να τα βάλει με τον ίδιο του τον ιστορικό εαυτό. Απλό είναι.
Το δυστύχημα είναι ότι κάποιοι τα έλεγαν από τότε και στις δύο παρατάξεις. Ήταν λίγοι ομολογουμένως και η καθαρή ματιά τους προς το μέλλον εξελήφθη ως πολιτική διαστροφή. Όσοι τα είπαν μέσα στη ΝΔ χαρακτηρίστηκαν «ακραίοι νεοφιλελεύθεροι» κι όσοι τα είπαν μέσα στο ΠΑΣΟΚ χαρακτηρίστηκαν «Δεξιοί» ή «αντι-Παπανδρεϊκοί». Μιας και αναφέρομαι στο ΠΑΣΟΚ σήμερα, θυμάμαι σαν τώρα τον Μιχάλη Χαραλαμπίδη (ένα στέλεχος με περίεργες για την εποχή απόψεις, που ηγείτο της φράξιας των «Ιταλών») να σηκώνεται στο πρώτο συνέδριο του Κινήματος το 1983 και να λέει μπροστά στον Ανδρέα Παπανδρέου: «Σ’ ένα κόμμα που όλα τα μέλη του Εκτελεστικού Γραφείου έγιναν υπουργοί κι όλα τα μέλη της Κεντρικής του Επιτροπής έγιναν Νομάρχες ή Διοικητές Οργανισμών, είναι φυσικό όλα τα μέλη των τοπικών οργανώσεων να απαιτούν να γίνουν δημόσιοι υπάλληλοι.» Τι κράξιμο έφαγε από τους συνέδρους δεν περιγράφεται. Φυσικό ήταν, αφού πήγαινε να τους χαλάσει τη δουλειά.
Δεν κατηγορώ όσους τον έκραζαν τότε. Έτσι ήταν οι εποχές και δεν θα μπορούσε κανείς να απαιτήσει από απλούς οπαδούς του ΠΑΣΟΚ ή της ΝΔ να διαθέτουν πολιτική διορατικότητα που θα έφτανε σε βάθος τριακονταετίας. Το γεγονός όμως ότι αυτοί που κρατούσαν τα ηνία της εξουσίας δεν είχαν ούτε καν λογιστική διορατικότητα, αποτελεί έγκλημα. Ήταν θέμα απλής αριθμητικής να δουν που πάει ο τόπος με τόσες σπατάλες και διορισμούς. Ήταν θέμα απλής λογικής να δουν ότι μια ολόκληρη γενιά διαπαιδαγωγείται σε μια αντιπαραγωγική λογική που μόνο δεινά επρόκειτο να φέρει. Αλλά η αυτονόητη λογική ήταν εκτός πεδιάς εκείνους τους καιρούς. Σε μια από τις τελευταίες κυβερνήσεις του Ανδρέα Παπανδρέου (κάπου μεταξύ 1986 και 1988), τοποθετήθηκε Υπουργός Μεταφορών κάποιος βουλευτής Αιτωλοακαρνανίας, ονόματι Παπαδημητρίου. Ήταν ήδη πασίγνωστος ως ακραίος παλαιοκομματικός προερχόμενος από την Ένωση Κέντρου και όλοι στο ΠΑΣΟΚ τον ήξεραν με το παρατσούκλι «Γάκιας».
