unnamed

Του παπούλη

Είναι καιρός τώρα, καλοί μου αναγνώστες ,  που τα  σχεδόν τυφλά βήματα μου στην Ιστορία με έφεραν να σκοντάψω πάνω σε μια  οιονεί μυστηριώδη ύπαρξη . Μια ύπαρξη γοητευτική που κατά πως φαίνεται διαδραμάτισε κάποιο ρόλο στα  πράγματα αυτής της πολύπαθης χώρας στο μεσοπόλεμο, κατά τη διάρκεια του ΒΠΠ και λίγο μετά, κατά ένα μέρος της  εμφύλιας σύγκρουσης.

Αλλά το ενδιαφέρον μου αυτό, εν μέρει  περιέργεια ενός ερασιτέχνη μελετητή της Ιστορίας, εν μέρει βίτσιο  ταπεινόφρονος αλλά ακόμα ενεργού «οφθαλμολάγνου», με οδήγησε να  διερευνήσω κάθε διαθέσιμο στοιχείο προκειμένου να καταλήξω στο άρθρο που θα διαβάσετε παρακάτω.

Εδώ πρέπει να σημειώσω ότι παρόμοιο ενδιαφέρον εξεδήλωσε σε ανύποπτο χρόνο και ο ίδιος ο Καλυβάρχης, σκοπεύοντας να ασχοληθεί ο ίδιος με τη χαριτόβρυτο σε δικό του άρθρο . Εν τη μεγαθυμία του  όμως συμφωνήσαμε τελικά  να μου παραχωρηθεί αυτό το ευχάριστο ( αν και κοπιώδες όπως θα δείτε ) καθήκον και έτσι  είμαι υποχρεωμένος  να του εκφράσω τις ευχαριστίες μου . Ευχαριστίες για τη φιλοξενία των ανεπαρκειών ενός προγέροντα που δεν φιλοδοξεί τίποτε περισσότερο από τη στοιχειώδη κατανόηση για το ατόπημα – σινδονιάδα που θα διαβάσετε παρακάτω.

Θα ήθελα να αρχίσω αυτή μου τη κατάδυση σημειώνοντας ότι το εν λόγω πρόσωπο ταλαντεύεται στα όρια μεταξύ ομίχλης και σκότους. Ελάχιστα στοιχεία υπάρχουν συγκεντρωμένα  και σαφή , Τα περισσότερα από αυτά  είναι δημοσιεύματα εφημερίδων της εποχής ή ελάχιστες αναφορές σε άρθρα και βιβλία σχετικά με τις διάφορες βασιλικές οικογένειες που ενεπλάκησαν ευθέως ή πλαγίως στα τότε γεγονότα. Πάντως, πέρα από τα γλυκανάλατα του ύφους και των περιγραφομένων, τα άρθρα τα σχετικά με τις τύχες των βασιλικών οίκων της εποχής προσφέρουν στον έμπειρο και επαρκή αναγνώστη σημαντικές πληροφορίες ή ενδείξεις για το πού βρίσκεται  το «ψωμί» . Σε κάθε περίπτωση η διαπίστωση είναι ότι στη ρίζα πολλών εμπλοκών και  σχεδόν όλων των διασυνδέσεων βρίσκονται απόγονοι της Queen Victoria όπως θα δούμε παρακάτω.

Ακόμα λιγότερες είναι οι αναφορές σε απομνημονεύματα πολιτικών προσωπικοτήτων της εποχής, ενώ δεν υπάρχει σχεδόν τίποτα σε επίσημα έγγραφα ή αρχεία . Έφερα τον κόσμο ανάποδα για να μπορέσω να ανακαλύψω δύο ( 2 ) φωτογραφίες της εριτίμου, η μια εκ των οποίων  διανθίζει τη προμετωπίδα αυτού του άρθρου. Η  φωτογραφία αυτή μάλλον έχει τραβηχθεί όταν η εν λόγω κυρία διήγε τη περίοδο της πρώτης ωριμότητας και επελέγη ως συνοδευτικό εικαστικό γιατί το βλέμμα, τα μήλα του προσώπου, το ελαφρό αλλά  πολύ καλοδουλεμένο μακιγιάζ, η στάση του σώματος ως έτοιμο  να εκτονωθεί ελατήριο, τέλος  η φροντισμένη αλλά όχι επιδεικτική ενδυμασία αποτυπώνουν ( σχεδόν αποθεώνουν )  το ενδόμυχο σφρίγος και το ώριμο των εμπειριών του προσώπου με το οποίο θα ασχοληθούμε στη συνέχεια. Να τελειώσω αυτή τη μακρά εισαγωγή  δηλώνοντας εξ αρχής ότι στο φινάλε της ιστορίας υπάρχει μια απρόσμενη ( για τον μη υποψιασμένο ) επιστροφή στις «ρίζες» που θα  διαφωτίσει ίσως αρκετές από τις εικασίες που έγιναν από διάφορους στο παρελθόν ερευνητές σχετικά με το ρόλο  της ευειδούς, εικασίες  που εν μέρει τουλάχιστον θα επιχειρηθούν και στο παρόν άρθρο.

Μέχρι τη συνάντηση με το Πρίγκηπα

Δεν γνωρίζουμε τίποτα για τη παιδική της ηλικία που τοποθετείται στις αρχές του περασμένου αιώνα . Κόρη ενός δικηγόρου του Λονδίνου με ενδεχόμενες διασυνδέσεις με το θρόνο η Joyce Wallach  εμφανίζεται στο προσκήνιο της δημοσιότητας πιθανώς το 1922 ως ντεμπυτάντ σε μια δεξίωση της βασιλικής αυλής . Σύμφωνα με αδιευκρίνιστες πηγές  η παρουσία της απέσπασε το θαυμασμό  και σχολιάστηκε ευμενώς  από τους παρόντες «κοινωνικούς σχολιαστές» . Η έρευνα μου σε ό,τι είναι προσβάσιμο χωρίς επιβάρυνση ( γιατί δεν υπάρχει μία )  στα αρχεία απέδωσε μόνο ένα  πολύ  ύστερο πιστοποιητικό γάμου όπως και μια πιθανή διασύνδεση της οικογένειας Wallach με έναν λοχαγό που υπηρέτησε  στο προσωπικό του Μπακχάουζ στα τέλη του 19ου αιώνα. Ίσως έτσι εξηγείται και  η διασύνδεση της οικογένειας με το παλάτι και η εκεί παρουσία της νεαράς χαριτοβρύτου στο γκαλά του 1922. Το πατρικό επώνυμο παραπέμπει ίσως σε εβραϊκή καταγωγή από τη Κεντρική Ευρώπη, ρίζα από όπου πιθανώς προέρχεται ( όπως διαπίστωσα ) μία σημαντική πλειοψηφία όλων των οικογενειών σε Ηνωμένο Βασίλειο, Καναδά και ΗΠΑ με το ίδιο επώνυμο . Ακόμα και ο συμπαθέστατος καρατερίστας Eli Wallach αυτοπροσώπως. Το επώνυμο ίσως υπονοεί καταγωγή από τη τότε Βλαχία ( Wallachia ) , μια περιοχή της σημερινής Ρουμανίας που γνώρισε μεγάλες περιπέτειες από τη Ρωμαϊκή εποχή μέχρι πρόσφατα και της οποίας  φύτρες υπάρχουν ακόμα και τώρα σε όλα τα Βαλκάνια. Συχνά τα επώνυμα εκείνης της εποχής περιείχαν ή εξέφραζαν και το τόπο καταγωγής.

Η επόμενη εμφάνιση της  περί  ης ο λόγος κυρίας  στη δημοσιότητα  είναι δύο χρόνια μετά το 1924 ,  όπου  ( αν και  πιστοποιητικό του γάμου δεν βρήκα ) ευρίσκεται εις γάμου κοινωνία με τον τότε υπολοχαγό John ( Jack )  Brittain-Jones  που υπηρετούσε στους Royal Highlands Fusilliers ,   επίγονο της ξακουστής Black Watch,  ένα από τα πιο μάχιμα και ηρωικά συντάγματα του Βρετανικού Στρατού . Ο νεαρός τότε  και σφριγηλός  υπολοχαγός  ήταν  ο καλύτερος πυγμάχος  του Στρατού και ο καλύτερος  σκοπευτής του συντάγματος. Πολλά υποσχόμενος αλλά, σύμφωνα με μαρτυρίες με μία κλίση στο ποτό πέραν του επιτρεπομένου. Δεν είναι  ασήμαντο το γεγονός  ότι . πάντα  σύμφωνα με αδιευκρίνιστες πηγές, , ο γάμος τελέστηκε στη περίφημη Temple Church . Μετά την αναβίωση των τυπικών του τάγματος των Ναϊτών κατά τα τέλη του 19ου αιώνα σε μια νέα εξελιγμένη εκδοχή ( στον Εσώτερο Κύκλο συμμετείχαν δικαστές , νομικοί και δικηγόροι ορκισμένοι στο Ιμπέριουμ )  δικαίωμα  τέλεσης γάμου και κάθε άλλης ιεροπραξίας στο ναό είχαν μόνο μέλη . Θα μπορούσε κανείς να σκεφτεί ότι ο πατήρ Wallach είχε τις σχετικές  και απαραίτητες διασυνδέσεις ως νομικός.

Λίγο μετά το ζεύγος αναχωρεί για τις Ινδίες όπου μετατίθεται ο άτακτος νεαρός αξιωματικός . Η τότε πρακτική απαιτούσε  την υποχρεωτική θητεία κάθε αξιωματικού στο διαμάντι του βρετανικού θρόνου για ευνόητους λόγους : η εκεί αποικιακή εμπειρία ήταν πολύτιμη για τους αξιωματικούς όταν ήταν πρόσκαιρη, εξυπηρετική για την υπηρεσία  ( όταν γινόταν μακρόχρονη ή μόνιμη )  ώστε να απομακρύνονται από τη κοιτίδα του δυτικού μας πολιτισμού ενοχλητικοί νεαροί αξιωματικοί – πιθανοί  δημιουργοί σκανδάλων. Ο νεαρός Brittain-Jones προάγεται σε λοχαγό το 1933 ( βρήκα τη σχετική αναφορά ) ενώ ήδη από το 1932 έχει  γεννηθεί από το γάμο τους ένα κοριτσάκι η Pauleen Victoria . Ο  σύζυγος υπηρετεί ως  υπασπιστής παρά τω αντιβασιλεί δηλαδή τότε τον Viceroy  Λόρδο Willingdon ( 1931 – 1936 ) σε μια Ινδία σε βαθειά κρίση. Ο εν λόγω  αντιβασιλεύς (  αρχικά πολιτικός του Φιλελεύθερου κόμματος και συμπαίκτης στο τένις του ιδίου του αργότερα Βρετανού μονάρχη George V ) ) αναλαμβάνει να αντιμετωπίσει την οικονομική κρίση και τη διαρκή εξέγερση που υποκινεί ο Γκάντι. Για τη κρίση φροντίζει να μεταφέρει τα εκεί αποθέματα χρυσού στο Λονδίνο και αγοράζει μανιωδώς χρυσό από τους γηγενείς . Αναφέρει μάλιστα σε μια  επιστολή του προς το Φόρειν Όφφις ότι  είναι η πρώτη φορά  ( μεσούσης της κρίσης ) που οι Ινδοί ξεφορτώνονται χρυσό και ευκαιρία για το Ιμπέριουμ που ήδη είχε εγκαταλείψει το περίφημο Gold Standard ( και ο νοών νοείτω ) . Για το Γκάντι έχει ήδη δηλώσει από την εποχή που ήταν κυβερνήτης στο Βομβάη τη δεκαετία του 20 ότι είναι μεν τίμιος αλλά bloody Bolshevik. Ο προαναφερόμενος αντιβασιλεύς, χρηματίσας  παλαιότερα κυβερνήτης και στο Καναδά με βασιλική παρέμβαση προς τη τότε συντηρητική πρώτη κυβέρνηση Stanley Baldwin, άσκησε στην αποικία πολιτική «πυγμής» σε αντίθεση με το προκάτοχο του ( όπου καθείς αντιλαμβάνεται  το τι εστί «πυγμή» ) . Σε αυτό το  φορτισμένο περιβάλλον έζησε το ζεύγος εκείνη τη περίοδο. Η θέση που κατείχε ο νεαρός λοχαγός ( πλέον ) προφανώς δεν ήταν ούτε τυχαία , ούτε χωρίς ευθύνες και κινδύνους.

