Του Μιχάλη Μιχελή

Όλη η ιστορία ξεκινάει από το άρθρο 2 του Συντάγματος:

Ο σεβασμός   και η προστασία της αξίας του ανθρώπου, αποτελούν πρωταρχική υποχρέωση της Πολιτείας.

Δηλαδή όλοι οι Έλληνες, δικαιούνται εθνική, κρατική δωρεάν περίθαλψη, που θα τους εξασφαλίσει το ΕΣΥ. Σήμερα επιτυγχάνεται αυτό; Ποια είναι τα προβλήματά του; Ποιες οι προτάσεις για βελτίωσή του; Υπάρχει ελπίδα αναδιάρθρωσης του;

Ας ανατρέξουμε όμως στην ιστορία: Το Εθνικό Σύστημα Υγείας (Ε.Σ.Υ.) καταστρώθηκε το 1984, με στόχο να απαλλάξει όλους τους κατοίκους της χώρας, από το άγχος της  περίθαλψης. Βασική του σκοπιμότητα ήταν, η άμεση πρόσβαση των πολιτών, σε όλη την επικράτεια, παρέχοντας  τους φροντίδα, υψηλών προδιαγραφών. Η σκέψη και η προσπάθεια, για πανελλαδική περίθαλψη, σύμφωνα με τα δεδομένα της δεκαετίας του ΄80 (και με βάση το προγενέστερο χάος που επικρατούσε), ήταν καλή. Ο σχεδιασμός έξυπνος κι ελπιδοφόρος. Η δημιουργία πολλών περιφερειακών Κέντρων Υγείας, νομαρχιακών νοσοκομείων, ΕΚΑΒ και η καθιέρωση ειδικού ιατρικού μισθολογίου, ήταν μια κίνηση, που θα μπορούσε να εξασφαλίσει ταχεία περίθαλψη, πολλούς γιατρούς, σε όλα τα νοσοκομεία της Ελλάδας. Αυτός άλλωστε ήταν ο στόχος και το όραμα του εμπνευστή του.

Ο επινοητής του ΕΣΥ, Γιώργος Γεννηματάς, ήταν αισιόδοξος, ότι σε λίγα χρόνια, θα έμπαινε η χώρα, σ’ ένα ολοκληρωμένο και αποκεντρωμένο υγειονομικό σύστημα, που θα εξασφάλιζε, υψηλή επιστημονική φροντίδα, άψογες υπηρεσίες, δωρεάν παροχές στους πολίτες, οικονομική αυτοτέλεια στο όλο σύστημα, που θα διευρύνονταν συνεχώς, καλύπτοντας όλο το φάσμα της περίθαλψης (ψυχικής και σωματικής). Η έμμεση (ιατρικές εξετάσεις και η παροχή φροντίδας στο σπίτι), αλλά και η άμεση (νοσοκομειακή αρωγή), θα παρείχαν στον πολίτη την σιγουριά, ότι το κράτος νοιάζεται γι’ αυτόν. Ό,τι δηλαδή ακριβώς, αναφέρει το σύνταγμα.

Για να το πετύχει αυτό χρησιμοποίησε τρία εργαλεία.

  • Το προϋπολογισμό. Τα Προγράμματα Δημοσίων Επενδύσεων.
  • Τα ΜΟΠ. Τα πακέτα Ντελόρ. Διάφορα ευρωπαϊκά προγράμματα.
  • Τα χρήματα των ασφαλιστικών φορέων.

Το μεγαλύτερο ποσό καταβλήθηκε από την ΕΟΚ (Ε.Ε.) Ο προϋπολογισμός έδωσε ένα 5% του ΑΕΠ και το υπόλοιπο υπολογίστηκε να εκταμιευτεί από τους Φορείς Επαγγελματικής Αρωγής. Γι’ αυτό και έφερε την κοινωνική ασφάλιση, να ενωθεί με την περίθαλψη. (Γιατί σημειωτέον μέχρι τότε, ο τομέας της περίθαλψης, ήταν διασπασμένος στο Υπουργείο Υγείας Πρόνοιας και στο Υπουργείο Κοινωνικών Ασφαλίσεων).

