Του Μιχάλη Μιχελή

Ξημέρωσε Κυριακή. 16 Μαρτίου του 2003.

Εκείνο το πρωινό, πριν από επτά χρόνια, άρχισε με φασαρία η ζωή στην πόλη Ραφιάχ, στη λωρίδα της Γάζας. Στα σύνορα με την Αίγυπτο, αυτή η πολυσυζητημένη προσφυγούπολη, είναι το σύμβολο της αντίστασης, για τους Παλαιστίνιους. Σ’ αυτήν μαντρώθηκαν όπως όπως, για να ζήσουν αποδεκατισμένοι από τις συμφορές, καμιά 70.000 ψυχές. Τόπος φτωχός, μ’ ελάχιστη πρασινάδα και μπόλικο χώμα, που σε πνίγει μαζί με την ζέστη και την υγρασία, όταν σηκώνεται ο δυνατός πουνέντες. Λιγοστές ελιές. Λειψά μποστάνια και μερικά ζώα. Όλα με το σταγονόμετρο, όπως το πόσιμο νερό, που βγαίνει με δελτίο από πηγάδια. Μόνο στις ψαριές έχουν κάποιο αποκούμπι οι κάτοικοι. Μα που να βρεις τρόπο, να πας εκεί ανοιχτά στο πέλαγος, για να καλάρεις. Η πολιορκία τους, η περικύκλωση από τους Ισραηλινούς, είναι ασφυκτική.  Και να’ταν μόνο αυτό; Πίσω στην πλάτη τους, οι αδελφοί Αιγύπτιοι, έχουν κάνει κι αυτοί τα πολιτικά  τους νιτερέσα. Κλειστή, ερμητικά με κάγκελα, φραγμένη η συνοριακή δίοδος. Καμιά διαφυγή, προς την ελευθερία. Εκεί, λοιπόν στη Ραφιάχ πιασμένοι σαν τα ποντίκια στην φάκα οι Παλαιστίνιοι, μέχρι να παραδοθούν ή να ψοφήσουν…

Η πόλης πρόκληση, το κέντρο των δαιμόνων για το στρατό του Ισραήλ.

Η Ραφιάχ έχει ισοπεδωθεί κατ’ επανάληψη, γιατί απ’ αυτήν, ξεκινούν οι υπόγειες σήραγγες, τα τούνελ επικοινωνίας και τροφοδοσίας των Παλαιστίνιων, με τον έξω κόσμο. Ντουφέκια, τρόφιμα και φάρμακα, όλα έρχονται από τα λαγούμια. Έχουν βαλθεί λοιπόν οι Ισραηλινοί να διαλύσουν κάθε χτίσμα. Να ξεπατώσουν το έδαφος. Να βρουν από πού στο καλό, ξετρυπώνουν οι αντάρτες της παλαιστινιακής αντίστασης. Να κόψουν τον ομφάλιο λώρο της τροφοδοσίας των εχθρών τους. Κι αυτό το κυνηγητό δεν έχει τελειωμό.

Οι τεράστιες μπουλντόζες ορμούν ακάθεκτες κι από πίσω ακολουθούν οι οπλισμένοι στρατιώτες. Η σκόνη κάνει αποπνικτική την ατμόσφαιρα. Κλάματα και κραυγές, βρισιές και πέτρες, εκσφενδονίζονται εναντίον των γιγάντιων εκσκαπτικών μηχανημάτων, που ‘χουν πρεμούρα να τελειώσουν μονομιάς τη δουλειά τους. «Τίποτε όρθιο»!