Η γνωριμία  με τον εξόριστο

Τη περίοδο εκείνη ( τέλος 1934 αρχές 1935 )  επισκέπτεται  τις Ινδίες ο εξόριστος και έκπτωτος μονάρχης των Ελλήνων Γεώργιος ο Β’  ( 1890 – 1947 ) που πραγματοποιεί ταξίδι αναψυχής εξόδοις της βρετανικής αυλής. Θα συμμετείχε σε πολλές κοσμικές εκδηλώσεις και σε κυνήγι αγρίων θηρίων την ίδια περίοδο που  αποτύγχανε το κίνημα του 35 και που ο Κονδύλης ετοίμαζε  το δημοψήφισμα – οπερέτα με τα μπλέ και κόκκινα ψηφοδέλτια  που θα επανέφερε τη μοναρχία και το Γεώργιο στο θρόνο του.

Ο Γεώργιος Β’ είναι πλέον 45 ετών, ευθυτενής και γοητευτικός, με την αίγλη του εξόριστου  μονάρχη επί μια δεκαετία ( όπως και πολλοί άλλοι γαλαζοαίματοι της  ταραγμένης εκείνης εποχής )  . Ήδη από το 1932 σε οριστική διάσταση με τη σύζυγό του Ελισάβετ της Ρουμανίας περιδιαβαίνει τον κόσμο με βάση το Λονδίνο και αναμένει το οριστικό διαζύγιο από την άτεκνη σύζυγο, διαζύγιο που πιστοποιείται τελικά τον Ιούλιο του 35 . Αποτελεί επομένως  πόλο έλξης, πρόσωπο ενδιαφέροντος για τους «κοινωνικούς σχολιαστές» αλλά ακόμα περισσότερο «στόχο» προτεραιότητας για τη Βρετανική διπλωματία.

Από αυτά που έχω διαπιστώσει κατά την έρευνα  είναι προφανής και διάχυτη η ανησυχία για τη τύχη του Γεωργίου ανά τις διάφορες αυλές ( των συγγενών οίκων ) . Αλλά πολύ πιο επείγουσα είναι η απαίτηση της βρετανικής πλευράς να εξασφαλιστεί  η οριστική πρόσδεση του μονάρχη ( λόγω της επικείμενης  επιστροφής του στην Ελλάδα ) στο βρετανικό άρμα. Το Φόρειν Όφφις αρνείται να ξαναζήσει τη περίοδο  1914 – 1916 , δεν ανέχεται  γερμανόφιλους  όπως ο πατήρ Κωνσταντίνος ( Νίνο στη μεταξύ συγγενών αλληλογραφία )  πόσω μάλλον άλλη μια Σοφία στον ελληνικό θρόνο . Οι γερμανόφιλοι λιγοστεύουν ακόμα και στους κύκλους των συντηρητικών που πλαισιώνουν τη νέα  «εθνική κυβέρνηση» του Baldwin  στο Λονδίνο. Η στροφή στη Βρετανική εξωτερική και αποικιακή πολιτική μετά τη πτώση της κυβέρνησης των Εργατικών είναι διακριτή, αλλά σε ότι αφορά τον προσανατολισμό – εναγκαλισμό με τη παραπαίουσα τότε Γαλλία αλλαγή δεν πρόκειται να υπάρξει. Τέτοια στροφή  δεν θα επιτραπεί ούτε αργότερα παρά τη πολιτική  του appeasement  και παρά τη παρουσία στη βρετανική πολιτική σκηνή  παραγόντων που υποστήριζαν το Χίτλερ . Είναι αδήριτη η ανάγκη επομένως να  τεθεί υπό έλεγχο κάθε δραστηριότητα του έκπτωτου Γεωργίου, όσο πλησιάζει η στιγμή της επιστροφής στο θρόνο.

Υπό αδιευκρίνιστες εισέτι συνθήκες ο Γεώργιος γνωρίζει στις Ινδίες την ωραία σύζυγο του βρετανού υπασπιστή, πιθανώς σε κάποια κοσμική βεγγέρα και σύμφωνα με κάποιες πηγές  αναπτύσσεται τάχιστα αμοιβαία έλξη μεταξύ του εξόριστου και  της νέας ακόμη και ευειδέστατης  αγγλίδας. Δεν υπάρχει τρόπος να εξακριβωθεί αν η ερίτιμος προσφέρεται εκουσίως και «αύτανδρη» στον έκπτωτο ή ήδη  λειτουργεί ως όργανο των στοχεύσεων  της βρετανικής διπλωματίας και των μυστικών υπηρεσιών.  Εδώ ο ιστορικός στέκει προβληματισμένος  ( πόσω μάλλον ο ταπεινός σας αφηγητής ) σχετικά με τα κίνητρα που ώθησαν τη τότε κυρία Brittain-Jones στην αγκάλη του Γεωργίου:

Πρόκειται για ένα γνήσιο συναίσθημα που δίνει μια πρόσθετη ευκαιρία για την ευόδωση ενός ευρύτερου σκοπού  εξωτερικής πολιτικής ;

Πρόκειται μήπως για  μία εξ αρχής στοχευμένη κίνηση, όπου οι μυστικές υπηρεσίες έθεσαν υπό τις διαταγές τους την  ωραία κυρία και τη κατέστησαν εκούσιο όργανο των επιδιώξεων τους ;

Ενυπάρχει ίσως μια «ενδιάμεση»  version όπου   συνδυάζεται το τερπνόν μετά του ωφελίμου ;

Κανείς, παρά μόνο οι δύο εμπλεκόμενοι στον αρχικά κρυφό και  «παράνομο» αυτό δεσμό, δεν θα μπορούσαν να απαντήσουν  με εγκυρότητα . Ενδείξεις υπάρχουν που να μπορούν να υποστηρίξουν τη μία ή την άλλη εκδοχή, αλλά πέραν από τα μελιστάλακτα της αλληλογραφίας μεταξύ των  γυναικών της βασιλικής οικογενείας όπου  παρατίθεται η εκδοχή του αληθινού έρωτα, δεν υπάρχει ούτε ένα επίσημο έγγραφο που να καθιστά, ως αμάχητο  τεκμήριο, την άλλη εκδοχή βεβαία. Αν με ρωτήσετε τη δική μου άποψη- αίσθηση,  αυτό που συχνά ονομάζουμε ΙΜΗΟ,  θα έλεγα ότι πιθανώς ισχύει η «ενδιάμεση»  εκδοχή, αλλά περισσότερα στο τέλος αυτού του άρθρου.

Το βέβαιο είναι ότι στα μέσα του 1935 ο Γεώργιος επιστρέφει στο αγαπημένο του Λονδίνο, όπου τον ακολουθεί η κυρία μετά της νηπίου θυγατρός . Ο λοχαγός σύντομα  θα υποχρεωθεί να συναινέσει σε διαζύγιο και μάλιστα με δική του υπαιτιότητα . Έναντι αυτής της παραχώρησης θα προαχθεί σε ταγματάρχη τον επόμενο χρόνο ( Απρίλιος 1936 ) και θα επιστρέψει αργότερα  στα πάτρια εδάφη όπου στο τέλος του 1937 θα έρθει εις δευτέραν γάμου κοινωνίαν μετά της  ομοιοπαθούς Rosemary Hood Gregory, γόνου ευγενούς στρατιωτικής οικογένειας . Ένας γάμος που θα διαρκέσει 6 χρόνια για να λυθεί με διαζύγιο  μεσούντος του ΒΠΠ.  Έκτοτε ο  πρώην boxing champion χάνεται στην ομίχλη της ανυπαρξίας, όσο τουλάχιστον αφορά τη δική μου έρευνα.

Η περίοδος αναμονής στο Λονδίνο δεν υπήρξε μακρά για το ζεύγος γιατί σύντομα, Νοέμβριος του  1935, ο Γεώργιος θα επέστρεφε στην Ελλάδα  με τη παλινόρθωση της μοναρχίας. Ενώ η ζωή στο Λονδίνο ήταν ευχάριστη  για το Γεώργιο και την ωραία κυρία, αφού εκείνη ήταν αποδεκτή στους βασιλικούς και τους κοσμικούς κύκλους, η επιστροφή  του βασιλέως στην Αθήνα ενείχε πολλά προβληματικά ζητήματα . Υπήρχε σοβαρό ζήτημα  σχετικά με τη τύχη των  βενιζελικών κινηματιών του 1935 ,  των οποίων ο Κονδύλης ( ως απόλυτος  μέχρι τότε κυρίαρχος του παιχνιδιού εξουσίας ) δεν επιθυμούσε την αμνήστευση . Όπως αντιλαμβάνεται ο στοιχειωδώς υποψιασμένος η αμνήστευση ήταν επιθυμία της βρετανικής πλευράς, αφού στους κόλπους τους βρίσκονταν σημαντικά πρόσωπα που υποστήριξαν επί μακρόν την αγγλική πολιτική στη περιοχή. Η ανάγκη επίσης να καλυφθεί με το κατάλληλο κοινοβουλευτικό κύρος η παλινόρθωση του Γεωργίου απαιτούσε ομαλό πολιτικό κλίμα και εκλογές, ενώ στη χώρα εντείνονταν οι επιπτώσεις της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης και οι συνδικαλιστικές και λαϊκές διεκδικήσεις. Η δημόσια παρουσία της Joyce θα μπορούσε να δημιουργήσει πρόσθετα προβλήματα  για τη μοναρχία και τα βρετανικά συμφέροντα, οπότε  η ωραία κυρία διέμενε εκτός Αθηνών  στο Τατόι ως κυρία επί των τιμών της αδελφής του Γεωργίου Αικατερίνης με την οποία η αγγλίδα ανέπτυξε μια πολύ θερμή σχέση . Τα «εσωτερικά» κουτσομπολιά αναφέρουν ότι η κυρία επί των τιμών «Mrs Brown» διήγε βίον ήρεμο  πλέκωντας και διαβάζωντας περιοδικά και βιβλία, χωρίς να εκτίθεται σε  επισκέπτες  και καλεσμένους, χωρίς να μετέχει παρά τω πλευρώ του βασιλέως σε εκδηλώσεις και δημόσιες εμφανίσεις, έτσι ώστε να μην εκθέτει τον άνακτα. Διατήρησε χαμηλό δηλαδή προφίλ και η σχέση παρέμεινε  κρυφή από το κοινό  ( εγχώριο και διεθνές ) εκτός βέβαια από το στενό κύκλο των Ανακτόρων και των πέριξ αυτού . Αναφέρεται βέβαια μια κρουαζιέρα στα ελληνικά νησιά, ίσως το 1937 ,  με το  ζεύγος Εδουάρδου και Γουώλις Σίμπσον , όπου η Joyce  είχε την ευκαιρία να γνωρίσει τη πολύφερνη κυρία που προκάλεσε τη παραίτηση ενός Βρετανού μονάρχη και να αναλογιστεί τις δικές της τύχες.

