Εικόνα του Μελχισεδέκ σε ναό, στη Σιάτιστα.
Στις Πράξεις των Αποστόλων συναντάμε δύο πολύ χαρακτηριστικά και διαφωτιστικά αποσπάσματα, για το πώς αντιλαμβανόταν ο Παύλος την πίστη του στον Γιαχβέ. Μιλώντας στους Αθηναίους, λέγει[1]: Τους μεν χρόνους της αγνοίας υπεριδών ο Θεός τανύν παραγγέλλει τοις ανθρώποις πάσι πανταχού μετανοείν διότι έστησεν ημέραν εν ή μέλλει κρίνειν την οικουμένην εν δικαιοσύνη, εν ανδρί ώ ώρισε, πίστιν παρασχών πάσιν αναστήσας αυτόν εκ νεκρών. Ο Ιησούς δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένας άντρας τον οποίο όρισε ο Θεός… Επίσης, σε μια από τις απολογίες του, όταν είχε συλληφθεί στα Ιεροσόλυμα, λέγει[2]: Ομολογώ δε τούτο σοι, ότι κατά την οδόν ήν λέγουσιν αίρεσιν ούτω λατρεύω τω πατρώω Θεώ, πιστεύων πάσι τοις κατά τον νόμον και τοις εν τοις προφήταις γεγραμμένοις, ελπίδα έχων εις τον Θεόν ήν και αυτοί ούτοι προσδέχονται, ανάστασιν μέλλειν έσεσθαι νεκρών, δικαίων τε και αδίκων. Η ομολογία πίστης του Παύλου προς τον Γιαχβέ –και μάλιστα προς το τέλος του βίου του, μετά από ένα εκπληκτικό έργο για τη διάδοση της νέας πίστης – βάζει τα πράγματα στη θέση τους: Ο Παύλος ουδέποτε, ούτε κατά διάνοιαν, θεώρησε ότι ο Ιησούς είναι μέλος της Αγίας Τριάδος, Θεός ο ίδιος, ισότιμος με τον Πατέρα – Γιαχβέ. Η ισχυρή εβραϊκή θρησκευτική του παιδεία καθιστούσε κάτι τέτοιο αδιανόητο. Ο Παύλος, ως γνήσιος Εβραίος και Φαρισαίος, ουδέποτε προσεύχεται προς τον Ιησού Χριστό, αλλά πάντοτε προς τον Θεό. Ουδέποτε λέγει Χριστός, ο Θεός ημών.
Αισθάνομαι το έδαφος στο οποίο κινούμαι ιδιαίτερα γλιστερό. Έχει όμως ενδιαφέρον να δούμε αν ο Παύλος είναι όντως ορθόδοξος χριστιανός ή ένας ακόμα αιρετικός. Η θέση που κατέχει στο πάνθεον της χριστιανικής γραμματείας είναι κεντρική: Σχεδόν η μισή Καινή Διαθήκη είναι γραμμένη από αυτόν ή για αυτόν. Η αίσθηση που μου δημιούργησε η ανάγνωση των κειμένων του ήταν ότι πρόκειται για έναν καθαρόαιμο Εβραίο θεολόγο, ο οποίος πραγματοποιεί μια τομή αποδεχόμενος ότι ο Μεσσίας (ο Ιησούς) έχει ήδη επέλθει, έχει φέρει το μήνυμα της σωτηρίας, έχει αναστηθεί, αναμένεται σύντομα για την τελική κρίση – αλλά ως εκεί. Βασικότατα σημεία του χριστιανικού δόγματος, όπως η άμμωμος σύλληψις, η ενσάρκωση του δεύτερου θεϊκού προσώπου, η συνύπαρξη δύο φύσεων (Θεού και ανθρώπου) σε μία υπόσταση (του Ιησού) κλπ, όχι μόνο απουσιάζουν εντελώς από το λόγο του (λαλίστατου) Παύλου, αλλά έρχονται σε ριζική, αγεφύρωτη αντίθεση με τις ισχυρές, σαφείς, κλασσικές εβραϊκές του αντιλήψεις περί Θεού.