Πιο πέρα οι συντετριμμένοι οι Παλαιστίνιοι, βλέπουν τα σπίτια τους να γίνονται ερείπια. Το όνειρο της ζωής τους, μια στοίβα μπάζα. Μίσος και κατάρες, χρόνια τώρα, χωρίς αντίκρισμα. Κι από ‘κεί κι ύστερα, αρχίζει η οδύσσεια της προσφυγιάς. Που να βρεις κουράγιο, να ξαναρχίσεις από την αρχή… Με τα μπαγάζια στον ώμο, ο γολγοθάς είναι μακρύς. Όπου βρεθεί απάγκιο. Παραπέρα στην Γάζα. Στην ξενιτιά. Για κείνους που δεν τους κρατούν τα πόδια τους, για το μακρινό δρόμο, βλέπουν σαν λύση ανάγκης, να πάνε εκεί, στο νεκροταφείο, δίπλα στους δικούς τους χαμένους. Γιατί πιστεύουν, ότι ζωντανοί νεκροί, θα βρουν την ησυχία τους. Ότι οι Ισραηλινοί, θα σεβαστούν, τουλάχιστον τα μνήματα… Κι όμως…

Εκείνο το πρωινό, πέρασε μέσα στην ένταση στην Ραφιάχ.  Θα ήταν δυο το μεσημέρι, όταν το τηλέφωνο ειδοποίησε την Ράκελ Κόρι, τη νεαρή αμερικανίδα ακτιβίστρια, της Διεθνούς Αλτρουιστικής Οργάνωσης (ISM), που δραστηριοποιούνταν, με καμιά 10ριά ακόμη μέλη, στην πόλη.

«Τρέξε γρήγορα! Κινδυνεύει το φαρμακείο του Σαμίρ Ναρσαλάχ! Είναι μέσα αποκλεισμένοι αυτός, η γυναίκα του και τα τρία παιδιά τους»!

Η αποστολή της άρχισε έτσι… Για να κλείσει τρία τέταρτα αργότερα, με τις φωνές των τραυματιοφορέων, στο νοσοκομείο, που άνοιγαν όπως όπως δρόμο, για να περάσει το λαβωμένο κορμί της. Πολλαπλά τραύματα, μοιραία για να καταλήξει… Κι ήταν μόλις 23 χρονών!

Την βρήκαν λιωμένη από τις ερπύστριες. Φορούσε την προστατευτική φωσφορίζουσα ζακέτα, σήμα κατατεθέν των ακτιβιστών της ειρήνης. Ένα μεγάφωνο χειρός, πεταμένο δίπλα της. Η μπουλντόζα έκανε πίσω, πήρε στροφή και έφυγε  πιο πέρα.  Όλα έγιναν ασκαρδαμυκτί.

Ο οδηγός, προχώρησε κατά πάνω της, χωρίς ενδοιασμούς για την αποφασιστικότητα της αποστολής του. Την είδε να του φωνάζει: «Σταμάτα, σταμάτα, είμαι πασιφίστρια, κάνω ανθρώπινη ασπίδα στο δρόμο σου». Δεν την πίστεψε και συνέχισε…κατά πάνω της.

Μόλις μαθεύτηκε στην πόλη το θανατερό, η Ράκελ Κόρι, πέρασε στο Πάνθεον των ηρώων. Μονομιάς η πρώην «περίεργη ιδεαλίστρια», που παράτησε την ανεμελιά της πατρίδας της, που θυσίασε τα νιάτα της, γι’ αυτούς τους κατατρεγμένους, έγινε ο δικός τους άνθρωπος. Πλήθος κόσμου έτρεξε και περικύκλωσε το νοσοκομείο, με σημαίες, αγριολούλουδα και μοιρολόγια. «Ένα ακόμη «γιατί», προστέθηκε δίπλα στ’ αμέτρητα άλλα. Η αμερικανίδα φίλη τους, η συντρόφισσα του πόνου των Παλαιστίνιων, προστέθηκε στα αθώα θύματα μιας, σχιζοφρενικής, μιας επαίσχυντης κατοχής.

Είχε ξεκινήσει τα όνειρά της, από το πανεπιστήμιο Έβεργκριν της γενέθλιας πόλης της Ολύμπια, στην πολιτεία της Ουάσιγκτον. Ήταν από ευκατάστατη οικογένεια, με φιλελεύθερες αρχές. Από την μητέρα της, που είναι φλαουτίστρια, πήρε την ευαισθησία για την τέχνη και την αλληλεγγύη. Από τον πατέρα της, την αμέτρητη υποστήριξη, γι’ αυτό που πίστευε. Την «μη βία του Μαχάτμα Γκάντι». Την άμεση προσφορά, το δόσιμο, στους καταπιεσμένους του κόσμου τούτου.