Το 1985 λοιπόν με το νόμο 1558, δημιουργήθηκε το ενιαίο:

Υπουργείο Υγείας Πρόνοιας  και  Κοινωνικών Ασφαλίσεων.

Πράγματι ξοδεύτηκαν πολλά χρήματα, για την κατασκευή κι ανακαίνιση των υποδομών. Οργανώθηκαν περιφερειακές υγειονομικές μονάδες  (Νοσοκομεία και Κέντρα Υγείας). Έγιναν προσλήψεις προσωπικού.  Όμως τελικά, όλα αυτά τα θετικά στην πάροδο του χρόνου, χάθηκαν μέσα στα σκάνδαλα και στη διαφθορά. Ο νοσηλευόμενος, ο προστρέχον για εξετάσεις στο ΕΣΥ, έχει αγανακτήσει από την αναξιοπιστία και την ταλαιπωρία του. Πληρώνει την εισφορά του στα Ταμεία και παράλληλα πληρώνει κι από την τσέπη του. Κάπου λοιπόν ξόκειλε το σύστημα. Τα νοσοκομεία σήμερα έχουν, προβλήματα στην εξυπηρέτηση, αλλά είναι δεσμευμένα και με τεράστια χρέη (2,5 δις). Όλα υπολειτουργούν. Ένα ενδεικτικό παράδειγμα είναι τα χειρουργεία, οι ΜΕΘ – ΜΑΦ – ΜΕΘ Παίδων – ΜΕΝ. Νεογνών. Δεν έχουν προσωπικό, για να επιτελέσουν το ρόλο τους. Παντού παρατηρούνται ελλείψεις κλινών. Επί πλέον, η  φαρμακοβιομηχανία, έχει φεσώσει για τα καλά το ΕΣΥ (περίπου 9 δις). Η γραφειοκρατία και οι διοικητικές αρρυθμίες, μπλοκάρουν κι απαξιώνουν την εύρυθμη λειτουργία των νοσοκομείων. Το ΕΣΥ βουλιάζει στο τέλμα του.

Απαρίθμηση αιτιών.