Αυτή η πρακτική συνεχίστηκε επί σχεδόν  έξη χρόνια , μέχρι τον Απρίλιο του 41 , όταν ο Γεώργιος  απέδρασε με μέρος του πολιτικού και στρατιωτικού στελεχιακού δυναμικού του καθεστώτος στη Κρήτη και μετέπειτα στην Αίγυπτο.  Άλλες πηγές υποστηρίζουν ότι η Joyce παρέμεινε κοντά του μέχρι την έσχατη ώρα, ενώ άλλες πηγές θεωρούν ότι ο Γεώργιος ήδη από την αρχή του 1941 είχε στείλει  την ερωμένη του μαζί με την Αικατερίνη και άλλα μέλη της βασιλικής οικογένειας στο Λονδίνο. Ουδείς μπορεί να βεβαιώσει  κάποια πληροφορία για τη δράση της κυρίας και τη συμμετοχή της σε σημαντικές στιγμές που έζησε η χώρα τη περίοδο του μεσοπολέμου . Δεν γνωρίζουμε σε ποιο βαθμό  υπήρξε επίδραση ή πίεση που  ασκήθηκε εκ μέρους της χαριτοβρύτου  ( αν υπήρξε )  και με ποια στόχευση . Πχ  σχετικά με το παραγκωνισμό του Κονδύλη  ή την ανοχή – υποστήριξη του άνακτος στο δικτάτορα Μεταξά . Εδώ να σημειώσω για άλλη μια φορά ότι  η σχετική στόχευση θα μπορούσε να είναι κατ’ εντολήν  και προς εξυπηρέτηση των αγγλικών συμφερόντων  ή από ειλικρινές προσωπικό ενδιαφέρον της κυρίας για τη τύχη του αγαπημένου της που τύχαινε να κατέχει θρόνο ή τέλος ένας «συνδυασμός τερπνού και ωφελίμου»  των δύο ανωτέρω κινήτρων. Αλλά πριν εξετάσουμε  τη μετέπειτα πορεία της  ωραίας Joyce είναι νομίζω η στιγμή για μια παρέκβαση – περιήγηση στο πρότερο έγγαμο βίο του Γεωργίου κατά τη περίοδο του μεσοπολέμου και της δικής του εξορίας. Μία κατάδυση στο βαλκανικό σκότος  από όπου θα επιχειρήσω να αναδείξω μερικές χρήσιμες ( κατά τη γνώμη μου πάντα ) πληροφορίες και διασυνδέσεις . Διασυνδέσεις που θα ξαναβρούμε να ζωντανεύουν στο φινάλε αυτής της αφήγησης, εν είδει κυκλικής επιστροφής στα όρια της τίσεως.

Ένα ταξίδι στα βόρεια Βαλκάνια

Όπως είπαμε  λίγο πιο πάνω  ο Γεώργιος  είχε έναν άκαρπο γάμο με τη πριγκήπισα Ελισάβετ της Ρουμανίας . Ο γάμος αυτός που προετοιμάστηκε με πολλή περίσκεψη και προσοχή από τις δύο βασιλικές οικογένειες του έκπτωτου τότε Κωνσταντίνου του Α’ των Ελλήνων και του Φερδινάνδου της Ρουμανίας τελέστηκε τελικά  στη Ρουμανία το Φεβρουάριο του 1921. όταν ο Κωνσταντίνος είχε επανέλθει στο θρόνο της Ελλάδας . Για το  διάδοχο του Κωνσταντίνου ( για τον οποίο η αγγλική πλευρά έπνεε τα μένεα για ευνόητους λόγους ) τον Γεώργιο έπρεπε να εξασφαλιστεί  κάθε δυνατή εξάρτηση – σύνδεση με τα βρετανικά συμφέροντα και το βρετανικό θρόνο. Πέραν δηλαδή του γεγονότος ότι  η ελληνική βασιλική οικογένεια είχε ήδη δεσμό με τη βρετανική, έπρεπε  αυτοί οι δεσμοί να ισχυροποιηθούν ακόμα περισσότερο. Το έργο αυτό ανέλαβε η σύζυγος του Φερδινάνδου Μαρία βασίλισσα της Ρουμανίας και εγγονή της  βασίλισσας Βικτώριας, αυτής που χαρακτήρισε μια ολόκληρη εποχή της μέγιστης  ακμής του Ηνωμένου Βασιλείου . Είναι ακόμα η εποχή όπου μέρος σημαντικό της εξωτερικής πολιτικής ασκείται μέσω γάμων μεταξύ τέκνων βασιλικών οικογενειών. Σύμφωνα με πολλές διαθέσιμες μαρτυρίες η Μαρία (1875 – 1938 ) υπήρξε  ιδιαίτερα προικισμένη προσωπικότητα  από μικρή ηλικία : ισχυρή θέληση, υψηλή νοημοσύνη, εξαίρετη  παιδεία και προπάντων διάθεση να ασκήσει το ρόλο που της επεφύλασσε  η τύχη. Ως τέκνο του δευτερότοκου  υιού της Βικτώριας πρίγκηπα Αλφρέδου και της Μεγάλης Δούκισσας Μαρίας Αλεξαντρόβνα ( κόρης του τσάρου Αλέξανδρου του Β’ της Ρωσίας ) δεν βρισκόταν στη σειρά διαδοχής  της πατρικής ή της μητρικής δυναστείας . Επομένως ήταν υποψήφια πρώτης γραμμής για  την μέσω γάμων άσκηση  εξωτερικής πολιτικής που  αναφέρω λίγο πιο πάνω. Ο έρωτας  της με τον πρώτο της εξάδελφο  μετέπειτα Γεώργιο τον Ε’  βασιλέα της Μ. Βρετανίας ( μετά από μια αρχική πλατωνική «περιπέτεια» με το νεαρό Winston Churchill ) έμεινε ανολοκλήρωτος λόγω της παρέμβασης των οικείων και υπάκουη στις  άνωθεν εντολές  εστάλη στη Ρουμανία ως σύζυγος του τότε διαδόχου Φερδινάνδου .

Ο Φερδινάνδος δεν είχε καμμία ουσιαστικά σχέση με τη Ρουμανία. Ως ανεψιός του άτεκνου βασιλέως Καρόλου του Α’ ( δοτός στη Ρουμανία από τον οίκο των Χοχεντζόλερν Σιγκμαρίγκεν ) αναγκαστικά έλαβε το χρίσμα της διαδοχής. Ο  γάμος έγινε  στο Σιγκμαρίγκεν της νότιας Γερμανίας στο περίφημο κάστρο το 1893 όταν η Μαρία ήταν 17 ετών και ο Φερδινάνδος  27.

Η Mamma Reggina της Ρουμανίας

Θα σκέφτεστε, εξαίρετοί μου αναγνώστες  όσοι είχατε τη διάθεση να φτάσετε μέχρις εδώ,  ότι η αναφορά μου στη Μαρία της Ρουμανίας εκφεύγει από το θέμα ( κυρίως πρόσωπο ) του άρθρου. Αλλά όπως θα διαπιστώσετε ( όσοι εξ υμών επιδείξετε την αξιοθαύμαστη υπομονή για να φτάσετε στο φινάλε ) υπάρχει λόγος σημαντικός. Η Μαρία λοιπόν  δεν συμπάθησε ποτέ το σύζυγό της τον Φερδινάνδο. Κατά τα φαινόμενα τουλάχιστον υπήρχε διαφορά επιπέδου και ενδιαφερόντων, πέρα από τη διαφορά χαρακτήρων και ηλικίας που καθιστούσε τη συμβίωση των δύο γαλαζοαίματων  μάλλον ανυπόφορη αν και υποχρεωτική – συμβατική, αφού  κύριος στόχος του θείου Καρόλου του Α’ ήταν να  υπάρξουν απόγονοι που θα συνέχιζαν τη ρουμανική δυναστεία, ενώ  από την άλλη πλευρά  στόχος ήταν να υπάρχει δεσμός και εξάρτηση με τα βρετανικά συμφέροντα όταν  θα ερχόταν  η σειρά του Φερδινάνδου  για το θρόνο.

Αυτό θα συμβεί το 1914 όταν υπό αδιευκρίνιστες συνθήκες ο Κάρολος αφήνει τα εγκόσμια, πριν προλάβει να εμπλέξει τη Ρουμανία στον ΑΠΠ με το μέρος του εξαδέλφου του Κάιζερ, σύμφωνα με μυστικό πρωτόκολλο του 1883  όπου η Ρουμανία προσχωρούσε στη Τριπλή Συμμαχία ( Γερμανία, Αυστρία, Ιταλία) του 1882.  Η ανάρρηση του Φερδινάνδου στο θρόνο άλλαξε τη πορεία της Ρουμανίας στον ΑΠΠ όταν, υπό τη πίεση της  φανερά γαλλόφιλης κοινής γνώμης ( μιλάμε βέβαια για όσους είχαν φωνή, δηλαδή την άρχουσα τάξη και τους εξ απαλών ονύχων γαλλόφιλους απόγονους των εκεί  Φαναριωτών  ) και την συνεχή  επιμονή της συζύγου Μαρίας, η χώρα τάχθηκε στο πλευρό της Entente Cordiale .  Υπό συνθήκες τραγικές όταν τα γερμανο-αυστριακά στρατεύματα είχαν περιορίσει το βασίλειο σε μια κόγχη της Μολδαβίας πάνω στη Μαύρη Θάλασσα, η Μαρία στην ουσία ανέλαβε  τα ηνία και οργάνωσε την αντίσταση και τη περίθαλψη δηλώνοντας  εμφατικά «Ρουμάνα» και μητέρα όλων των Ρουμάνων.  Μέχρι το τέλος του πολέμου συνέβαλλε σημαντικά στη σταθεροποίηση της κατάστασης  και μετά τη νικηφόρα λήξη του πολέμου, όταν στο Παρίσι παιζόταν το μεγάλο διπλωματικό παίγνιο, με προσωπική της επί τόπου παρέμβαση πέτυχε όλους σχεδόν τους στόχους – διεκδικήσεις της Ρουμανικής πλευράς . Η αποστολή Ρουμανικού στρατού στη νότια Ουκρανία  για τη καταπολέμηση των μισητών μπολσεβίκων που είχαν ανατρέψει το θρόνο που είχε κάποτε ο παππούς της, όπως έπραξε και ο  εθνάρχης μας Βενιζέλος , ήταν μια δέσμευση καθόλου δυσάρεστη, αν και το τελικό αποτέλεσμα ήταν το ίδιο άτυχο και για τη μεν και για τον δε.