Πριν μπει στην περιπέτεια του Παλαιστινιακού, εργάζονταν με τους  ασθενείς του ψυχιατρείου της πόλης της. Μετά πήρε την μεγάλη απόφαση. Βοήθησε στην αδελφοποίηση της Ραφιάχ και του τόπου της. Διοργάνωσε εκδηλώσεις, για να συγκεντρώσει χρήματα, για τα ορφανά του πολέμου. Να σταλεί υγειονομικό υλικό, τρόφιμα και ρούχα. Μιλούσε και διαδήλωνε, ότι δεν μπορεί η Αμερική να υποστηρίζει μια τέτοια άδικη πολιτική στο Μεσανατολικό.  Όμως δεν τις αρκούσαν αυτά. Το Γενάρη του 2003 μαζί με τον φίλο της  Γουίλιαμ Χίγουιτ, πήγαν στο Ισραήλ, με τη δικαιολογία του τουρισμού. Από τα Ιεροσόλυμα βρέθηκαν στην Γάζα. Κατευθύνθηκαν στην Ραφιάχ κι έστησαν την σκηνή τους στα χωράφια, κοντά στους ισραηλινούς στρατιώτες. Επειδή σε κάποια στιγμή κατάλαβαν, ότι η ενέργειά τους αυτή, προβοκάρει και εκνευρίζει τους ισραηλινούς, αλλά προκαλεί και μερικούς Παλαιστίνιους, που θεωρούσαν αυτούς τους διεθνιστές, ύποπτους, πράκτορες του εχθρού, απομακρύνθηκαν και μαζί με άλλα μέλη της οργάνωση ΙSM, έφτιαξαν το σταθμό αλληλοβοήθειάς τους, μέσα στην πόλη. Βοήθεια, στο σπίτι των πονεμένων. Βάρδιες στο νοσοκομείο. Κουβάλημα νερού για τους ανήμπορους.

Τα πολιτικά όμως γεγονότα κι η παράνοια, έτρεχαν με γοργούς ρυθμούς…

Στις 15 Φεβρουαρίου του 2003, οι Αμερικανοί έχουν εισβάλλει στο Ιράκ και οι διαδηλώσεις εναντίον τους, ανάβουν το μίσος και το πάθος στην Παλαιστίνη. Η Ράκελ Κόρι είναι μεταξύ εκείνων, που καίνε την αμερικανική σημαία. «Ντροπή, για τους συμπατριώτες μου»! «Ντροπή για τον πολιτισμό μας», γράφει στον πατέρα της, που την συμβουλεύει να επιστρέψει. Στη συνέχεια τα γεγονότα τρέχουν γοργά. Αρχίζει ένας καταιγισμός από οβίδες από την Χαμάς στους Ισραηλινούς. Η Ράκελ Κόρι με τα συντρόφια της, φοβάται τα χειρότερα. Η εκδίκηση γεμίζει την περιοχή με αίμα. Το μίσος ξεχειλίζει. Η μητέρα της ανησυχεί. Της γράφει και της στέλνει μηνύματα με το κομπιούτερ. Εκείνη την καθησυχάζει. Ήρθα εδώ γράφει σε ένα e-mail, για να σταματήσω το παράλογο. Αυτό που η αμερικανική πολιτική, έχει οδηγήσει τούτο το λαό, στην απόγνωση. Δεν μπορώ να κοιμάμαι ήσυχη. Έχω τύψεις, αν δεν δώσω τη θέλησή μου, να φέρω την ειρήνη στα θλιμμένα πρόσωπα των παιδιών… Δεν μπορείς μητέρα να με καταλάβεις, αν δεν δεις από κοντά, το τι ζω, το τι γίνεται…

Πριν και μετά το ¨ατύχημα»

Η επικοινωνία τους σταμάτησε εδώ… Το φέρετρο της σκεπασμένο με την αμερικάνικη σημαία, φορτώθηκε στο αεροπλάνο. Τιμητικά ακούστηκαν οι σειρήνες, πέσανε και πιστολιές στον αέρα. Πέταξαν λουλούδια στον τόπο της θυσίας της. Τα μάτια στράφηκαν στον ουρανό.