  1. 1. Ανέβηκαν απότομα οι πολλαπλές δαπάνες (για περίθαλψη, συντάξεις και τα εφ’ άπαξ), χωρίς να υπάρξει μια ισόρροπη λογιστική, που να εξασφαλίσει την βιωσιμότητα των ασφαλιστικών ταμείων, που έχασαν την αυτοτέλειά τους από κρατικούς καιροσκοπισμούς. Ενσωματώθηκαν πολλά ανεξάρτητα, μικρά ταμεία, που δεν είχαν επαρκή ασφαλιστικά κεφάλαια.
  2. 2. Μπήκαν στο σύστημα των ταμείων πολίτες (κυρίως στον ΟΓΑ, ΝΑΤ), χωρίς να καταβάλουν την αναλογική τους συνδρομή. Το ίδιο συνέβη και με ομογενείς, μετανάστες και άλλες κατηγορίες, που ασφαλίστηκαν με διοικητικές πράξεις (για πολιτικούς λόγους), χωρίς να εκτιμηθεί αντικειμενικά, η δυνατότητα  παροχής, αυτής της προνομιακής παροχής.
  3. 3. Τα ταμεία επωμίστηκαν μεγάλες υποχρεώσεις προς τους ασφαλισμένους τους, που χρησιμοποιούν υπηρεσίες του ΕΣΥ, χωρίς ιδιαίτερο λόγο, σε άσκοπες και δαπανηρές εξετάσεις. Για να κλείσουν την ψαλίδα των εξόδων τους, τα Ταμεία, μετατοπίσαν κεφάλαια από την νοσηλευτική φροντίδα, στην κοινωνική ασφάλιση. Αυτή όμως η διάσταση αναγκών και υποχρεώσεων, αντί να κλείνει διευρύνθηκε, με αποτέλεσμα το κράτος συνεχώς να εφευρίσκει ημίμετρα, παράνομες και ύποπτες συναλλαγές, σπεκουλάροντας με την περιουσία των Ταμείων, αφήνοντας τρόπο τινά εκτεθειμένα τα νοσοκομεία, σε εικονικά χρέη. Διότι, πολλά από τα καταγραφόμενα παθητικά τους, ουσιαστικά αποτελούν έμμεση επιχορήγηση στα ασφαλιστικά ταμεία (κυρίως τον ΟΓΑ). Η κυβέρνηση, φοβούμενη τον επικοινωνιακό αντίκτυπο, μεταφέρει το βάρος των χρεών στα νοσοκομεία και δημιουργεί εντυπώσεις. Από την άλλη…
  4. 4. Ανέβηκαν οι νοσηλευτικές δαπάνες, χωρίς να υπάρχει μια εμπεριστατωμένη αξιολόγηση και δικαιολόγηση του υψηλού κόστους. (Αύξηση 4% επί του ΑΕΠ, από το 1990).
  5. 5. Δεν αυξήθηκε ο προϋπολογισμός για τις άμεσες νοσοκομειακές δαπάνες, ενώ αντίθετα η πολυφαρμακία που αναπτύχθηκε στο μεταξύ, από τα κυκλώματα γιατρών και φαρμακευτικών εταιρειών, ανέβασαν το κόστος της νοσηλευτικής φροντίδας.
  6. 6. Δόθηκαν υπερβολικά ποσά για προμήθειες άχρηστου υλικού ή για την αγορά πανάκριβων μηχανημάτων, που υπολειτούργησαν. Συνέπεια αυτού, να δαπανώνται πολλά ποσά στη συντήρηση τους.
  7. 7. Το ιατρικό προσωπικό, δεν βρέθηκε σε μια «κοινή στέγη» συνεισφοράς στο κοινωνικό σύνολο, αλλά λειτούργησε με  επιλεκτικούς διαχωρισμούς και ειδικά προνόμια, που δημιούργησαν συναδελφικό ανταγωνισμό. Οι γιατροί του ΕΣΥ εντάχθηκαν στο αρμόδιο υπουργείο, οι πανεπιστημιακοί στο υπουργείο Παιδείας και οι ιδιώτες, στο υπουργείο Οικονομικών. Οι γιατροί ξεχώρισαν ανάλογα με το βαθμό αξιοπρέπειάς τους, σ’ εκείνους που πίστεψαν στο ΕΣΥ και δίνουν την προσωπική τους μάχη να κρατήσουν ζωντανό το όραμα και στους άλλους, που αλώθηκαν από την ιδιοτέλεια, το «φακελάκι», από την αδιαφορία, την αδράνεια του δημοσιοϋπαλληλισμού. Έκαναν το νοσοκομείο, χώρο για τη δημιουργία δικής τους πελατείας.
  8. 8. Η ανεπάρκεια του ΕΣΥ φαίνεται, πέρα απ’ όλα τ’ άλλα, στον τρόπο διορισμών των γιατρών στα νοσοκομεία, μέχρι την τοποθέτηση προέδρων και διοικητικών. Τα πολιτικά κριτήρια και οι διαπροσωπικές σχέσεις, έχουν παραγκωνίσει την επιστημονική κατάρτιση. Η ανεργία στον ιατρικό κλάδο είναι πολύ υψηλή (15%) κυρίως μεταξύ των νέων, που περιμένουν διορισμό και δεν έχουν μέσο, να ενσωματωθούν στο σύστημα. Καθυστερεί υπερβολικά ο χρόνος για την απόκτηση σειράς σε ειδικότητα, με αποτέλεσμα πολλοί ν’ απελπίζονται κι επειδή δεν έχουν χρήματα να πάνε για μετεκπαίδευση στο εξωτερικό, να εγκαταλείπουν το επάγγελμα.
  9. 9. Η εξέλιξη των γιατρών γίνεται μέσα από συγκεκριμένα κυκλώματα συναλλαγών (πολιτικών και οικονομικών). Η αξιοκρατία είναι άγνωστη λέξη. Ο εργατικός ιδεαλιστής γιατρός του δημοσίου, που κάνει το καθημερινό του καθήκον, βρίσκεται ανυπεράσπιστος και απομονωμένος, πολλές φορές εκτεθειμένος, απέναντι στον ασθενή του. Δημιουργήθηκαν κάστες συμφερόντων μέσα στα νοσοκομεία, στις πανεπιστημιακές σχολές, στα ερευνητικά κέντρα, στους επιστημονικούς συλλόγους. Η διαπλοκή έφερε την κακή εικόνα, την έλλειψη εμπιστοσύνης στο γιατρό, την καταρράκωση της πίστης του πολίτη στο σύστημα δημόσιας περίθαλψης. Ο γιατρός έχει μεταβληθεί σε όχημα, για να πλουτίσει η φαρμακοβιομηχανία. Το επιστημονικό του μέλλον υποθηκεύεται, μέσα από στημένα συνέδρια (που επιχορηγούν αδρά οι φαρμακευτικές εταιρείες,) για να προωθήσουν την πελατεία τους. Εγκαταλείπεται η κλινική κρατική φροντίδα, με το πρόσχημα της έλλειψης προσωπικού. Αποτέλεσμα όλων αυτών, είναι η στροφή του ασθενή στην ιδιωτική ιατρική φροντίδα, είτε μέσα από τα επιλεκτικά ιατρεία, είτε άμεσα σε διαγνωστικά ιδιωτικά κέντρα ή την προτίμησή του σε συγκεκριμένες (και καθοδηγούμενες), νοσοκομειακές μονάδες. Ο κάθε Έλληνας  δαπανά για υπηρεσίες υγείας και ιδιωτικά μέσα, όσα σχεδόν ο μέσος Αμερικανός! Οι ιδιωτικές δαπάνες Υγείας εκτοξεύτηκαν στο 58% των συνολικών (3,5% του ΑΕΠ). Ο ιδιωτικός τομέας γιγαντώνεται με πολύ υψηλή κερδοφορία κεφαλαίου, τα ιδιωτικά νοσοκομεία κερδίζουν μερίδιο αγοράς (27% το 2008, από 13% το 2000). Ενώ λοιπόν αναλογικά ξοδεύουμε για την υγεία όσο η Αμερική και η Σουηδία, η ποιότητα των υπηρεσιών υγείας στη χώρα μας είναι από τις χαμηλότερες της Ευρωζώνης.