Αλλά ας δούμε τι γράφει ο ίδιος ο Παύλος. Στην προς Γαλάτας λέει ξεκάθαρα[3]: πρόσωπον Θεός ανθρώπου ου λαμβάνει. Στην προς Ρωμαίους επιστολή σημειώνει[4]: Περί του υιού αυτού, του γενομένου εκ σπέρματος Δαυΐδ κατά σάρκα, του ορισθέντος υιού Θεού εν δυνάμει κατά πνεύμα αγιωσύνης εξ αναστάσεως νεκρών, Ιησού Χριστού του Κυρίου ημών. Δεν θα μπορούσε να είναι σαφέστερος: Ο Ιησούς γεννήθηκε κατά σάρκα από το σπέρμα Δαυΐδ, άρα είναι γνήσιος υιός του Ιωσήφ, και ορίστηκε από τον Θεό για το έργο που επιτέλεσε.
Ρούμπενς: η συνάντηση Αβραάμ και Μελχισεδέκ
Πως αντιλαμβάνεται ο Παύλος αυτό το έργο, μας το λέει –και πάλι σαφέστατα – ο ίδιος, στην προς Γαλάτας[5]: Ουκ αθετώ την χάριν του Θεού’ ει γαρ δια νόμου δικαιοσύνη, άρα Χριστός δωρεάν απέθανεν. Τι ουν νόμος; Των παραβάσεων χάριν προσετέθη, άχρις ου έλθη το σπέρμα ώ επήγγελται, διαταγείς δι’ αγγέλων εν χειρί μεσίτου. Προ δε του ελθείν την πίστιν υπό νόμον εφρουρούμεθα συγκεκλεισμένοι εις την μέλλουσαν πίστιν αποκαλυφθήναι. Ελθούσης δε της πίστεως ουκέτι υπό παιδαγωγόν εσμεν. Πάντες γαρ υιοί Θεού εστε δια της πίστεως εν Χριστώ Ιησού’ ουκ ένι Ιουδαίος ουδέ Έλλην, ουκ ένι δούλος ουδέ ελεύθερος, ουκ ένι άρσεν και θήλυ’ πάντες γαρ υμείς είς εστε εν Χριστώ Ιησού. Ει δε υμείς Χριστού, άρα του Αβραάμ σπέρμα εστέ κατ’ επαγγελίαν κληρονόμοι. Έργο του Ιησού, κατά τον Παύλο, ήταν να αποκαταστήσει τη σχέση Θεού – ανθρώπων. Από τη στιγμή που συνέβη αυτό (είναι δηλαδή ορατή και ελεύθερη η οδός της σωτηρίας) είναι περιττή και η προσκόλληση στο νόμο, ο οποίος είχε δοθεί προσωρινά, προς οικονομίαν της ανθρώπινης αδυναμίας. Ήδη, όμως, δια της πίστεως εις τον Ιησού, γινόμαστε όλοι Υιοί του Θεού, αλλά και σπέρμα του Αβραάμ: μη λησμονούμε ότι Θεός παραμένει ο μονοπρόσωπος βιβλικός Γιαχβέ.
Για να μην παραμείνει αμφιβολία για το πώς ο Παύλος αντιλαμβανόταν τον Ιησού, το ξεκαθαρίζει ακόμα μια φορά στην Α’ προς Τιμόθεον[6]: εις γαρ Θεός, εις και μεσίτης Θεού και ανθρώπων, άνθρωπος Χριστός Ιησούς. Ακριβώς αυτό υποστήριζε και ο Άρειος, όταν καταδικάστηκε ως αιρετικός από την Α’ Οικουμενική Σύνοδο της Νίκαιας, υπό την υψηλή επίβλεψη του Ρωμαίου (επισήμως παγανιστή, τότε) αυτοκράτορα Κωνσταντίνου!