Ο Γάκιας πήρε το υπουργείο με τους δεκάδες εποπτευόμενους οργανισμούς πολυτελείας, τις σημερινές ΔΕΚΟ, στις οποίες μπορούσε να διορίζει απ’ ευθείας και χωρίς διαγωνισμούς ή προσκόματα. Στα χέρια του είχε ΟΤΕ, Ολυμπιακή, ΕΛΤΑ, ΟΣΕ, Αστικές Συγκοινωνίες, ΚΤΕΛ κλπ. Το υπουργείο ήταν τότε στη Φιλελλήνων. Ο νέος υπουργός, άδειασε το μεγαλόπρεπο τραπέζι που είχε μπροστά του από περιττές τηλεφωνικές συσκευές, έγγραφα, ντοσιέ και άλλα παρόμοια και γέμισε την πελώρια επιφάνεια με τετράγωνα χαρτάκια, πάνω στα οποία υπήρχαν ονόματα ψηφοφόρων του. Δεν έκανε τίποτα άλλο όλη την ημέρα, παρά να καλεί τους διοικητές των οργανισμών και τους διευθυντές του υπουργείου και να τους δίνει χαρτάκια, με εντολή να διορίσουν όσους ήταν γραμμένοι σ’ αυτά. Το έκανε τόσο απροκάλυπτα που δημιουργήθηκε σάλος. Το γράψανε οι εφημερίδες και δημοσιεύτηκαν φωτογραφίες του γραφείου με τα χαρτάκια στοιχισμένα και τον υπουργό να χαμογελά από πάνω τους. Στον επόμενο ανασχηματισμό, ο Ανδρέας Παπανδρέου τον έδιωξε. Τότε ο Γάκιας, έστειλε στον πρωθυπουργό και στις εφημερίδες μια επίσημη επιστολή, με την οποία εξηγούσε ότι οι διορισμοί του αποτελούσαν προϊόν κοινωνικής δικαιοσύνης: Επειδή ο πληθυσμός της Αιτωλοακαρνανίας ήταν (αν θυμάμαι καλά τους αριθμούς) το 7% του συνολικού πληθυσμού της χώρας, ενώ το ποσοστό των Αιτωλοακαρνάνων που υπηρετούσαν στο δημόσιο ήταν μόλις το 4% των δημοσίων υπαλλήλων, θέλησε να αποκαταστήσει την ισότητα διορίζοντας αυτό που υπολείπονταν(!). Όλοι τότε γέλασαν, κανένας όμως δεν σκέφτηκε ότι ο τέως υπουργός εγκληματούσε, ούτε κανείς ζήτησε απ’ αυτόν ή από οποιονδήποτε άλλον ευθύνες. Αυτός έφυγε, οι διορισμένοι μείνανε και τώρα είναι απέναντι στον Γιώργο Παπανδρέου. Χαιρετίσματα…
http://www.protagon.gr/Default.aspx?tabid=70&smid=382&ArticleID=4703&reftab=37
9 Σχόλια
Comments feed for this article
28 Νοεμβρίου, 2010 στις 12:06 πμ
Πάνος
«Με απλά λόγια, θα γίνει της κακομοίρας»
Συμφωνώ.
«Όμως οι παλιοί λογαριασμοί παραμένουν ανοικτοί και καλείται τώρα να τους πληρώσει ο Γιώργος Παπανδρέου»
Διαφωνώ. Τους λογαρισμούς αυτούς τους πληρώνουμε ήδη εμείς – και έχουμε να δίνουμε πολύ περισσότερα.
28 Νοεμβρίου, 2010 στις 12:07 πμ
Πάνος
Μαιμακτηριώνος θα πει Νοεμβρίου;
Βρε τι μαθαίνουμε στην καλύβα… 😉
28 Νοεμβρίου, 2010 στις 12:29 πμ
sfrang
Ο σύγχρονος Γάκιας είναι ο Ευριπίδης Στυλιανίδης, νεοκομματικός, από τους (δήθεν) ανανεωτές του πολιτικού σκηνικού. Όταν διαπιστώθηκε ότι στο μικρό διάστημα που έμεινε υπουργός συγκοινωνιών γέμισε τις υπηρεσίες του μετρό, του τραμ και των λεωφορείων, με συμπατριώτες του από την Ροδόπη, έγραψαν οι εφημερίδες ότι αυτό αποτελεί πολιτική αθλιότητα. Ο μέγας ανανεωτής της πολιτικής ζωής απάντησε τότε (πέρσι!) ότι αθλιότητα αποτελεί το γεγονός ότι σ’ αυτούς τους οργανισμούς της Αθήνας δεν βρισκόταν κανένας υπάλληλος από την Ροδόπη! Ευρογάκιας ο Στυλιανίδης…
28 Νοεμβρίου, 2010 στις 11:00 πμ
Γιωργος Χ
Ρε τον Κα(λα)μπουράκη, πουλάει και πνεύμα…
Αύτος ρε δεν ήταν που επι πρωθυπουργίας του Γίγαντα της Γαρδούμπας, έβγαινε μπροστάρης στον δίκαιο αγώνα του κάθε απεργου, και τώρα μας το παίζει…τιμητής και προστάτης του ΓκΑΠ από τους παλαιοπασόκους;;
Πότε θα γίνουν απολύσεις στους …διορισμένους από το ΠΑΣΟΚ στα ΜΜΕ να δώ…
28 Νοεμβρίου, 2010 στις 11:01 πμ
Γιωργος Χ
…αυτός μαζί με την Όλγα δεν είδαν τον DVD…
28 Νοεμβρίου, 2010 στις 1:42 μμ
Πάνος
Μόνος του το είδε. Η Όλγα το διάψευσε, αφού! 😉
28 Νοεμβρίου, 2010 στις 2:55 μμ
sissa ben dahir
Γιώργο Χ.
