Μετά την απόπειρα των Σημίτη – Γιαννίτση (τόσο μοναδική που πέρασε ήδη στη μυθολογία) ουδείς τόλμησε να ασχοληθεί σοβαρά με το ασφαλιστικό. Ακόμα πριν λίγους μήνες, μια από τις θρυλικές «κόκκινες γραμμές» (με φρουρό της τον ηρωικό Στρατούλη) του ΣΥΡΙΖΑ ήταν να μη γίνει καμιά μείωση στις συντάξεις.

Η ιστορία είναι διδακτική, αλλά το θέμα είναι τι γίνεται τώρα. Αυτό που βλέπω να γίνεται είναι μια μεγάλη αδικία σε όσους εργάστηκαν και πλήρωσαν κανονικά, για να πέσουν στα μαλακά (κατά κάποιον τρόπο) οι υπόλοιποι. Και τη δίδυμη αδερφή της, την αδικία εις βάρος των νεότερων και των νέων, που καλούνται να σηκώσουν ένα βάρος πάνω από τις δυνάμεις τους, χωρίς ανταποδοτική προοπτική για τους ίδιους.

Σε πολιτικό επίπεδο έχουμε ένα μεγάλο έγκλημα και πολλά μικρά. Το μεγάλο είναι ότι η επιχειρούμενη μεταρρύθμιση πιθανότατα θα αποδειχτεί καταστροφική για την πραγματική οικονομία, όση έχει απομείνει, αλλά και για πολλά νοικοκυριά: είναι το ποντικοφάρμακο στη συνταγή του μνημονίου. Επιπροσθέτως, θα μεγεθύνει τη μαύρη εργασία και την εισφορο-αποφυγή. Τα μικρά εγκλήματα είναι οι χειρισμοί της κυβέρνησης, αλλά και το κλίμα αισιοδοξίας που δημιουργείται καθώς οι λογαριασμοί γίνονται χωρίς τον ξενοδόχο, δηλαδή χωρίς την τρόικα που έγινε κουαρτέτο. Είναι και η παροιμιώδης ανευθυνότητα της αντιπολίτευσης, η οποία αντί να αναλογιστεί τις δικές της ευθύνες στη δημιουργία του ασφαλιστικού προβλήματος και να συμβάλλει στο μέτρο που της αναλογεί στην καλύτερη (τη λιγότερο κακή) λύση, απλά περιμένει να τραβήξουν οι δανειστές το χαλί κάτω απ’ τα πόδια της κυβέρνησης – λες κι αυτό θα σημαίνει (έστω) κάτι καλό για τους ίδιους.

Τέλος, καμία σταθερή λύση δεν πρόκειται να υπάρξει μακροπρόθεσμα, αν δεν αντιμετωπιστούν τα βασικά: η ανεργία, η μαύρη εργασία, αλλά και η υπογεννητικότητα. Το καλύτερο που μπορούμε να περιμένουμε τώρα είναι μια στοιχειώδης προσαρμογή στην πραγματικότητα, η οποία όμως θα είναι εξαιρετικά επώδυνη – ιδίως γι’ αυτούς (συνταξιούχους και εργαζόμενους) που θα την υποστούν χωρίς να τους αξίζει.