Ο αυτός, σε βυζαντινή τεχνοτροπία
Ωστόσο, η μεγάλη θεολογική πραγματεία του Παύλου βρίσκεται στην προς Εβραίους. Η επιστολή αυτή ξεχωρίζει από τις άλλες. Είναι σε εντελώς διαφορετικό κλίμα. Ο Παύλος απευθύνεται σε ομοεθενείς του, άριστους γνώστες των γραφών και κάνει επίδειξη υψηλής εβραϊκής θεολογίας, επιδιώκοντας να εντάξει τα του Ιησού στα πλαίσια της Διαθήκης, αποδεικνύοντας τις απόψεις του περί Ιησού με πλήθος από βιβλικά αποσπάσματα. Ανακηρύσσει τον Ιησού αρχιερέα, κατά την τάξιν Μελχισεδέκ[7]: Ούτος γαρ ο Μελχισεδέκ (…) απάτωρ, αμήτωρ, αγενεολόγητος, μήτε αρχήν ημερών μήτε τέλος έχων, αφομοιωμένος δε τω υιώ του Θεού, μένει ιερεύς εις το διηνεκές.
Η αντίληψη που έχει περί Θεού είναι η κλασική Εβραΐκή[8]: φοβερόν το εμπεσείν εις χείρας Θεού ζώντος. Πίσω από τα παρηγορητικά λόγια περί αγάπης του Θεού, φιλανθρωπίας κλπ κρύβεται πάντοτε ο φόβος για τον τρομερό Γιαχβέ – άλλωστε ολόκληρες η Παλαιά και η Καινή Διαθήκες είναι ποτισμένες με το πνεύμα του φόβου, την απειλή της τιμωρίας και την ελπίδα της ανταπόδοσης (του μισθού) –αν ο άνθρωπος τηρεί τους θείους νόμους ή εναποθέτει τη σωτηρία του στην πίστη προς τον Ιησού. Η σχέση φόβου και τρόμου φωτίζεται και από μια άλλη πλευρά από τον Παύλο, με καθαρά βιβλικό –εβραϊκό τρόπο[9]:όν γαρ αγαπά Κύριος παιδεύει, μαστιγοί δε πάντα υιόν όν παραδέχεται. Ει παιδείαν υπομένετε, ως υιοίς υμίν προσφέρεται ο Θεός’ τις γαρ εστιν υιός όν ου παιδεύει πατήρ; Ει δε χωρίς εστέ παιδείας, ής μέτοχοι γεγόνασι πάντες, άρα νόθοι εστέ και ουχ υιοί. Σε άλλη επιστολή αναφέρει[10]: Ώστε, αγαπητοί μου, καθώς πάντοτε υπηκούσατε, μη ως εν τη παρουσία μου μόνον, αλλά νυν πολλώ μάλλον εν τη απουσία μου, μετά φόβου και τρόμου την εαυτών σωτηρίαν κατεργάζεσθε. Ο φόβος και ο τρόμος είναι μόνιμος, χαρακτηριστικός της σχέσης των χριστιανών με τον Γιαχβέ, κατά μίμηση της σχέσης που είχαν μαζί του οι Εβραίοι.
Που οδηγεί αυτή η στενάχωρη, καταθλιπτική, ψυχαναγκαστική αντίληψη; Μας το λέει και πάλι ο Παύλος, πολλά χρόνια πριν την εμφάνιση του χριστιανικού ασκητισμού[11]: έλαβον γυναίκες εξ αναστάσεως τους νεκρούς αυτών’ άλλοι δε ετυμπανίσθησαν, ου προσδεξάμενοι την απολύτρωσιν, ίνα κρείττονος αναστάσεως τύχωσιν’ έτεροι δε (…) ών ουκ ήν άξιος ο κόσμος, εν ερημίαις πλανώμενοι και όρεσι και σπηλαίοις και ταις οπαίς της γης. Και ούτοι πάντες μαρτυρηθέντες δια πίστεως ουκ εκομίσαντο την επαγγελίαν, του Θεού περί ημών κρείττόν τι προβλεψεμένου, ίνα μη χωρίς ημών τελειωθώσι. Για τους ένθερμους πιστούς του Γιαχβέ δεν ήταν άξιος ο κόσμος και έπαιρναν τις ερημιές – ακριβώς όπως έκαναν και οι ένθερμοι πιστοί του Ιησού (δηλαδή και πάλι του Γιαχβέ) λίγους αιώνες αργότερα. Αλλά και ο ίδιος ο Παύλος αναφέρει πως καταπιέζει το σώμα του[12]: αλλ’ υποπιάζω μου το σώμα και δουλαγωγώ, μήπως άλλοις κηρύξας αυτός αδόκιμος γένωμαι. Παραλείπει όμως να συμπληρώσει πως καταπιέζοντας, ενοχοποιώντας και συνθλίβοντας τις επιθυμίες του σώματος, καταστρέφει ταυτόχρονα την υγεία του σώματος, του μυαλού και της ψυχής.