Ακριβώς για το αμαρτωλό του παρελθόν, ο πνευματικός του μάλλον του συνέστησε να περάσει λίγο χρόνο στο στρατόπεδο του βελζεβούλη, μήπως εκτίσει κι αυτός την ποινή του και σωθεί η ψυχή του. Χο.
28 Νοεμβρίου, 2010 στις 4:55 μμ
Γιωργος Χ
28 Νοεμβρίου, 2010 στις 6:25 μμ
Γιάννης - 2
Είχα χρόνια να διαβάσω άρθρο του Γιανναρά. Η συνεχής του μεμψιμοιρία και το ότι είναι τόσο απόλυτος στις απόψεις του, έκαναν τα άρθρα του ελάχιστα ενδαιφέροντα σε μένα. Σήμερα, κατά τύχη το διάβασα και το βρήκα ενεδιαφέρον. Ειδικά, το κατωτέρω απόσπασμα.
«…Το αυτονόητο πατριωτικό στοιχείο του πολιτικού λόγου στην Ελλάδα εξέλιπε το 1974. Το πολιτικό σύστημα βάλθηκε να αποποιηθεί οπωσδήποτε το παρελθον της χώρας, ιστορία, προγόνους, πολιτισμική ετερότητα, αν ήταν δυνατόν και τη γλώσσα των Ελλήνων. Μέθυσε με το όραμα να γίνει η Ελλάδα η Σιγκαπούρη της Μεσογείου: Κράτος – αγορά με διεθνοποιημένους όρους οργάνωσης και διαβίωσης, πειθήνιο στις οποιεσδήποτε απαιτήσεις του οποιουδήποτε αρκεί να αποφέρουν πλούτο, αφού όραμα μοναδικό, κοινωνικό και πολιτικό, ήταν η μεγιστοποίηση της καταναλωτικής ευχέρειας όλων.
Ορατή αφορμή της παθιασμένης επιλογής του τριτοκοσμικού μοντέλου στάθηκε η εφτάχρονη δικτατορία των συνταγματαρχών: Ταύτισε στις συνειδήσεις τον πατριωτισμό (γλώσσα, ιστορία, αίσθηση πατρίδας, αίσθηση του ιερού) με τον εθνικισμό στην πιο αποκρουστική και γελοία μορφή του. Το πώς συντελέσθηκε αυτή η ταύτιση, αξίζει εξειδικευμένη έρευνα.
Το αποτέλεσμα πάντως ήταν ότι μια ασήμαντη κοινωνική μειονότητα, των ψυχαναγκαστικών του μαρξιστικού διεθνισμού, κολλέγιασε με την επαρχιώτικη μειονεξία των απογόνων του κοραϊκού εκστασιασμού για τη Δύση. Και ο αφελληνισμός του Νεοέλληνα έγινε κατηγορική προστακτική, κυρίαρχη εξουσιαστική ιδεολογία, ταυτίστηκε με τον «εκσυγχρονισμό», την «πρόοδο» της χώρας.
Ο συνασπισμός της «Αριστεράς» και της «προόδου» κυβέρνησε (κυριολεκτικά) τη χώρα μετά το 1974 και την κυβερνάει, με όποιο κόμμα κι αν φέρνει στη βιτρίνα της εξουσίας ο λαός. Η ιδεολογία του συνασπισμού Μαρξιστών και Κοραϊκών, η ηθική του, οι πολιτικές πρακτικές του είναι ένας συνεπέστατος μηδενισμός: επιδίωξη καταναλωτικής ευωχίας, έστω και με εξωφρενικό, εγκληματικό υπερδανεισμό, εγωκεντρική απληστία, παγιωμένη κοινή συνείδηση ότι «όλα επιτρέπονται». Μεταπηδάμε από κόμμα σε κόμμα μόνο για να παραμένουμε στη δημοσιότητα, καταληστεύουμε το κοινωνικό χρήμα από χρυσαμειβόμενα κομματικά μετερίζια στον κρατικό μηχανισμό. Ομως, στον «κοινωνικό στίβο» των καφενείων του Κολωνακίου αναδειχνόμαστε όλοι «αριστεροί». Και συναποφασίζουμε διακομματικά, ποιον από την παρέα θα εκθειάσουμε ως υποψήφιο δήμαρχο, ποια στήριξη θα προσφέρουμε (ομόφωνα) στην αγωνιστική πρωτοπορία των επιτελών του υπουργείου Παιδείας για να επιτευχθεί με συνέπεια ο αφελληνισμός της ελλαδικής νεολαίας….»
Ολόκληρο το άρθρο στην Καθημαρινή της Κυριακής.
http://www.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_kathpolitics_1_28/11/2010_1293383