Το ποντικοφάρμακο στη συνταγή του μνημονίου είναι ότι προσεγγίζει τα προβλήματα με όρους καθαρά λογιστικούς, χωρίς να λαμβάνει υπόψη τις παρενέργειες στην οικονομία, την κοινωνία και τα νοικοκυριά. Το ασφαλιστικό, για παράδειγμα, δεν «λύνεται» με κανέναν τρόπο όσο υπάρχει ανεργία 25% (και ακόμα μεγαλύτερη εισφοροαποφυγή) και όσο η χώρα δεν επανέρχεται σε τροχιά ανάπτυξης. Έτσι γίνεται υποχρεωτικό το δίλημμα: θα κοπεί το χέρι (των εργαζόμενων,  μέσω των εξοντωτικών εισφορών που προστίθενται στην παράλογη φορολογία) ή το πόδι (των συνταξιούχων, με μεγάλη μείωση των συντάξεων);

Η κυβέρνηση επέλεξε να κόψει το χέρι του ελληνικού λαού. Οι δανειστές επιμένουν να κοπεί το πόδι. Η κοινή λογική λέει ότι θα έπρεπε να γίνει τώρα ένα γερό συμμάζεμα στις προκλητικές αδικίες του ασφαλιστικού (πρόωρες, πολλαπλές κλπ), να προχωρήσουν όσες μεταρρυθμίσεις είναι εύλογο να γίνουν τώρα και να επιχειρηθεί μια πραγματική (βιώσιμη)  λύση στο σύντομο μέλλον, όταν το σπιράλ θανάτου της οικονομίας θα έχει πάψει να διαλύει τα πάντα.

Το αδιέξοδο είναι απόλυτο. Γιατί είτε το χέρι κόψεις, είτε το πόδι, η κατάσταση θα χειροτερέψει δραματικά. Είτε μείνει ο Τσίπρας πρωθυπουργός, είτε τον διαδεχτεί κάποιος τεχνοκράτης, είτε πάρει στα χέρια του ο Μητσοτάκης το πριόνι, μετά από νέες πρόωρες (και απελπισμένες) εκλογές.

Να γιατί επιμέναμε τόσο καιρό για εθνική συνεννόηση: θα είχαμε τουλάχιστον εξαντλήσει τα όποια περιθώρια διαθέτει η χώρα για να αποφύγει τους ακρωτηριασμούς. Η απεριόριστη ανευθυνότητα του πολιτικού κόσμου (ιδίως του ΣΥΡΙΖΑ και της ΝΔ, σε διαφορετικούς χρόνους) δεν το επέτρεψε. Έτσι είναι ο μισός πληθυσμός στους δρόμους για να γλιτώσει το χέρι του  και ο άλλος μισός παρακολουθεί ανήσυχος μήπως αλλάξει η κατάσταση και του κόψουν το πόδι.

Ορέα τα καταφέρατε – και τα καταφέραμε.