Όλα αυτά γιατί τους κυρίευε η πίστη[13]: έστι δε πίστις ελπιζομένων υπόστασις, πραγμάτων έλεγχος ου βλεπομένων. Μια ελεύθερη απόδοση του ορισμού που δίνει ο Παύλος θα μπορούσε να είναι η παροιμιώδης έκφραση του ελληνικού λαού: με τα λόγια, χτίζω ανώγια και κατώγια…
11 Σχόλια
Comments feed for this article
2 Ιανουαρίου, 2011 στις 8:41 μμ
ο δείμος του πολίτη
Κάνεις το ίδιο λάθος με δεκάδες άλλους αναλυτές των Ιερών Κειμένων. Τα βλέπεις και τα μεταφράζεις ως έχοντα εξ αρχής έτσι, ως ιστορικές πηγές. Στην ουσία αφήνεις έξω από τη συζήτηση όλες τις μεταγενέστερες παρεμβολές και ταυτόχρονα υπερασπίζεσαι τη θεωρία που θέλει γνήσια τα εν λόγω κείμενα και τα χρονολογείς στον Α΄ αιώνα. Κι όμως ιστορικά, γλωσσολογικά και αρχαιολογικά τούτο δεν αποδεικνύεται με τίποτα.
2 Ιανουαρίου, 2011 στις 8:52 μμ
Πάνος
Αγαπητέ δείμε,
καλή χρονιά!
Το επιχείρημα που διατυπώνεις το έχω ξανακούσει, από τον καιρό των «μτΚ». Η απάντησή μου είναι ότι τα εν λόγω κείμενα ΔΕΝ με ενδιαφέρουν καθόλου από φιλολογική ή αισθητική ή θεωρητική σκοπιά. Με ενδιαφέρουν μόνο και μόνο επειδή είναι ΤΑ κείμενα αναφοράς της Εκκλησίας, με την οποία υπάρχουν διαφορές στην αντίληψη για τον πολιτικό (και ιστορικό) της ρόλο. Από τη στιγμή λοιπόν που ΑΥΤΑ είναι τα κείμενα για την Εκκλησία, ασχολούμαι με αυτά, για το λόγο που προενάφερα. Αν δεν ίσχυε αυτή η προϋπόθεση, δεν θα έχανα χρόνο μαζί τους – μεταξύ μας, δεν αξίζουν δεύτερη ανάγνωση…
2 Ιανουαρίου, 2011 στις 8:54 μμ
Πάνος
Ανεξάρτητα από το προηγούμενο σχόλιο, θα ήθελα να μάθω ποιός και πότε έβαλε χέρι στα κείμενα του Παύλου και τα αλλοίωσε… Και με ποιόν τρόπο.
2 Ιανουαρίου, 2011 στις 9:50 μμ
δεξιος
Καλη χρονια.
Πως να το μαθεις αυτο οταν οι δογματικοι πολεμοι μαινονταν για αιωνες και χρειασθηκαν επτα οικουμενικες συνοδοι για να ξεκαθαρισουν το ορθοδοξο (και καθολικο γιατι τοτε ησαν ενωμενοι) χριστιανικο δογμα ενω η ομαδα που επικρατουσε καθε φορα κυνηγουσε τους αντιπαλους και τα κειμενα τους;
Kαι κατι επικαιρο : μονοφυσιτες ειναι οι Κοπτες της Αιγυπτου εναντιον των οποιων εγινε η πρωτοχρονιατικη βομβιστικη επιθεση απο ισλαμιστες.