Βέβαια η Μαρία στη προσωπική της ζωή  δεν υπήρξε πιστή στο σύζυγο της Φερδινάνδο . Πολυάσχολη και πολυπράγμων είχε σχέσεις και αλληλογραφία  με πολλές προσωπικότητες της εποχής και μεταξύ αυτών το περίφημο Waldorf Astor και  τη πρωτοποριακή  ( για την εποχή ) αμερικανίδα χορεύτρια Loi Fuller στην οποία συχνά εκμυστηρευόταν την απέχθειά της για το Φερδινάνδο. Μέχρι το 1903 απέκτησε με το βασιλέα τέσσερα παιδιά :  Τον πρίγκηπα Κάρολο ( 1893 ) διάδοχο και μετέπειτα Βασιλέα της Ρουμανίας, την Ελισάβετ ( 1894 )  μετέπειτα σύζυγο του «δικού» μας Γεωργίου, τη Μαρία – Μινιόν ( 1900 )  μετέπειτα σύζυγο του Βασιλέως Αλεξάνδρου της  νεόκοπης Γιουγκοσλαβίας και τέλος το πρίγκηπα Νικόλαο ( 1903 ) .  Αλλά ήδη από τις αρχές του 20ου αιώνα η Μαρία διατηρεί ισχυρό δεσμό και  ερωτική σχέση με ένα σημαντικό παράγοντα της Ρουμανικής πολιτικής τον Barbu Alexandru Stirbey  ( 1872 – 1946 ) . Ο εν λόγω  κύριος καταγόταν από πολύ ισχυρή πολιτικά και οικονομικά  οικογένεια της  Βλαχίας ( ο πάππος και ο πατέρας του υπήρξαν βοεβόδες ) με ισχυρότατη επιρροή στα εκεί πολιτικά πράγματα και άριστες ( ακόμα και οικογενειακές ) σχέσεις με την εν Ρουμανία  Φαναριώτικη παροικία – ελίτ . Με εξαίρετες σπουδές στη Γαλλία και πολλές φιλίες με εξέχοντες παράγοντες της διεθνούς  πολιτικής  υπήρξε ο βασικός  σύμβουλος και συμπαραστάτης της βασίλισσας Μαρίας . Αυτός ανέλαβε να τη καθοδηγήσει  στο ρουμανικό πολιτικό λαβύρινθο, να τη μυήσει στις ιδιαιτερότητες της βαλκανικής και ρουμανικής  «ψυχής», να τη μεταμορφώσει δηλαδή σε αυτή που οι Ρουμάνοι θα θυμούνται ως «Mamma Reggina»

Ο εξαίρετος  κύριος Barbu Stirbey και η Ρουμανία μέχρι το τέλος του ΒΠΠ

Ο Πρίγκηψ Barbu Stirbey  είχε μια εξαιρετική καριέρα ως οικονομικός παράγων, αλλά και ως πολιτικός, προσδεδεμένος σταθερά στο βρετανικό άρμα μέχρι  το θάνατό του. Παντρεμένος με κόρη  Φαναριωτών της οικογενείας Γκίκα , απέκτησε τέσσερεις κόρες . Από τη σχέση του με τη βασίλισσα Μαρία λέγεται ότι η πριγκήπισσα Ιλεάνα ( 1909 – 1991 ) καθώς και ο θανών στη βρεφική ηλικία πρίγκηπας Μιρτσέα ( 1913 – 1916 ) , ιδίως ο δεύτερος, υπήρξαν δικά του τέκνα.  Με την ανοχή του άνακτος Φερδινάνδου, ενόσω οι σχέσεις μεταξύ του βασιλικού ζεύγος ήταν ήδη  εντελώς τυπικές, από τη δεκαετία του  1920 και μετά ασκεί σημαντική επιρροή, παρά την εχθρότητα με το διάδοχο Κάρολο  ο οποίος φέρει βαρέως τη παράνομη σχέση της μητέρας του με τον Stirbey .  Την εποχή αυτή γίνεται περισσότερο από σαφής η προσπάθεια διείσδυσης της βρετανικής διπλωματίας στη Ρουμανία με όχημα ( μεταξύ άλλων ) την ίδια τη βασίλισσα, το Stribey αλλά και πολιτικούς όπως ο Ion Bratianu . Δύο είναι οι βασικοί στόχοι : να περιοριστούν οι επιρροές της Γερμανίας και οι κίνδυνοι από το γειτονικό φόβητρο της  μπολσεβίκικης πλέον  αρκούδας  και να  εξασφαλιστούν τα συμφέροντα εταιριών στο πετρέλαιο και το εμπόριο όπλων . Ο Φερδινάνδος δεν θεωρείται αξιόπιστος, πόσω μάλλον ο διάδοχος Κάρολος του οποίου  είναι παροιμιώδης ο βίος αλλά και η συμπεριφορά .  Ο τελευταίος  κατά τη διάρκεια του ΑΠΠ  παντρεύεται μία θνητή στην Οδησσό ( Ζιζή Λαμπρινού, πιθανώς  ελληνικής καταγωγής, μάλλον Ραγκαβή ) και υποχρεώνεται τάχιστα σε διαζύγιο . Προκειμένου όμως να εξασφαλιστεί η συμμαχία  ορισμένων Βαλκανικών εταίρων η μητέρα του Μαρία τον ωθεί σε γάμο με τη κόρη του «δικού» μας Νίνο ( Κωνσταντίνου του Α’ ) πριγκίπησα Ελένη ( 1896 – 1982 ). Και οι δύο νεόνυμφοι είναι δισέγγονα της πανταχού παρούσης Queen Victoria .

Ένας γάμος άτυχος, αφού λίγο αργότερα ο Κάρολος θα υποκύψει  αύτανδρος στη γοητεία της περίφημης Έλενας – Μάγδας Λουπέσκου, ως πιστός  θιασώτης του basse classe ποδόγυρου  όπως και άλλοι γαλαζοαίματοι sportsmen της εποχής του μεσοπολέμου, όπου πλέον είχαν χαλαρώσει ακόμα και τα βασιλικά «ήθη».  Από το γάμο Καρόλου και Ειρήνης το 1921 θα προέλθει  τον επόμενο χρόνο  ο μόνος  και πολυφίλητος Μιχαήλ, ενώ ο Κάρολος θα πορευθεί σύντομα προς τη περιπέτεια με τη Λουπέσκου  και αφήνωντας  τη Ρουμανία και την απαρηγόρητη σύζυγο υπό τη φροντίδα της μητρός Μαρίας, θα περιδιαβαίνει «εκουσίως» έκπτωτος της διαδοχής τας Ευρώπας μετά της περιώνυμης Μάγδας ως  κινούμενο σκάνδαλο.

Το 1927 ο Φερδινάνδος θα αποδημήσει εις Κύριον και θα σχηματιστεί βραχύβια κυβέρνηση «Εθνικής Σωτηρίας» με πρωθυπουργό, Υπουργό Εξωτερικών και Οικονομίας τον ίδιο το Barbu Stirbey υπό τις ευλογίες της βασίλισσας Μαρίας και του βρετανικού παράγοντα. Στο θρόνο ανέρχεται ο πενταετής τότε Μιχαήλ, αλλά μεγάλο μέρος της ρουμανικής πολιτικής και οικονομικής ελίτ αντιδρά λόγω του νεαρού της ηλικίας του βασιλέως . Έτσι μετά από μια  περίοδο πολιτικών και κοινωνικών  ταραχών και ανακατατάξεων επικρατούν οι ουδετερόφιλοι ( βλέπε εθνικιστές και γερμανόφιλοι του I. Maniou  ) . Το 1930 επιστρέφει ως βασιλεύς ο  πλάνης  και απολολώς Κάρολος ο Β’ μετά της ερωμένης και της κουστωδίας για να αναλάβει τις τύχες του βασιλείου. Ήδη από το 1928 , κατόπιν πολιτικών πιέσεων η Ελένη έχει δώσει διαζύγιο ( «λόγω ασυμφωνίας χαρακτήρων» ) στο περιπλανώμενο εραστή και ο Κάρολος αρνείται να στεφθεί βασιλεύς με την Ελένη  «μας» ως βασίλισσα . Ο Μιχαήλ  παραμένει ως διάδοχος,  ο Barbu και άλλοι  παράγοντες αυτοεξορίζονται εις Παρισίους και Λονδίνα, η βασίλισσα Ελένη περιορίζεται, το ίδιο και η βασιλομήτωρ Μαρία  ενώ η βρετανική επιρροή στη χώρα υποβαθμίζεται. Η βασιλομήτωρ θα φέρει βαρέως το παραγκωνισμό της από τη πολιτική και τη δημοσιότητα στη χώρα και θα ακολουθήσει τον «άσπονδο» σύζυγο της εις ουρανούς το Μάιο του 1938 εν μέσω παλλαϊκού πένθους . Η βασιλική πρώην σύζυγος Ελένη θα αποτελέσει ένα  από τα πλέον  «τραγικά» πρόσωπα του διεθνούς κουτσομπολιού.  Δάκρυα και οιμωγές εκφράζονται στην οικογενειακή αλληλογραφία, το τύπο και τις αυλές  για τη δύστυχη μεγαλειότητα  Ελένη που αναγκάζεται να διαμένει συνήθως στην Ιταλία και να βλέπει το μικρό Μιχαήλ μόνο  για ένα μήνα το χρόνο, μετά τη συμφωνία που συνήψε με το πρώην σύζυγο και νυν βασιλέα Κάρολο Β’ έναντι  ενός  διόλου ευκαταφρόνητου και σταθερού εισοδήματος.

