Ο Στάθης Παχίδης, των Αγάμων Θυτών (και όχι μόνο) είναι ο πρώτος που ασχολείται επιτέλους σοβαρά με τα μούσια: ταξινομεί, περιγράφει και σχολιάζει – δεόντως:

Πηγή: Κατά μουσάτων λίβελος | BLOG | Protagon

Ωστόσο, ο πρώτος μεγάλος καταγραμμένος καυγάς για το μούσι (εξ όσων γνωρίζω) ήταν αυτός ανάμεσα στους Αντιοχείς και τον αυτοκράτορα Ιουλιανό – τον οποίον το παπαδαριό αποκαλεί «αποστάτη» ή «παραβάτη» ανά τους αιώνας και έως της σήμερον, αλλά ήταν ωραίος (και ουχί ορέος) τύπος. Του την έπεσαν λοιπόν οι Αντιοχείς, διότι δεν τον πήγαιναν, με αιχμή το γένι του:

…κύριος στόχος της σάτιρας ήταν η φιλοσοφική γενειάδα του Ιουλιανού, από την οποία, όπως έλεγαν κοροϊδευτικά, μπορούσε κανείς να πλέξει σχοινιά. [446] Η κοροϊδία ήταν κάπως απρεπής, και πολλοί μέχρι σήμερα εκφράζουν τη συμπάθεια τους για τον ατυχή Ιουλιανό, ο οποίος έγινε αντικείμενο χλεύης για τα γένεια του.

Βεβαίως, το να χλευάζεις τις αυτοκρατορικές τρίχες ήταν ΠΟΛΥ επικίνδυνη υπόθεση, εκείνες τις εποχές. Εδώ που τα λέμε ακόμα είναι, στο 90% τουλάχιστον του ευτυχούς μας πλανήτη. Οι Αντιοχείς λοιπόν τα έπαιξαν: έχε γούστο να τα πάρει στο κρανίο ο Αυτοκράτωρ και να μας κόψει… ό,τι κόβεται!

Αλλά ο Ιουλιανός, αν και άνθρωπος των όπλων, δεν ήταν τέτοιος τύπος. Προτίμησε, αντί να τους αφαλοκόψει, να… συγγράψει! Έγραψε λοιπόν και κυκλοφόρησε πάραυτα (αν και δεν υπήρχαν μπλογκ, τότε) το «Αντιοχικός ή Μισοπώγων» στο οποίο υπερασπιζόταν τις αυτοκρατορικές του τρίχες με τον πλέον ακατανίκητο τρόπο: τον αυτοσαρκασμό!

Στο εν λόγω έργο του ο Ιουλιανός δηλώνει ότι όχι μόνον ανέχεται τις ειρωνείες των Αντιοχεύς για τα γένεια του, αλλά και προσθέτει και ο ίδιος πρόθυμα ακόμη περισσότερες εις βάρος του εαυτού του, επιδεικνύοντας μία παράδοξη αυτοσαρκαστική διάθεση: Τα γένεια δεν τα έχει για κανέναν άλλο λόγο, γράφει, παρά για να κρύψει τη φυσική του ασχήμια,[449] και είναι καταδικασμένος να ανέχεται να τριγυρίζουν σε αυτά οι ψείρες, όπως τα θηρία στο δάσος,[450] και επιπλέον να μην μπορεί εξαιτίας τους να φάει λαίμαργα ή να πιει με ανοικτό το στόμα, φοβούμενος μήπως μαζί με το ψωμί καταπιεί και τις τρίχες από τα γένεια του. [451] Και σαν να μην έφθαναν αυτά, τα γένεια του του δημιουργούν και μία άλλη ενόχληση, καθώς τον εμποδίζουν να φιλήσει άλλα, καθαρά και «γλυκερώτερα» χείλη. [452] Σε ό,τι αφορά το σκωπτικό σχόλιο ότι από τα γένεια του θα μπορούσε κανείς να πλέξει σχοινιά, ο Ιουλιανός δηλώνει ότι θα ήταν έτοιμος να προσφέρει προς τούτο τα γένεια του στους Αντιοχείς, αν δεν φοβόταν μήπως από την τραχύτητα των τριχών του τραυματισθούν τα απαλά και ευαίσθητα χέρια τους. [453]Και για να μη φανεί ότι ενοχλείται από τον σαρκασμό, ο Ιουλιανός προσθέτει και άλλους αυτοσαρκασμούς, δηλώνοντας ότι, σαν να μην του έφθαναν τα γένεια, έχει επίσης και ξηρά μαλλιά, κουρεύεται ελάχιστα, περιποιείται τα νύχια του ελάχιστα, έχει τον περισσότερο καιρό τα δάκτυλα του μαύρα από το μελάνι, και ένα στήθος δασύτριχο σαν των λιονταριών, πράγμα το οποίο ουδέποτε προσπάθησε να αλλάξει. [454] Ο Ιουλιανός δηλώνει ότι πέρα από τα σωματικά του ελαττώματα είναι επίσης και δύστροπος χαρακτήρας, καθώς δεν πηγαίνει στα θέατρα,[455]αποστρέφεται τις ιπποδρομίες[456] και αυτοβασανίζεται με την εγκράτεια και τη στέρηση. [457]

Πηγή: http://oodegr.co/neopaganismos/filosofoi/biblio_ioulianos/6.htm

Με λίγα λόγια, ο Ιουλιανός αντί να τους σφάξει, προτίμησε να τους κλάσει, επιλέγοντας μια πραγματικά αυτοκρατορική συμπεριφορά, με αφορμή τις τρίχες της γενειάδας του. Βέβαια, κανείς δεν ξέρει τι θα  γινόταν μετά, αν ο Ιουλιανός μακροημέρευε και το μούσι του μεγάλωνε περαιτέρω. Ευτυχώς όμως για τους Αντιοχείς, ο Αυτοκράτορας σκοτώθηκε (ή δολοφονήθηκε από κάποιον Χριστιανό) ενώ επιχειρούσε κατά των Περσών, αμέσως μετά τη θρυλική (πλην φιλολογική) μάχη της γενειάδας. Ήταν τότε μόλις 32 ετών.

(Τις άκρως ενδιαφέρουσες αναφορές στον Ιουλιανό από τον μεγαλύτερο νεοέλληνα ποιητή, θα τις δούμε στα σχόλια)