2 Ιανουαρίου, 2011 στις 10:25 μμ
ο δείμος του πολίτη
Δηλαδή, εννοείς ότι εν γνώσει σου είναι λάθος η παράδοση, αλλά επιλέγεις τη αυτή προκειμένου να «χτυπήσεις» με αντεπιχειρηματολογία το δόγμα. Αν εννοείς αυτό, απλά θα σημειώσω ότι δίπλα στην κατάρριψη επιχειρημάτων υπάρχει και η παράλληλα επιχειρηματολογία (διατύπωση νέων επιχειρημάτων κι όχι αποδόμηση των ειρημμένων). Είναι όμως και η τακτική αυτή αποδεκτή σε κάθε distutatio.
2 Ιανουαρίου, 2011 στις 10:58 μμ
Πάνος
Αγαπητέ δείμε,
συζητήσεως γενομένης περί του …Μελχισεδέκ, ΔΕΝ έχω (και δεν χρειάζομαι) αντεπιχειρήματα. Μου αρκεί να δείξω αυτά που είναι γραμμένα και αποδεκτά από την Εκκλησία.
Σε άλλες περιπτώσεις, βεβαίως, αυτό δεν είναι αρκετό – ανάλογα με το θέμα, διατυπώνονται και τα αντεπιχειρήματα. Στην ενότητα «μυστήρια πράγματα» θα βρεις τουλάχιστον είκοσι ποστ σχετικά.
2 Ιανουαρίου, 2011 στις 11:09 μμ
argosholos
Καλή χρονιά σε όλους!
Αυτό που δεν κατάλαβα με τις θρησκείες, είναι γιατί ο Θεός ήθελε να δημιουργήσει την επαγγελματική τάξη των θεολόγων, φαρισαίων, εκκλησίες, μαντράσες, αγιατολάχ κλπ κλπ. Αφού ο θεός απευθύνεται σε όλους, τι νόημα έχει η ερμηνεία των λόγων του; Αν ήθελε να πει κάτι, ας το έλεγε σαφώς για να το καταλάβει και η κυρα Μαρία που βλέπει και Αυτιά. Πρέπει να μεσολαβήσουν οι θεολόγοι για να ερμηνεύσουν το τι ήθελε να πει και με την ευκαιρία να κάνουν μερικούς πολέμους με τους αιρετικούς, να κάψουν μερικούς και σε άλλους να κόψουν τη μύτη και το καβλόν;
Ναι ναι και ου ου ήταν αρκετά. Ου φονεύσεις, παύλα. Τι χρειάζονται τα πλείονα; Για να σκοτωνόμαστε;
2 Ιανουαρίου, 2011 στις 11:24 μμ
Πάνος
Αργόσχολε,
καλή χρονιά! Ας μην ανακατεύουμε το Θεό με αυτά τα κείμενα – δεν έχει την παραμικρή ανάμιξη… 😉
*
δεξιέ,
καλή χρονιά να έχουμε! Αν κατάλαβα καλά (για τη βόμβα στο ναό λέω) πρόκειται απλά για τον πρόλογο μιας ιστορίας που θα τραβήξει σε μάκρος…
10 Αυγούστου, 2012 στις 11:44 μμ
Pepermint
You fool….
»Ο Ιησούς γεννήθηκε κατά σάρκα από το σπέρμα Δαυΐδ, άρα είναι γνήσιος υιός του Ιωσήφ, και ορίστηκε από τον Θεό για το έργο που επιτέλεσε.»
Την καταγωγή την παίρνουμε από την μαμά…
11 Αυγούστου, 2012 στις 10:07 πμ
Πάνος
Μα η συζήτηση είναι για τον κρίνο… Και ΔΕΝ αφορά τους πιστούς! 😉
8 Μαρτίου, 2014 στις 11:57 πμ
Καραμπάτσης Ευάγγελος
Το κορυφαίο από τα ψεύδη σας είναι αυτό που λέτε: «Ο Παύλος ουδέποτε, ούτε κατά διάνοιαν, θεώρησε ότι ο Ιησούς είναι μέλος της Αγίας Τριάδος, Θεός ο ίδιος, ισότιμος με τον Πατέρα – Γιαχβέ. …, ουδέποτε προσεύχεται προς τον Ιησού Χριστό, αλλά πάντοτε προς τον Θεό. Ουδέποτε λέγει Χριστός, ο Θεός ημών». Ο Απ. Παύλος λέει ακριβώς τα αντίθετα, π.χ. «…προσδεχόμενοι τὴν μακαρίαν ἐλπίδα καὶ ἐπιφάνειαν τῆς δόξης τοῦ μεγάλου Θεοῦ καὶ σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ (Τιτ. 2,13) δηλαδή «…περιμένοντες την απερίγραπτον μακαριότητα, που ελπίζομεν, και την φανέρωσιν της δόξης του μεγάλου Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού». Επομένως, εάν ο Απόστολος Παύλος χρησιμοποιούσε την ονομαστική πτώση (αντί της γενικής) θα έλεγε ότι, ο Χριστός είναι: «ο μεγάλος Θεός και σωτήρας μας».