Η Ελένη όμως θα επιστρέψει στη Ρουμανία το 1940, ως βασιλομήτωρ πλέον, αφού πρώτα η Ρουμανία έχει παραχωρήσει Βεσαραβία, Βόρεια Τρανσυλβανία και Δοβρουτσά στους Σοβιετικούς, τους Ούγγρους και τους Βούλγαρους αντίστοιχα ως αποτέλεσμα των πιέσεων  από Γερμανία και ΕΣΣΔ και αδυναμίας των Δυτικών Συμμάχων να παρέμβουν . Ο βασιλέας Κάρολος έχει υποκύψει σε αυτές τις πιέσεις με αποτέλεσμα να ανατραπεί από το πραξικόπημα  των λεγεωναρίων της Σιδηράς Φρουράς των Κοντρεάνου και Χόρια Σίμα  που φέρνει στη βασιλεία τον νεαρό 19χρονο τότε  Μιχαήλ.  Ο πρώην βασιλεύς Κάρολος ο Β’ δεν θα επανέλθει ποτέ στη Ρουμανία. Θα περιπλανηθεί, ως έμπειρος ταξιδιώτης,  σε διάφορες χώρες  μεταξύ αυτών και στη Βραζιλία όπου θα  παντρευτεί επιτέλους τη «καλή» του Μάγδα το 1947 για να καταλήξει στη Πορτογαλία του Σαλαζάρ,  όπου και θα πεθάνει το 1953 .

Λίγο αργότερα ( 1941 ) ο αδιαμφισβήτητος ηγέτης των ενόπλων δυνάμεων Στρατάρχης Ίον Αντονέσκου θα διαλύσει τους Φρουρούς, θα επιβάλλει «βασιλευόμενη» δικτατορία και θα εμπλέξει τη Ρουμανία στην επιχείρηση Μπαρμπαρόσα  στο πλευρό του Χίτλερ.  Ο Μιχαήλ στην ουσία όμηρος του καθεστώτος θα  παραμείνει στο περιθώριο, ενώ η βασιλομήτωρ Ελένη μαζί με το Φαναριώτικης καταγωγής πρίγκηπα Κωνσταντίνο Καρατζά θα προσπαθήσουν να διασώσουν τους Ρουμάνους εβραϊκής καταγωγής  με αρκετή, ομολογουμένως , επιτυχία.

Σε όλο αυτό το διάστημα του ΒΠΠ ο Μιχαήλ  έχει επαναφέρει στη χώρα το Barbu Stirbey ,   ο οποίος σε συνεργασία με διάφορους παράγοντες και μια ατυχήσασα αποστολή του SOE στη χώρα ( τέλος του 1943 , επιχείρηση AUTONOMOUS ) προσπαθούσαν μέχρι το καλοκαίρι του 1944 να πείσουν τον Αντονέσκου  να προβεί σε μυστικές διαπραγματεύσεις με τους  ( Δυτικούς ) Συμμάχους για συνθηκολόγηση και συμμετοχή της Ρουμανίας  στο πόλεμο  εναντίον του Χίτλερ. Με τα σοβιετικά στρατεύματα του 3ου  Ουκρανικού Μετώπου να προελαύνουν ασυγκράτητα προς τα  Ρουμανικά σύνορα, με τη γερμανική παρουσία στη χώρα ιδιαίτερα περιορισμένη λόγω ανεπάρκειας δυνάμεων αλλά και λόγω του ότι ο Χίτλερ εμπιστευόταν σταθερά τον Αντονέσκου, στη Ρουμανία υπήρχε ένα ιδιόμορφο καθεστώς : οι Εβραίοι σε σημαντικό βαθμό δεν είχαν  σταλεί  στα στρατόπεδα εξόντωσης,  διάφοροι πράκτορες των Συμμάχων αλώνιζαν στη χώρα, ακόμα και οι τρεις συλληφθέντες της επιχείρησης AUTONOMOUS που είχαν παραδοθεί αρχικά στη Γκεστάπο  στη συνέχεια  παρέμεναν υπό Ρουμανική φρούρηση σε  «κάποιο διαμέρισμα» του Βουκουρεστίου .

Οι προσπάθειες του  βασιλέως Μιχαήλ όμως  και των συν αυτώ να πείσουν τον Αντονέσκου  να συναινέσει στις μυστικές διαπραγματεύσεις απέβαιναν άκαρπες . Τότε ο Barbu Stirbey  αναλαμβάνει ( όπως αντιλαμβάνομαι ) να «σώσει» τη κατάσταση για λογαριασμό του Μιχαήλ αλλά και της Βρετανίας . Σύμφωνα με  επείγον σήμα προς το Βερολίνο  του Γερμανού Πρέσβυ στο Βουκουρέστι ( 22 Μαρτίου 1944 )  πληροφορούμαστε ότι ο Stirbey συνοδευόμενος από τη κόρη του Elise και το σύζυγο της ( από δεύτερο γάμο ) ταγματάρχη του …. Βρετανικού Στρατού E.G Boxshall  διαφεύγουν το Μάρτιο με  πλαστά διπλωματικά διαβατήρια στη Κωνσταντινούπολη. Αυτά σύμφωνα με πληροφορίες  πρακτόρων του Ράιχ που δρούσαν στη χώρα, για να αντιληφθούμε τις ιδιαιτερότητες της γερμανο-ρουμανικής συμμαχίας εκείνης περιόδου. Ο Γερμανός Πρέσβυς στη συνέχεια αναφέρει σαφώς ότι ο Stirbey, όργανο των βρετανικών  συμφερόντων, προτίθεται να συναντήσει ομοϊδεάτες του  στη Κωνσταντινούπολη και  στη συνέχεια να επιχειρήσει να μεταβεί στο Κάιρο, για να διαπραγματευτεί τους όρους πιθανής  παράδοσης της Ρουμανίας στους Δυτικούς Συμμάχους . Μέσω άλλων  εξίσου έγκυρων πηγών επιβεβαιώνεται το ταξίδι του Stribey μέχρι και το Κάιρο, η ύπαρξη του συνοδευτικού ζεύγους καθώς και  ενός χαρτοφύλακα με επίσημα ( και μυστικά ) έγγραφα . Η παρουσία του Stirbey  στο Κάιρο  σε συνδυασμό με την προ ολίγων μηνών αποτυχία της επιχείρησης AUTONOMOUS, δημιουργεί στο Βρετανικό Ιμπέριουμ περισσότερα προβλήματα από αυτά που  προσδοκά να επιλύσει :

Οι Γερμανοί, που ανέκριναν τους τρείς συλληφθέντες της επιχείρησης AUTONOMOUS,  σε μια προσπάθεια εκβιασμού των Ρουμάνων και παράλληλα προσπαθώντας να  προβοκάρουν  τους Σοβιετικούς, δημοσιοποίησαν τη σύλληψη της συμμαχικής αποστολής  και τη στόχευση των Δυτικών να  προσεταιριστούν τον Αντονέσκου  ερήμην των Σοβιετικών .  Το γεγονός ότι οι κρατούμενοι φυλάσσονταν από τη ρουμανική ασφάλεια σε ένα διαμέρισμα στο Βουκουρέστι σε συνδυασμό με τη πιθανή πληροφόρηση που είχε  από πηγές του παράνομου Κ.Κ. Ρουμανίας η σοβιετική πλευρά  επέφερε σοβαρό πρόβλημα στις αγγλο – σοβιετικές σχέσεις . Με την υπόθεση αναγκάστηκε να ασχοληθεί ο ίδιος ο Γουίνστον Τσώρτσιλλ ο οποίος σε μια εκ των υστέρων επιστολή του προς τον Ήντεν εκφράζει την έντονη  δυσαρέσκεια του για τον ερασιτεχνισμό και την  άγνοια των ευρύτερων συσχετισμών που χαρακτήριζε αυτή την ενέργεια του SOE . Μάλιστα όταν ο Barbu Stirbey έφτασε μέσω Παλαιστίνης στο Κάιρο, μεταφέρωντας τις προτάσεις της ρουμανικής πλευράς (  δεν είμαι βέβαιος  αν επ’ αυτών υπήρχε  σύμπτωση απόψεων βασιλέως και Αντονέσκου )  οι Βρετανοί εξαναγκάστηκαν από τον εκεί ρώσο πρεσβευτή Νοβίκοφ να δεχτούν να παρέχουν πληροφόρηση και συμμετοχή στη σοβιετική πλευρά  κατά τη πορεία των διαπραγματεύσεων. Οι αντιπροτάσεις της συμμαχικής πλευράς εστάλησαν με ασύρματο στο Βουκουρέστι . Εμπεριείχαν σε μεγάλο βαθμό και τις απαιτήσεις των σοβιετικών και δεν έγιναν δεκτές από τον Αντονέσκου .

Ο ίδιος ο αρχηγός της ατυχήσασας αποστολής AUTONOMOUS ο de Chastellain (πρώην υπάλληλος  της  βρετανικών συμφερόντων πετρελαϊκής Unirea  στη Ρουμανία κατά το μεσοπόλεμο )  που προφανώς υπό ρουμανική ανοχή  εξακολουθεί να επικοινωνεί ( ….! )   με το Κάιρο  αν και κρατούμενος, απαντά  με  ένα οργισμένο σήμα, όπου καταγγέλωνται οι σοβιετικές απαιτήσεις ως απαράδεκτες . Δεν γνωρίζει ο δυστυχής ότι  η σοβιετική διπλωματία περιλαμβάνεται υποχρεωτικά στους αποδέκτες των σχετικών σημάτων σε ένδειξη καλής θέλησης από τη βρετανική πλευρά. Το κυκεώνα που δημιουργείται δεν μπορεί να επιλύσει ούτε ο Ήντεν, ούτε ο Τσώρτσιλλ ( εξ αυτού και η οργισμένη επιστολή ) , πόσω μάλλον ο  Stirbey  ενώ ο der Chastellain διατάσσεται να διακόψει κάθε επικοινωνία και να σταματήσει κάθε περαιτέρω ενέργεια . Τη λύση θα δώσει τον Αύγουστο του 44 το βασιλικό πραξικόπημα του Μιχαήλ ( σε συνεργασία με αστούς πολιτικούς αλλά και τους κομμουνιστές του Γκρόζα ) και η αποπομπή του Αντονέσκου, την ίδια στιγμή που τα σοβιετικά στρατεύματα σαρώνουν τη Ρουμανία. Πρόκειται για μια  απέλπιδα προσπάθεια να διασωθεί ό,τι είναι δυνατόν από το αστικό καθεστώς, τη μοναρχία  και τα βρετανικά συμφέροντα στη Ρουμανία . Ο de Chastellain θα διαταχθεί να επιστρέψει εσπευσμένα στο Κάιρο αεροπορικώς μέσω Κωνσταντινούπολης , ενώ ο Barbu Stirbey θα επιστρέψει στο Βουκουρέστι για να αναλάβει τις διαπραγματεύσεις με τη σοβιετική πλευρά. Η απίστευτη αυτή προσωπικότητα θα πεθάνει δύο χρόνια αργότερα από ηπατική ανεπάρκεια, ενώ η πατρίδα του τον επόμενο χρόνο ( 1947 ) θα προσδεθεί οριστικά στο σοβιετικό μπλοκ.

Αλλά για ποιο λόγο ασχοληθήκαμε εκτενώς με  τη τύχη της Ρουμανίας για αυτή τη περίοδο και ειδικά με τον εξαίρετο κύριο  Stirbey ;  Ακόμα και ο υποψιασμένος αναγνώστης θα απορεί : Ενώ το άρθρο ασχολείται με το πρόσωπο της καλής μας  Brittain-Jones, έχει διατεθεί τόσος χώρος και τόση έρευνα στα Ρουμανικά πράγματα . Η απορία είναι  εύλογη γι αυτό θα προχωρήσουμε στο επόμενο βήμα.