10. Η αποκέντρωση στα Κέντρα Υγείας, τελικώς δεν συντελέστηκε. Τα Κέντρα Υγεία δεν στελεχώθηκαν με προσωπικό και έχουν ελλείψεις σε νοσηλευτές, γιατρούς και μηχανήματα, ενώ ανέβηκε το φόρτος της εργασίας τους, που όμως γίνεται αναποτελεσματική. Ο πολίτης τα σνομπάρει και καταφεύγει στο «σίγουρο» νοσοκομείο των αστικών κέντρων. Έπαψε ουσιαστικά η διαβάθμιση των ιατρικών περιστατικών. Όλα καταντήσανε να γίνουν «επείγοντα», για να εξασφαλίσουν κρεβάτι και φροντίδα. Ο ασφαλισμένος είναι υποχρεωμένος πολλές φορές να καταβάλλει ένα έξτρα αδήλωτο ποσό, για να εξασφαλίσει αξιοπρεπή φροντίδα, για να πάρει σειρά στην χειρουργική κλίνη. Ο πρωτοβάθμιος πυλώνας, δηλαδή ο οικογενειακός γιατρός, έχει παντελώς εγκαταλειφθεί. Το δευτεροβάθμιο σύστημα (τα Κέντρα Υγείας), έχουν διαπιστωμένες ανεπάρκειες και υπολειτουργούν, ως κέντρα πρώτων βοηθειών, χωρίς να μπορούν να παράγουν περισσότερο έργο. Η αναγκαστική διακομιδή σε πληρέστερα νοσηλευτικά ιδρύματα, καθίσταται αναγκαίο κακό. Τελικά τα προβλήματα έχουν στριμωχτεί, στο «λαιμό του μπουκαλιού», στο νομαρχιακό κεντρικό νοσοκομείο, που αδυνατεί να προσφέρει ποιότητα, στην παροχή των υπηρεσιών του. Τα κεντρικά νοσοκομεία των μεγαλουπόλεων, είναι ο συλλέκτης της δυσαρέσκειας των πολιτών, ενώ παράλληλα διογκώνονται τα έξοδα τους. Το ΕΣΥ με το συνολικό χρέος των 6 δις (πέρα από τα φάρμακα), κινδυνεύει να καταρρεύσει, αν δεν βρεθεί άμεσα μια φόρμουλα σωτηρίας του.