Επίσης, σύμφωνα πάντα με τον Απόστολο Παύλο, ο Χριστός δεν υστερεί κατά τη Θεότητα ως προς τόν Πατέρα. Παραθέτω μερικά μόνο χωρία του Απ. Παύλου:
Α) «Ότι εν αυτώ κατοικεί παν τό πλήρωμα της θεότητος σωματικώς» (Κολ. 2, 9) δηλ. «Μη λησμονείτε ποτέ ότι στον Χριστόν, μέσα στο σώμα του, μέσα εις την ανθρωπίνην του φύσιν, την οποίαν δια της σαρκώσεως προσέλαβε, κατοικεί ολόκληρος η θεότης».
Β) «Ός (Χριστός) εν μορφή Θεού υπάρχων ουχ αρπαγμόν ηγήσατο το είναι ίσα Θεώ, ἀλλ᾿ ἑαυτὸν ἐκένωσε μορφὴν δούλου λαβών, ἐν ὁμοιώματι ἀνθρώπων γενόμενος, καὶ σχήματι εὑρεθεὶς ὡς ἄνθρωπος ἐταπείνωσεν ἑαυτὸν γενόμενος ὑπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δὲ σταυροῦ». (Φιλ. 2, 6-8 ). Μετάφραση: «Ο Χριστός δηλαδή καίτοι είχε την αυτήν ουσίαν και τα αυτά άπειρα ιδιώματα με τον Θεόν και ως ζωντανή, αυτουσία και απαράλλακτος εικών του Θεού υπήρχε εν μορφή Θεού, δεν εθεώρησε, ότι έχει εξ αρπαγής το να είναι ίσος με τον Θεόν. (Δι’ αυτό δε και δεν εφοβήθη να αποθέση κατά συγκατάβασιν και οικονομίαν δι’ ημάς την δόξαν της θεότητός του), αλλά άδειασε, τρόπον τινά, τον εαυτόν του και εμίκρυνε μόνος του την άπειρον δόξαν της θεότητός του προσκαίρως και έλαβε μορφήν δούλου, γενόμενος όμοιος με τους ανθρώπους. Και ευρέθη έτσι κατά το σχήμα και την εμφάνισιν σαν απλούς άνθρωπος, ενώ δεν έπαυσε ούτε επί στιγμήν να είναι και τέλειος Θεός, και εταπείνωσε τον εαυτόν του γενόμενος υπήκοος μέχρι θανάτου και μάλιστα θανάτου σταυρικού, του πλέον φρικτού και ταπεινωτικού».
Γ) «ὅς ἐστιν εἰκὼν τοῦ Θεοῦ τοῦ ἀοράτου, πρωτότοκος πάσης κτίσεως, ὅτι ἐν αὐτῷ ἐκτίσθη τὰ πάντα, τὰ ἐν τοῖς οὐρανοῖς καὶ τὰ ἐπὶ τῆς γῆς, τὰ ὁρατὰ καὶ τὰ ἀόρατα, εἴτε θρόνοι εἴτε κυριότητες εἴτε ἀρχαὶ εἴτε ἐξουσίαι· τὰ πάντα δι᾿ αὐτοῦ καὶ εἰς αὐτὸν ἔκτισται· (Κολ. 1,15-16)». Δηλ. «Αυτός, ο Υιός, είναι απαράλλακτη εικών του Θεού του αοράτου, πρωτότοκος, που δεν εκτίσθη, αλλ’ εγεννήθη προαιωνίως από την αυτήν ουσίαν του Θεού Πατρός, Θεός τέλειος, πριν ακόμη δημιουργηθή κανένα απολύτως από όλα τα κτίσματα. Διότι δι’ αυτού εκτίσθησαν τα πάντα, όλα όσα υπάρχουν στους ουρανούς και εις την γην, τα ορατά και τα αόρατα· είτε τα αόρατα αυτά είναι οι Θρόνοι είτε είναι αι Κυριότητες είτε είναι αι Εξουσίαι, όλα εν γένει τα τάγματα των αγγέλων δι’ αυτού και εις δόξαν αυτού έχουν κτισθή».