Ο κύριος Edwin G. Boxshall

Όπως είδαμε στη προηγούμενη ενότητα όταν ο Barbu Stirbey αναχωρεί εν κρυπτώ για το Κάιρο  συνοδεύεται από τη κόρη του Ελίζα και ένα ταγματάρχη του Βρετανικού Στρατού, σύζυγο της  Ελίζας, τον Edwin George Boxshall.  Ο εν λόγω καλός κύριος γεννήθηκε στη Μ. Βρετανία το 1897 από στρατιωτική οικογένεια . Ο πατέρας του Henry Boxshall υπήρξε προβεβλημένος αξιωματικός του μηχανικού και ο νεαρός Edwin  ( ορισμένες πηγές τον αναφέρουν ως Edgar ή Edward  αλλά είναι βέβαιο ότι πρόκειται για το ίδιο πρόσωπο )  γίνεται στέλεχος του Βρετανικού Στρατού και των μυστικών υπηρεσιών. Είναι η εποχή ( δεκαετία του 1920 ) όπου το πετρέλαιο αποτελεί τον πραγματικό χρυσό τον οποίο αποβλέπει να εξασφαλίσει για οικονομικούς και γεωστρατηγικούς λόγους το Βρετανικό Ιμπέριουμ . Μέρος των απαραίτητων πετρελαίων βρίσκεται στη Ρουμανία, μια χώρα με φιλικό προς τη Μ. Βρετανία καθεστώς ( αν λάβουμε υπόψιν τον ηγετικό ρόλο της βασίλισσας Μαρίας ) και στη χώρα δραστηριοποιούνται βρετανικές και αμερικανικές εταιρείες κολοσσοί, είτε απευθείας, είτε μέσω θυγατρικών.

Ο φέρελπις νεαρός Edwin θεωρείται πολλά υποσχόμενος . Η σχέση του με το περίφημο sir Basil Zacharoff  του εξασφαλίζει μία θέση – προκάλυμμα  στο Βουκουρέστι το 1922 , ως τοπικός αντιπρόσωπος της Vickers  και στην ουσία  υπεύθυνος  για το τοπικό δίκτυο της SIS  . Εκεί θα γνωριστεί με ποιόν άλλον ;  τον εξαίρετο κύριο Barbu Stirbey  και τη κόρη του Elise. Οι δύο νέοι θα παντρευτούν σύντομα και το 1923 ή 1924 θα  αποκτήσουν το μοναδικό τους τέκνο : τον John Edwin Boxshall ( για τον οποίο τα ενδιαφέροντα λίγο παρακάτω ) . Ο Boxshall θα παραμείνει υπό τη κάλυψη της  ιδιότητας εμπορικού αντιπροσώπου στη Ρουμανία  σχεδόν συνεχώς μέχρι το 1944 και την ανωτέρω περιγραφόμενη διαφυγή των τριών στη Κωνσταντινούπολη ( πατρός, κόρης και γαμβρού ) . Κατά την εκεί παραμονή του θα είναι μάρτυς  και πιθανός αυτουργός όλων των εξελίξεων  που  αναφέραμε προηγουμένως. Ακόμα και κατά τη περίοδο Αντονέσκου  ο ώριμος και έμπειρος πλέον Edwin θα ελίσσεται στο παρασκήνιο σχεδόν ανενόχλητος, προσφέροντας πολύτιμες υπηρεσίες και πληροφορίες στη συμμαχική προσπάθεια  αλλά και εξυπηρετώντας τις μετέπειτα βλέψεις της  βρετανικής πολιτικής για τη Ρουμανία. Δεν γνωρίζουμε αν ο Boxshall επέστρεψε το 44 στη Ρουμανία, αλλά είναι βέβαιο ότι το 1947 επιστρέφει στη Μ. Βρετανία και παίρνει διαζύγιο από τη κόρη του Stirbey. Έκτοτε ο Edwin Boxshall  δραστηριοποιείται ως σημαντικό στέλεχος του τμήματος Ευρώπης  της βρετανικής κατασκοπείας μέχρι και την αποχώρηση του από την υπηρεσία στο τέλος της δεκαετίας του 60 με το βαθμό του Αντισυνταγματάρχη . Είναι ίσως περίεργο για τον μη ενήμερο στα σχετικά παραφερνάλια αναγνώστη ότι ο Edwin αποστρατεύεται με τόσο χαμηλό βαθμό, παρά τις εξαιρετικές υπηρεσίες που προσέφερε στο στέμμα . Όμως  ελάχιστοι από τα στελέχη των βρετανικών μυστικών υπηρεσιών αμείφθηκαν με τίτλους και βαθμούς  πέρα από το όριο εκείνο όπου αναγκαστικά θα  διάβαιναν το κατώφλι προς το προσκήνιο της δημοσιότητας και της προβολής.  Αυτό υπήρξε μακρά πρακτική και ( νομίζω ) για ευνόητους λόγους . Θεωρούμενος ένας από τα πιο έμπειρα και έγκυρα στελέχη των μυστικών υπηρεσιών όλων των εποχών ο Lt Col E. G. Boxshall χρησιμοποιήθηκε  ως «σύμβουλος» ακόμα και μέχρι το θάνατό του το 1984 σε διάφορες σημαντικές υποθέσεις .  Ασχολήθηκε  μετά την αποστράτευση του με την ιστορία του SOE και των μυστικών επιχειρήσεων των διαφόρων υπηρετών του βρετανικού στέμματος, θεωρούμενος ως σημείο αναφοράς και αυθεντία . Η  σύγχυση  ( σε ορισμένες πηγές )  περί του ονόματος Edwin – Edgar οφείλεται μάλλον στις τότε  συνήθειες συγκάλυψης – απόκρυψης . Η ταυτοπροσωπία ΙΜΗΟ δεν επιδέχεται αμφισβήτησης . Πολλές  «ειδικές» πηγές  τον θεωρούν  το πιο σημαντικό κατάσκοπο της «παλαιάς γενιάς» , αν και τέτοιου είδους χαρακτηρισμοί έχουν δοθεί και σε άλλους «συναδέλφους» του.

Δεν είναι τυχαίο προφανώς ότι και ο υιός του John Edwin Boxshall  από μικρή ηλικία εντάχθηκε στις μυστικές υπηρεσίες με το βαθμό του λοχαγού . Με εξαίρετες σπουδές στο Ήτον και την Οξφόρδη υπηρέτησε για ένα διάστημα στο τμήμα βαλκανικών υποθέσεων του MI3 .   Η θητεία του στις μυστικές υπηρεσίες, όπου έφθασε μέχρι το βαθμό του Λοχαγού, είναι εξακριβωμένη μέχρι το 1947 .  Ο Π. Κανελλόπουλος τον αναφέρει στα ημερολόγια του ως ταγματάρχη σχετικά  με την υπόθεση Τσιγάντε το 1943 , πράγμα που σημαίνει ότι ο υιός Boxshall  ( μάλλον αυτός παρά ό πατήρ ) βρισκόταν στο Κάιρο και είχε εμπλοκή στα τρέχοντα τότε ελληνικά πράγματα . Όπως φαίνεται από στοιχεία που βρήκα πέρασε αργότερα και από την Αθήνα όπου το 1953 παντρεύεται τη  Μαργαρίτα Κετσέα ( τότε  αυλική  ακόλουθο της βασίλισσας Φρειδερίκης )  κόρη του προβεβλημένου αθλητή και παράγοντα του τέννις  Ιωάννη Κετσέα , εγγονή του γνωστού στρατηγού Θεμιστοκλή Κετσέα , ενός από τα ιδρυτικά μέλη  της γνωστής οργάνωσης Χ . Αργότερα o υιός Boxshall προσελήφθη στη BP της οποίας έγινε σημαντικό στέλεχος και γενικός διευθυντής Ευρώπης μέχρι το 1992. Μετά ασχολήθηκε με τη καταγραφή των απομνημονευμάτων του, τη συγγραφή βιβλίων και μια μικρή εταιρεία real estate. Ο υιός Boxshall απεδήμησε εις Κύριον το 2008 .

Ο Lt Col.  Edwin  G. Boxshall  απέκτησε και μία κόρη την Ιωάννα – Ελισάβετ – Μαρία ( …! ) η οποία παντρεύτηκε στο Βουκουρέστι κατά τις αρχές του ΒΠΠ τον Ιωάννη Γεωργίου Νεγροπόντε ( Νεγρεπόντη )  από μεγάλη ομώνυμη Φαναριώτικη οικογένεια και μητρικές ρίζες από την οικογένεια Σκαναβή ( άλλα αυτά άνθη της  ομογένειας ) . Απέκτησαν ένα υιό τον Αλέξανδρο το 1943 που ίσως ζει ακόμα στο Καναδά  . Με τις μικρές αλλά  καθόλου ασήμαντες αυτές λεπτομέρειες  είναι καιρός να κλείσουμε αυτή τη μακρά καταγραφή προσώπων, καταστάσεων και διασυνδέσεων που έχουν σχέση με τη Ρουμανία, τη Mamma Reggina βασίλισσα Μαρία, το Barbu Stirbey και τον καταπληκτικό και ανεξιχνίαστο κύριο Edwin  G. Boxshall  . Καιρός να επιστρέψουμε στα της κυρίας Brittain-Jones.

Το εξόριστο ζεύγος

Με τη παράδοση της Ελλάδας  τον Απρίλιο του 1941  είχαμε αφήσει το βασιλέα Γεώργιο το Β’ να διαφεύγει στη Κρήτη και  αργότερα  στο Λονδίνο. Εκεί τον περιμένει η Joyce μαζί με τη κόρη της Pauleen . Ο Γεώργιος θα καταλύσει στο Claridge’s Hotel στο Λονδίνο ενώ η  ερωμένη του θα  νοικιάσει ένα σπίτι στα προάστια και σύμφωνα με ορισμένες ( μάλλον ρομαντικές ) πηγές θα εργάζεται σε ένα εργοστάσιο πυρομαχικών. Το ζεύγος θα συναντιέται πολύ συχνά και θα μετέχει στη κοινωνική ζωή της  αριστοκρατίας, όπου η Joyce  θα γνωρίσει αποδοχή ακόμα και από μέλη της βρετανικής βασιλικής οικογένειας . Μέχρι και ο χαλκέντερος  τότε αρχηγός του γενικού επιτελείου Sir Allan Brooke την αναφέρει ως συμπαθή στα ημερολόγια του . Θα συνταξιδεύσουν ως ζεύγος ακόμα και στις ΗΠΑ όταν το 1943 ο Γεώργιος μεταβαίνει στην Αμερική  και σε ορισμένα από τα  ταξίδια του Γεωργίου στο Κάιρο . Όσο γίνεται πλέον προφανές ότι η χιτλερική Γερμανία θα ηττηθεί, όσο φουντώνει η αντίσταση  και οι ενδοελληνικές έριδες στη κατεχόμενη πατρίδα , όσο εξακολουθεί να παραμένει ανοικτό το καθεστωτικό  για τη μεταπολεμική Ελλάδα ο Γεώργιος ( ίσως και ακουσίως )  αποτελεί το πολιορκητικό κριό  των βρετανικών συμφερόντων και στοχεύσεων. Η σταθερή προσκόλληση της βρετανικής πολιτικής  στη μοναρχία ( εν μέρει για πρακτικούς λόγους, εν μέρει λόγω των εμμονών  του Τσώρτσιλλ και των συν αυτώ ) αποτελεί τον άξονα πάνω στον οποίο το Φόρειν Όφφις προωθεί τους στόχους του.  Οι διάφοροι πολιτικοί συμβιβασμοί, η παράλληλη ενθάρρυνση των εμφύλιων σπαραγμών, η αποτυχημένη επιχείρηση στα Δωδεκάνησα, το κίνημα της Μέσης Ανατολής και τέλος ο Λίβανος  και η Γκαζέρτα  αφήνουν στην ουσία το πολιτειακό σε εκκρεμότητα και με την απελευθέρωση  τον Οκτώβριο του 44 το θέμα  δεν έχει λυθεί .