Ήταν εκείνο το απόγευμα της 18ης Μαρτίου του 2003. Οι Ισραηλινοί κι οι Παλαιστίνιοι, για μια μέρα, για μια στιγμή, σταμάτησαν τις εχθροπραξίες. Το αεροπλάνο χάθηκε στον ορίζοντα… Το άψυχο σώμα ταξιδεύει για τις Ηνωμένες Πολιτείες, μα η ψυχή της τριγυρνάει ολούθε, εκεί που δεν λένε να στερέψουν τα δάκρυα, της συμφοράς.

Η Ράκελ Κόρι, πέρασε στην καρδιά μας…

Στην μνήμη, για όσους επιμένουν… να ελπίζουν ότι δεν μπορεί…

Γιατί, να κερδίζει πάντα το παράλογο;

Μιχάλης Μιχελής

Υστερόγραφο: Το κείμενο αυτό, το αφιερώνω στους αγωνιστές της ελευθερίας στο Ισραήλ και ειδικότερα στις γυναίκες της ισραηλινής οργάνωσης «Machsom Watch», που πασχίζουν για τ’ ανθρώπινα δικαιώματα και για το άνοιγμα των συνόρων, στην λωρίδα της Γάζας.

Είναι αυτές, οι «περίεργες» που δεν σκέφτονται στενόμυαλα εθνικιστικά.  Που τρέχουν και βοηθάνε τους αναξιοπαθούντες Παλαιστίνιους, να πάνε στα ισραηλινά νοσοκομεία. Τους δίνουν κουράγιο και λεφτά. Στέλνουν μηνύματα στην παγκόσμια κοινή γνώμη. Ξεσκεπάζουν υποθέσεις, όπως εκείνη με το «βιολί». Γιατί, ο σατράπης Ισραηλίτης αξιωματικός, έβαλε τον φοβισμένο Παλαιστίνιο (περιμένοντας να περάσει τα σύνορα), να παίξει με το ζόρι το βιολί που κουβάλαγε, ενώ αυτός διασκέδαζε με τον φόβο του ανήμπορου Παλαιστίνιου! Το συγκεκριμένο γεγονός, έχει μεγάλη σημασία για τους Εβραίους. Θυμήθηκαν τα δικά τους βάσανα, όταν τους έβαζαν οι Ναζί, να παίζουν βιολί, όσο πορεύονταν τα θύματα του Ολοκαυτώματος, στα κρεματόρια. Στη δίκη λοιπόν που έγινε, με αφορμή το συγκεκριμένο (βιντεοσκοπημένο) περιστατικό, η ντροπή για το γεγονός, πήρε μεγάλες διαστάσεις. Η παγκόσμια εβραϊκή κοινότητα, καταδίκασε την κυβέρνηση.

Ο αξιωματικός φυλακίστηκε. Όμως πολύ περισσότερο, φάνηκε για μια ακόμη φορά, η υποκρισία του δήθεν αδικημένου Ισραήλ. Από ‘κείνη την ημέρα της καταδίκης, η «Machsom Watch» (που στα εβραϊκά σημαίνει, επόπτες των συνόρων), είναι το «κόκκινο πανί», της στρατιωτικής αστυνομίας. Όμως αρκετοί στο Ισραήλ, αντιμετωπίζουν πλέον αυτές τις τολμηρές γυναίκες, με συμπάθεια. Έπαψαν να είναι οι δαχτυλοδειχτούμενες προδότριες.