Το δυναμικό των Ασφαλιστικών Ταμείων, στα 24 ταμεία κύριας ασφάλισης, είναι περίπου 8.500.000  (5.500.00 στο ΙΚΑ) και οι ανασφάλιστοι περίπου 3.000.000.

Με βάση πρόσφατα στοιχεία, 799.530 ελληνικά νοικοκυριά ή 2.126.750 άτομα, βρίσκονται στο όριο της φτώχειας. Αποτελούν το 21% του πληθυσμού.

Το όριο της υγείας είναι η φτώχεια, έλεγε ο πρώην υπουργός των μεταπολιτευτικών κυβερνήσεων του Καραμανλή, Σπύρος Δοξιάδης.

«Οι άποροι και φτωχοί, όχι μόνο δεν κάνουν χρήση των προληπτικών υπηρεσιών Υγείας, αλλά καταφεύγουν στα νοσοκομεία όταν η κατάστασή τους είναι ήδη επιβαρημένη. Γι’ αυτό παρουσιάζουν τα υψηλότερα ποσοστά ημερών παραμονής σε νοσοκομεία και ποσοστά θανάτων εντός νοσοκομείων».
Αυτά είναι μερικά από τα συμπεράσματα δύο ερευνών του Εθνικού Κέντρου Κοινωνικών Ερευνών.

Από την άλλη τα ελλειμματικά Ταμεία, αφού δεν μπορούν να εξασφαλίσουν τα μέλη τους, αδυνατούν να ξεκαθαρίσουν τους λογαριασμούς τους με το ΕΣΥ. Η μειωμένη χρηματοδότηση στα ασφαλιστικά ταμεία κατά 12,4% (2010), τα οδηγήσει σε περαιτέρω αδυναμία εξόφλησης νοσηλίων, ανακυκλώνοντας κατ’ αυτό τον τρόπο, τον φαύλο κύκλο των χρεών. Εν ολίγοις, το πρόβλημα της κατεπείγουσας περίθαλψης του ΕΣΥ, δεν χωράει αναβολές. Θέλει λύση, εδώ και τώρα.

Τα προτεινόμενα μέτρα:

  • Κατάργηση του πολυδαίδαλου ασφαλιστικού καθεστώτος που ισχύει σήμερα, με ασφαλισμένους πολλών ταχυτήτων. Ενιαίο Φορέα Ασφάλισης Υγείας, στον οποίο ν’ ανήκουν όλοι οι πολίτες, από τη γέννησή τους μέχρι το θάνατό τους, ως άμεσα μέλη και όχι ως έμμεσοι ασφαλισμένοι από τους γονείς τους, συζύγους ή τα παιδιά τους. Ενιαία ασφάλιση σημαίνει ότι ο καθένας δικαιούται, ότι δικαιούνται όλοι μαζί. Σημαίνει ότι οι περιορισμοί και οι κανόνες ισχύουν για όλους. Σημαίνει ότι όλοι σέβονται εξίσου το σύστημα και περιμένουν φροντίδα απ’ αυτό.
  • Διαχωρισμός ΕΣΥ από τον τομέα των Ασφαλιστικών Ταμείων.
  • Όλοι οι πολίτες είναι υποχρεωμένοι να καταβάλλουν ένα ποσό από 50-300 ευρώ το χρόνο (αναλόγως της οικονομικής τους κατάστασης), ως συνδρομή στο ΕΣΥ. Οι άποροι παίρνουν το αντίτιμο της συνδρομής που θα καταβάλουν, από την εκκλησιαστική αρωγή και το Ταμείο Φτώχειας του Κράτους.
  • Το ΕΣΥ ακόμα θα τροφοδοτείται από τον Εθνικό Προϋπολογισμό. Από ένα 2% φόρο στις τραπεζικές συναλλαγές. Ένα 5% από την φορολογία των τραπεζών και 10% από την φορολογία των φαρμακευτικών εταιρειών και ειδών ιατρικού εξοπλισμού. Δηλαδή, με τις συντηρητικότερες λογιστικές προσεγγίσεις, θ’ αγγίξει το 1,5 δις σε ετήσια βάση. Αναδιάρθρωση του διοικητικού συστήματος των νοσοκομείων, που θα περάσει στην αρμοδιότητα των τοπικών κοινωνιών. Αποκέντρωση με υπηρεσίες σε κάθε Δήμο ή Κοινότητα, με κάρτα ασφάλισης και πλήρη μηχανοργάνωση. Το κράτος αποδεσμεύεται από τον διαχειριστικό έλεγχο, που αναλαμβάνει αυτοτελώς το κάθε νοσοκομείο (κατάθεση προϋπολογισμού). Το υπουργείο παραμένει τοποτηρητής της εφαρμογής των κανονισμών λειτουργίας του νέου ΕΣΥ.
  • Η έναρξη εφαρμογής της Πρωτοβάθμια Φροντίδας Υγείας, είναι επιτακτική. Κοστολογείται στα 300 εκατ. ευρώ. Όμως δεν εγγράφεται ούτε 1 ευρώ στον παρόντα προϋπολογισμό. Συνεπώς δεν προβλέπεται εντός του 2010 να ξεκινήσει ούτε στοιχειωδώς, η εφαρμογή συστήματος ΠΦΥ.

Πρόληψη προσωπικού, για κάλυψη των αναγκών. Πέρα από τις προβλεπόμενες συνταξιοδοτήσεις (νοσηλευτών και ιατρών), οι ελλείψεις φαίνονται ακόμα μεγαλύτερες, με την αποχώρηση από τα νοσοκομεία 2.300 εργαζόμενων (σε προγράμματα stage), που καλύπτουν καθημερινές ανάγκες του ΕΣΥ.  Τα 27 εκατομμύρια (που έχουν εγγραφεί στον προϋπολογισμό για νέες προσλήψεις σ’ όλο το Δημόσιο), αναλογούν για 1.500 προσλήψεις στο ΕΣΥ. Συμπερασματικά, με βάση όλα τα προαναφερόμενα, η Ελλάδα με ποσοστό 6% στις δαπάνες Υγείας, βρίσκεται πολύ κάτω από το μισό του ποσοστού της Ε.Ε. (μέσος όρος 13,6%). Επομένως, η αύξηση των δαπανών Υγείας, που εγγράφονται στον προϋπολογισμό και η ορθολογική διαχείριση τους, είναι παρά πάνω από απαραίτητη, για ν’ αναπτυχθεί ένα αυτοτελές  ποιοτικό Σύστημα Υγείας, με έμφαση στην πρωτοβάθμια φροντίδα, στα ΤΕΠ κλπ. δηλαδή στην πραγματική, ποιοτική παροχή υπηρεσιών.

Μιχάλης Μιχελής