Με βάση τις συμφωνίες μεταξύ των διαφόρων πολιτικών δυνάμεων  το ζήτημα θα πρέπει  να λυθεί με δημοψήφισμα και μάλιστα το ταχύτερο δυνατόν. Μέχρι τότε βέβαια η Ελλάδα  είναι βασίλειο και ο Γεώργιος αναγνωρίζεται διεθνώς ως βασιλεύς, παρά το γεγονός ότι η ανοχή του στη δικτατορία Μεταξά, ο άκρατος αντιβενιζελισμός των κύκλων του  και η  ανύπαρκτη συμβολή του στον απελευθερωτικό αγώνα έχουν ρίξει τη δημοτικότητα του πολύ χαμηλά. Ο Γεώργιος προ του αδιεξόδου που δημιουργείται με τα  γεγονότα του Δεκεμβρίου του 44 εξαναγκάζεται από τον ίδιο το Τσώρτσιλλ να αποδεχθεί τον ορισμό αντιβασιλέα στο πρόσωπο του αρχιεπισκόπου Δαμασκηνού. Είναι χαρακτηριστικά αυτά που αναφέρει ο ίδιος ο McMillan για εκείνη τη περίοδο. Στο τραπέζι της συζήτησης μεταξύ Alexander , McMillan  και Leeper μέσα στη βαλλόμενη από το ΕΑΜ Βρετανική Πρεσβεία, ο δεύτερος θυμάται ότι  πρότεινε αρχικά τον  αδελφό του Γεωργίου Παύλο μετέπειτα βασιλέα, αλλά επειδή  υπήρχαν υπόνοιες ότι επηρεάζεται από τη γερμανίδα σύζυγό του απορρίφθηκε . Άλλωστε το εν λόγω ζεύγος είχε σταλεί υποχρεωτικά στη νότια Αφρική  κατά τη διάρκεια του πολέμου , τεθέν υπό την επιτήρηση του στρατάρχη Γιάν Σματς για ευνόητους λόγους.  Η απόφαση για την επιλογή του Δαμασκηνού πάρθηκε εκείνο το βράδυ στη πρεσβεία όσο έξω  οι βρετανοί αλεξιπτωτιστές προσπαθούσαν να απωθήσουν τον εφεδρικό ΕΛΑΣ σε μια  ιδιαίτερα αιματηρή μάχη . Η πρόταση  υιοθετείται από τη 10 Downing st  και η βρετανική ηγεσία πιέζει το Γεώργιο να αποδεχθεί το διορισμό του Δαμασκηνού. Δεν γνωρίζουμε ποιο ρόλο έπαιξε  εδώ η Joyce ( σε μια επιστολή του προς το Φόρειν Όφφις ο Τσώρτσιλλ  απαιτεί να σταλεί στο Γεώργιο η εν λόγω κυρία για να τον πείσει να σταθεί στο  «ύψος των περιστάσεων» ) αλλά το βέβαιο είναι ότι ο Γεώργιος τελικά ενέδωσε και στις 31 Δεκεμβρίου του  1944 ο Δαμασκηνός ορκίζεται αντιβασιλεύς.  Ο Γεώργιος θα νοικιάσει ένα σπίτι στη Chester Square στο Λονδίνο για να στεγάσει την απογοήτευση του και την ερωμένη του και όσο εξελίσσονται τα γεγονότα στην Ελλάδα, αναμένει την οριστική του τύχη. Μια τύχη που επαφίεται στις αποφάσεις της  βρετανικής πολιτικής και στις εν Ελλάδι εξελίξεις.

Μετά τις «κουτσές» εκλογές του 1946 και το δημοψήφισμα του φθινοπώρου ο Γεώργιος επιστρέφει τελικά το Σεπτέμβριο του 1946 στην Αθήνα ως αδιαμφισβήτητος  βασιλεύς αλλά, όπως μαθαίνουμε, χωρίς τη συνοδεία της  Joyce . Δεν έχω κατορθώσει να  βρω στοιχεία σχετικά με  την απόφαση της βρετανικής, αλλά ως φαίνεται και της ελληνικής πλευράς, να μην ακολουθήσει στην Ελλάδα το Γεώργιο η αγγλίδα ερωμένη του. Πέραν του μελοδραματικού χωρισμού των δύο εραστών στο αεροδρόμιο, όπως περιγράφεται εν είδει Καζαμπλάνκα  από αμερικανική ( …! ) εφημερίδα και πέραν ορισμένων αναφορών ότι μέλη της ελληνικής βασιλικής οικογένειας ζητούσαν  να επιτραπεί στη Joyce να ακολουθήσει τον Γεώργιο  έστω και αργότερα στην Αθήνα, στοιχεία που να αποδεικνύουν το σκεπτικό αυτής της σκληρής για το ζεύγος απόφασης δεν υπάρχουν. Μόνο εικασίες μπορούμε να κάνουμε σχετικά, αν και επί του θέματος  θα μπορούσαν να υπάρχουν πολλές αναγνώσεις :

Η ελληνική πλευρά, όπου εκείνη τη περίοδο  υπήρχε αστάθεια και σωρεία σοβαρών προβλημάτων στην οικονομία, τη κοινωνία, την ασφάλεια και τη πολιτική, εξέφραζε πλέον τις θέσεις των  φιλοβασιλικών κομμάτων που είχαν έλθει στην εξουσία . Νομίζω ότι ένα σκάνδαλο  περί τον Γεώργιο δεν θα ήταν ανεκτό στη προσπάθεια να σταθεροποιηθεί η κατάσταση, αν λάβουμε υπόψιν το συμβολικό χαρακτήρα του θεσμού, την υπόθεση Εδουάρδου – Σίμπσον , τις ατασθαλίες του άλλου πρώην συγγενούς Καρόλου του Β’ της Ρουμανίας και το γεγονός ότι παρά το δημοψήφισμα ήταν φανερό σε όλους ότι ο βασιλεύς δεν ήταν ιδιαίτερα αποδεκτός, στο βαθμό τουλάχιστον που εξέφραζε το  αποτέλεσμα της σχετικού δημαοψηφίσματος. Αυτή η λεπτή ισορροπία θα μπορούσε ανά πάσα στιγμή να κλονιστεί αν γινόταν γνωστό ότι ο Γεώργιος έχει ερωμένη μια αγγλίδα και μάλιστα διαζευγμένη .  Είχε περάσει η εποχή όπου ελάχιστοι γνώριζαν την ύπαρξη της Joyce παρά τω πλευρώ του Γεωργίου, όπως συνέβαινε στο μεσοπόλεμο . Αρκετοί πλέον γνώριζαν ή είχαν την ευκαιρία να τη γνωρίσουν προσωπικά κατά τη διάρκεια της εξορίας στο Λονδίνο  και επομένως οι φόβοι των ελλήνων πολιτικών ιθυνόντων ότι αυτό θα μπορούσε, σε περίπτωση δημοσιοποίησης, να αποτελέσει βόμβα στα θεμέλια της εύθραυστης τότε ισορροπίας είναι ΙΜΗΟ ( πάντα ) καθοριστικός παράγων.

Η βρετανική πλευρά πάλι είχε σαν βασικό στόχο την εξασφάλιση των συμφερόντων της στη περιοχή και εν μέρει τουλάχιστον το είχε επιτύχει . Δεν έπρεπε να δοθεί καμμία δυνατότητα στην αριστερά να σηκώσει κεφάλι, ούτε μπορούσαν να φανταστούν την Ελλάδα χωρίς συνταγματικό μονάρχη και εκτός των ορίων της βρετανικής επιρροής . Αυτό είναι σαφές ακόμα και τη περίοδο πρωθυπουργίας Άττλη , αμέσως μετά το τέλος του πολέμου, αφού οι βασικές στοχεύσεις της βρετανικής διπλωματίας ελάχιστα επηρεάστηκαν από την άνοδο στην εξουσία των Εργατικών και τις πιέσεις του τύπου και της κοινής γνώμης. ‘Εχωντας πλήρη εικόνα για τη κατάσταση στην Ελλάδα και γνωρίζοντας τις περιορισμένες οικονομικές και στρατιωτικές τους δυνατότητες, έπρεπε να εξασφαλίσουν τα συμφέροντα τους με πενιχρά στην ουσία μέσα και επομένως  βασισμένοι στην ελληνική πολιτική και οικονομική ελίτ που είχε εξέλθει σχεδόν αλώβητη από το ΒΠΠ και τα Δεκεμβριανά . Παράλληλα είχαν τους δικούς τους σκελετούς στο ντουλάπι ( αναφέρομαι για μια ακόμη φορά στην υπόθεση του  έκπτωτου Εδουάρδου  και της  αμερικανίδας κυρίας του με τις αμφιλεγόμενες φιλοναζιστικές διασυνδέσεις ) οπότε δεν μπορούσαν να επιβάλλουν στην Ελλάδα αυτό που  μετά βδελυγμίας απέκρουαν ( κυρίως οι Torries ) μερικά χρόνια πριν.

Τη τύχη του «παράνομου» ζεύγους έκριναν επομένως οι ανάγκες της  ελληνικής και της βρετανικής πολιτικής  και μετά τον υποτιθέμενο δραματικό αποχαιρετισμό στο αεροδρόμιο η Joyce  έμεινε στη Μ. Βρετανία .Έκτοτε οι δύο εραστές  δεν θα συναντηθούν  ξανά. Ο Γεώργιος θα αποδημήσει εις ουρανούς έξη μήνες μετά, τον Απρίλιο του 1947 , εν μέσω του εμφυλίου  από  αρτηριοσκληρωτικό επεισόδιο , βαρύθυμος, μόνος και άτεκνος και τη θέση του θα αναλάβει ο αδελφός του βασιλεύς Παύλος μετά της αλήστου μνήμης  συζύγου του . Στην κηδεία του Γεωργίου θα χοροστατήσει ο πρώην  Αρχιεπίσκοπος  Χρύσανθος, ως ένδειξη της βασιλικής απαξίας για τον αντιβασιλεύσαντα Δαμασκηνό, αλλά η γνωστή μας κυρία δεν θα παραστεί, αφού ακόμα και σε αυτή την ύστατη περίσταση η παρουσία της ήταν ανεπιθύμητη. Βέβαια δεν γνωρίζουμε αν η ίδια υπέβαλλε αρμοδίως σχετικό αίτημα.