Σχόλιο: Ο Απόστολος Παύλος αποκαλεί τον Χριστό «πρωτότοκο» (Κολ. 1, 15) και όχι πρωτόκτιστο. Εάν ο Χριστός ήταν «κτίσμα» και όχι τέλειος και αληθινός Θεός, ο Απόστολος θα τον αποκαλούσε «πρωτόκτιστο». Το «τίκτω» σημαίνει ότι ο γεννήτωρ και ο γεννηθείς έχουν ακριβώς την ίδια φύση. Ο άνθρωπος για παράδειγμα τίκτει τέλειον άνθρωπο και όχι διαμέρισμα ή πολυκατοικία !!! Έτσι και ο Θεός-Πατήρ τίκτει αχρόνως τον Υιόν ως τέλειον Θεόν κατά φύση. Εάν υποθέσουμε ότι ο Χριστός ήταν κτίσμα και είχε χρονική αρχή, τότε θα υπήρχε κάποιο χρονικό διάστημα (πριν από το «κτίσιμο» του Υιού) που ο Χριστός δεν θα υπήρχε ως Θεός-Υιός και επομένως ο Θεός-Πατήρ δεν θα ήταν Πατέρας, αφού ο Υιός δεν θα είχε «κτιστεί» ακόμη !!! Δηλαδή – σύμφωνα λοιπόν με αυτήν την ανόητη αιρετική άποψη – με το πέρασμα του χρόνου η Τριαδική Θεότητα ή έστω και μόνος ο Πατήρ αλλάζει… ιδιότητες!!! Συγκεκριμένα, ενώ ο Θεός-Πατήρ πριν από ένα χρονικό σημείο (δηλ. πριν από το «κτίσιμο» του Υιού) δεν ήταν Πατήρ, ξαφνικά μετά από αυτό το χρονικό σημείο γίνεται Πατέρας !!! Ώ ανόητοι «μάρτυρες του Ιεχωβά» μέχρι που θα φθάσει η παραφροσύνη σας;;;
Δ) «ὃς ὢν ἀπαύγασμα τῆς δόξης καὶ χαρακτὴρ τῆς ὑποστάσεως αὐτοῦ, φέρων τε τὰ πάντα τῷ ῥήματι τῆς δυνάμεως αὐτοῦ, δι᾿ ἑαυτοῦ καθαρισμὸν ποιησάμενος τῶν ἁμαρτιῶν ἡμῶν ἐκάθισεν ἐν δεξιᾷ τῆς μεγαλωσύνης ἐν ὑψηλοῖς, (Εβρ. 1,3)». Μετάφραση: «Αυτός είναι προαιωνίως ολόλαμπρος ακτινοβολία της απείρους δόξης του Πατρός, ακριβέστατον και απαράλλακτον και ενυπόστατον αποτύπωμα του Πατρός, της αυτής ουσίας και απείρου τελειότητος, όσος με Εκείνον, κρατών και κυβερνών τα πάντα με τον παντοδύναμον λόγον του. Αυτός ενανθρωπήσας εκαθάρισεν ημάς από τας αμαρτίας μας, δια της θυσίας του εαυτού του επάνω στον σταυρόν, και εκάθισε και ως ο υιός του ανθρώπου δια της αναλήψεώς του εκ δεξιών της μεγαλειότητος του Πατρός στον ίδιον με Εκείνον θρόνον υψηλά στους ουρανούς».
Καραμπάτσης Ευάγγελος
Οικονομολόγος,
6975750111