Και κάτι ακόμη…

Χαρούκι Μουρακάμι: Ο πιο σημαντικός Ιάπωνας συγγραφέας, από  το λόγο του , όταν δέχθηκε το διεθνές «Βραβείο Ιερουσαλήμ» (Μάρτης του 2009), για την «ελευθερία του ατόμου στην κοινωνία». Σημειωτέον, ότι το εν λόγω βραβείο απονέμεται σε συγγραφείς, οι οποίοι στο έργο τους ασχολούνται με θέματα όπως: η ανθρώπινη ελευθερία, η κοινωνία και η πολιτική. Έχει δοθεί σε σημαντικούς συγγραφείς όπως ο Ράσελ, ο Μπόρχες, ο Ιονέσκο, ο Οκτάβιο Παζ, ο Σάμπατο , ο Κούντερα, ο Γκράχαμ Γκρην, ο Κούτσι, ο Σεμπρούν.

Το κείμενο που παρατίθεται, αποτελεί τμήμα της ομιλίας του.

«…Ήλθα σήμερα στην Ιερουσαλήμ ως συγγραφέας, δηλαδή ως επαγγελματίας αφηγητής ψεμάτων. Σήμερα, όμως, δεν προτίθεμαι να πω ψέματα. Θα προσπαθήσω να είμαι όσο πιο ειλικρινής μπορώ. Υπάρχουν κάποιες ημέρες τον χρόνο που λέω την αλήθεια, και σήμερα είναι μία απ΄ αυτές. Επιτρέψτε μου λοιπόν να καταθέσω ένα πολύ προσωπικό μήνυμα. Κάτι που έχω πάντα στο μυαλό μου όταν γράφω μυθιστορήματα. Δεν έχω φτάσει να το γράψω σ΄ ένα κομμάτι χαρτί και να το κολλήσω στον τοίχο: θα έλεγα ότι είναι χαραγμένο στον τοίχο του μυαλού μου… Λοιπόν.

«Ανάμεσα σ΄ έναν ψηλό, συμπαγή τοίχο και σ΄ ένα αυγό που σπάει πάνω του, θα είμαι πάντα από την πλευρά του αυγού.
Ανεξάρτητα από το πόσο δίκιο έχει ο τοίχος και πόσο άδικο το αυγό. Eγω θα είμαι με το αυγό! Aς αποφασίσει κάποιος άλλος, ίσως ο χρόνος, η Ιστορία, ας κρίνουν άλλοι, ποιος τελικά έχει πιότερο δίκιο. Εγώ πάντως θα είμαι με τον αδύνατο! Σαν τα σπασμένα τσόφλια…


Ποιο είναι το νόημα αυτής της μεταφοράς; Είναι απλό και καθαρό. Οι άνθρωποι που πετούν βόμβες, τα τανκς που σκορπούν το θάνατο, οι ρουκέτες και οι οβίδες λευκού φωσφόρου είναι αυτός ο ψηλός, συμπαγής τοίχος. Τ’ αυγά είναι  από την άλλη πλευρά του συρματοπλέγματος. Οι αγανακτισμένοι οι περιθωριοποιημένοι Παλαιστίνιοι που συντρίβονται και καίγονται. Υπάρχει όμως και ένα βαθύτερο νόημα. Καθένας από μας, σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό, είναι ένα αυγό. Καθένας από μας είναι μια μοναδική, αναντικατάστατη ψυχή, κλεισμένη σ’ ένα εύθραυστο καβούκι. Καθένας από μας, σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό, βρίσκεται αντιμέτωπος με έναν ψηλό, συμπαγή τοίχο. Ο τοίχος έχει ένα όνομα: το απροσπέλαστο Σύστημα. Αυτό που στήνει τα όρια της δυστυχίας και της καλοπέρασης. Γι’ αυτό και είμαι πάντα με το αυγό, για να θυμάμαι το πόσο αδύνατος είμαι, για να ξεπεράσω τους φραγμούς των δυνατών, που μου αφοπλίζουν την ονειροπόλα ελευθερία μου».