Ο κύκλος κλείνει – μια τελική αποτίμηση

Θα αναρωτιέστε  καλοί μου αναγνώστες, όσοι είχατε το ακατάβλητο αναγνωστικό σθένος για να φτάσετε ως εδώ, τι να απέγινε η κυρία Joyce Brittain-Jones Αυτό το οποίο πληροφορούμαστε από ένα έγκυρο βιογράφο της ελληνικής βασιλικής οικογένειας τον Άγγλο John Van der Kiste , ο οποίος έχει ασχοληθεί επισταμένα με  όλους σχεδόν τους βασιλικούς οίκους της Ευρώπης και θεωρείται παγκοσμίως αυθεντία στα θέματα αυτά είναι το εξής καταπληκτικό :

Η κυρία Joyce Brittain-Jones στις 22 Σεπτεμβρίου του 1949 προσέρχεται σε πολιτικό γάμο με έναν  ώριμο κύριο :  τον γνωστό μας και μη εξαιρετέο Lt Col Edwin George Boxshall . Η σεμνή τελετή πραγματοποιήθηκε σε ένα συνοικιακό δημαρχιακό γραφείο χωρίς δημοσιότητα και τυμπανοκρουσίες . Αν και έψαξα  επίμονα τα αρχεία των ληξιαρχικών πράξεων εκείνης της εποχής δεν υπάρχει καμμία αναφορά, κάτι το οποίο για να είμαι ειλικρινής ανέμενα σχεδόν από την αρχή, όταν άρχισα να αναδιφώ  στα υπόγεια αυτής της ιστορίας.  Θεωρώ όμως απόλυτα έγκυρο το εύρημα του Van der Kiste ο οποίος ανύποπτος για τη «πλάγια» χρησιμότητα του ευρήματος από  άλλους  περίεργους   και όντας εξαίρετος ερευνητής, εξ επαγγέλματος βιβλιοθηκονόμος και βιβλιογράφος,  βρήκε και κατέγραψε αυτό το γεγονός. Ο ίδιος μας διαβεβαιώνει ότι  το ζεύγος  συνέζησε στην Αγγλία επί πολλά έτη ενώ η κόρη της  Pauleen εργάστηκε στη Βρετανική Αρμοστεία στην Αυστραλία . Κατά τον ίδιο συγγραφέα η ερίτιμος απέθανε, πλήρης ημερών και εμπειριών,  στις 7 Ιουλίου του 1974  σε οίκο φροντίδας  του Λονδίνου μετά από μακρά ασθένεια . Ο κύριος E.G. Boxshall, όπως ήδη γνωρίζουμε θα μας αφήσει και αυτός επτά χρόνια αργότερα για να κλείσει οριστικά ο κύκλος που ανοίξαμε όταν αρχίσαμε τη περιπλάνηση μας . Μια περιπλάνηση  στα έργα και τις ημέρες γαλαζοαίματων και θνητών που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο συνέβαλαν  στο ιστορικό γίγνεσθαι , όπως σήμερα το αποτυπώνουμε.

Απομένει μόνο μια τελευταία ματιά σε όσα  σας αφηγήθηκα  μέχρι που έκλεισε ο κύκλος για τον οποίο σας είχα προϊδεάσει σχεδόν εξ αρχής . Μια αποτίμηση του κυρίως προσώπου  που αποτέλεσε και την έμπνευση για το παρόν κείμενο :

Παρά το γεγονός ότι ο γάμος της εν λόγω με τον πολύπειρο  Boxshall  μπορεί να σημαίνει και να υπονοεί πολλά, πέρα από την εμπεδωμένη  πεποίθηση ορισμένων παραγόντων της βρετανικής πολιτικής ( Τσώρτσιλλ . Μακμίλλαν )  ότι η Joyce ασκούσε έντονη επιρροή στο Γεώργιο, είναι  μάλλον αδύνατον ( με τα στοιχεία που έχω ) να θεμελιωθεί ακλόνητα  η άποψη ότι  η χαριτόβρυτος ήταν  υπάκουο όργανο στα χέρια  των μυστικών υπηρεσιών . Κανείς δεν μπορεί βέβαια να αποκλείσει αυτή την εκδοχή παρά μόνον αν ο ρομαντισμός του συναγωνίζεται την ιστορική του άγνοια και συμβαδίζει με  υπέρμετρη αφέλεια . Όμως δεν μπορώ αβασάνιστα να απορρίψω την εκδοχή ότι η Joyce αγάπησε πραγματικά το Γεώργιο ή ίσως τη περίπτωση που αποκάλεσα «ενδιάμεση» εκδοχή . Είναι πρακτικά δύσκολο να συμβιώνεις με έναν άνθρωπο δύσκολο, βαρύθυμο και φορτωμένο με τόσα  προβλήματα και ευθύνες σχεδόν επί μια δεκαετία, να ανέχεσαι το παραμερισμό από τη δημόσια ζωή ( τουλάχιστον κατά τη πενταετή διαμονή στο Τατόι )  , να μη διεκδικείς το πλούτο, την αναγνώριση και τη δημοσιότητα, χωρίς να σε συνδέουν αισθήματα κάποιου βάθους με τον εραστή σου . Αν  πέραν αυτών  ενυπήρχε ο υπολογισμός που μπορεί να εκληφθεί και ως πατριωτισμός στη στάση και συμπεριφορά της Joyce, ώστε να εξυπηρετούνται παράλληλα και ευρύτερες στοχεύσεις του στέμματος και του Ιμπέριουμ, αυτό δεν στερεί οπωσδήποτε τη πιθανότητα ύπαρξης γνήσιων συναισθημάτων που να δένουν το εν λόγω ζεύγος. Αλλά αυτή, γενναίοι μου αναγνώστες, είναι η δική μου αβέβαια εκτίμηση και περισσότερη ίσως σημασία έχει το πώς  θα αποτιμήσετε εσείς  το πρόσωπο και τα έργα του με βάση αυτά που διαβάσατε εδώ, αλλά και όσα  τυχαίνει να γνωρίζετε ή να ανακαλύψετε σε δική σας έρευνα . Άλλωστε γνωρίζωντας ότι το μεγαλύτερο μέρος από τα αρχεία του SOE έχει καταστραφεί ήδη από τη δεκαετία του 1950, αμφιβάλλω αν ποτέ θα μάθουμε με βεβαιότητα  ποιος  ήταν τελικά ο ρόλος  αυτής της κυρίας που εξακολουθεί να μας γοητεύει από τη φωτογραφία που μπορείτε να ξαναδείτε στο «υπερώο» αυτού του άρθρου.

Υστερόγραφο

Αυτά τα ελάχιστα που θα διαβάσετε παρακάτω είναι μάλλον διαδικαστικού χαρακτήρα, αλλά τα είχα στο μυαλό μου  ήδη όταν ξεκινούσα τη δουλειά για αυτό το πολύπαθο ατόπημα. Αυτό που δεν γνώριζα αρχικά ήταν το μέγεθος των  δυσκολιών που θα αντιμετώπιζα, όπως και η έκταση του κόπου που θα χρειαζόταν για να μπορείτε να  καταλήξετε αναγνώστες μου  μέχρις εδώ .Κατά τη διάρκεια αυτής της έρευνας  σκόνταψα πολλές φορές  σε σκοτεινά σημεία ή σε πηγές που απαιτούσαν  πληρωμή για να γίνουν διαθέσιμες .  Το σύνολο των πηγών  που μπόρεσα τελικά να ανακαλύψω και να χρησιμοποιήσω  είχαν ανεπάρκειες, αμφισημίες, συναισθηματισμούς και αμφιλεγόμενα στοιχεία. Χρειάστηκε να θυμηθώ τα ισπανικά μου και τα γαλλικά μου για να αναγνώσω πορτογαλικά και ρουμανικά κείμενα . Χρειάστηκε να προστρέξω στη βοήθεια της κόρης μου για πιο εκτεταμένες αναζητήσεις και  για αγγλικές εκφράσεις του συρμού . Χρειάστηκε ακόμα να παραμερίσω τα αισθήματα απέχθειας που έτρεφα και τρέφω  για  τους γαλαζοαίματους  ( ιδία τους βρετανούς )  , την  καθ’ ημάς εθνικόφρονα παράταξη και διάφορα εμφυλιοπολεμικά μου κατάλοιπα και, πιστέψτε με, αυτό ήταν ίσως πιο δύσκολο από τις ατελείωτες ώρες έρευνας, ανάγνωσης και συγγραφής αυτού του κειμένου .  Δεν είμαι βέβαιος αν σε αυτό το τελευταίο «καθήκον» υπήρξα απόλυτα συνεπής .

Επέλεξα επίσης να μην αναφέρω εντός του κειμένου παραπομπές σε συγκεκριμένες βιβλιογραφικές πηγές με το καθιερωμένο  τρόπο για να μη σπάει η συνέχεια της αφήγησης . Όσες αναφορές σε πηγές  υπάρχουν  εντός του κειμένου  γίνωνται περιφραστικά, ενώ για τους ρέκτες του είδους έχω κρατήσει στους σελιδοδείκτες του browser  αρκετά στοιχεία.  Βρήκα επίσης αρκετές φωτογραφίες  προσώπων που θα μπορούσαν να κοσμήσουν αυτό το άρθρο αλλά μόνο δύο ( 2 ) της εν λόγω κυρίας . Μετά από σκέψη αποφάσισα να μη τις χρησιμοποιήσω , ώστε να  κάνω την ανάγνωση ακόμα πιο δύσκολη, ιδίως για τους διαγώνιους μακαντάσηδες του είδους .  Η ευθύνη για αυτό τον τρόπο παρουσίασης του κειμένου  ανήκει προφανώς στον υποφαινόμενο και την αναλαμβάνω ασμένως .

Σε κάθε περίπτωση  πάντως  θα ήταν  πέραν κάθε θεμιτής μου φιλοδοξίας  να θεωρηθεί αυτό το κείμενο ως ιστορική μελέτη ή έστω  απόπειρα ιστορικού πονήματος. Τα γεγονότα, η σύνθεση και τα συμπεράσματα  (  όσο το δυνατόν προσπάθησα να τα αποφύγω ) που εκτίθενται εδώ δεν αποτελούν  τίποτε περισσότερο από ένα αφήγημα που  είχε τη καλωσύνη να φιλοξενήσει ο Πάνος Ζέρβας στη Καλύβα του στα πλαίσια της μεταξύ μας  … Entente Cordiale .  Και επομένως  τα τυχόν λάθη, παραλείψεις, αστοχίες βαραίνουν αποκλειστικά  τον υπογράφοντα και όχι το Καλυβάρχη που ανέλαβε  μόνο τα καθήκοντα του εκδότη .

Advertisement